Το κυνήγι του ορτυκιού στη χώρα μας

0

1183-koseortyki1.jpg
ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

koseartemis3.jpg

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΡΤΕΜΙΣ»

ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΟΥ ΟΡΤΥΚΙΟΥ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ
ΟΠΩΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΚΣΕ

Για την επιστημονική ομάδα του προγράμματος «Άρτεμις» γράφει ο Θεοφάνης Καραμπατζάκης, Δασολόγος

Μάϊος 2004

Τι είναι το πρόγραμμα «Αρτεμις»
Το πρόγραμμα «Αρτεμις» είναι μια διαρκής μελέτη καταγραφής της κυνηγετικής κάρπωσης και παρακολούθησης των θηραματικών πληθυσμών. Διανύει τώρα τον δέκατο χρόνο της ζωής του, είναι έργο της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας και εκπονείται από τετραμελή ομάδα επιστημονικών συνεργατών της. Ονομάστηκε «Αρτεμις» προς τιμήν της κυνηγέτιδας θεάς και προστάτιδας του κυνηγιού, επειδή αποτελεί την πρώτη μελέτη πανελλήνιας εμβέλειας που έχει ως αντικείμενο το κυνήγι.

Σκοπός του έργου αυτού είναι:
Η ανάπτυξη από την Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδας μιας ηλεκτρονικής τράπεζας δεδομένων που αφορούν στην κυνηγετική δραστηριότητα, δηλ. η λήψη και διατήρηση στατιστικών στοιχείων, με πανελλήνια εμβέλεια, πράγμα που έλλειπε μέχρι τώρα από τη χώρα μας.

Από τα στοιχεία της ηλεκτρονικής αυτής τράπεζας πληροφοριών μπορεί:
Να υπολογισθεί ο συνολικός αριθμός των θηραμάτων κατά είδος που θηρεύονται κάθε χρόνο στη χώρα μας,
Να καταγραφούν διάφορα χαρακτηριστικά της κυνηγετικής δραστηριότητας όπως: η κυνηγετική προτίμηση κατά θήραμα, η κυνηγετική ζήτηση κατά κυνηγετική περιφέρεια, ο μέσος αριθμός εξορμήσεων ανά κυνηγό το χρόνο, κ.α.,
Να προσδιοριστούν αριθμητικά δείκτες θηραματικής αφθονίας, ώστε συγκρινόμενοι στατιστικά από χρόνο σε χρόνο να εξάγονται συμπεράσματα για την πορεία των θηραματικών πληθυσμών (αύξηση ή μείωση).

Χρησιμότητα
Τα αποτελέσματα από την προσπάθεια αυτή αποτελούν ένα ανεκτίμητο «εργαλείο» τόσο για τον σχεδιασμό της αειφορικής διαχείρισης των θηραματικών πληθυσμών όσο και για την ουσιαστική στήριξη του κυνηγιού.

Με το «εργαλείο» αυτό μπορούμε:
Να πείσουμε τον πολιτικό κόσμο για τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε το φυσικό περιβάλλον
Να αποδείξουμε ότι το κυνήγι ως σύγχρονη δραστηριότητα είναι αποτέλεσμα ορθολογικού και επιστημονικού σχεδιασμού.
Να απαιτήσουμε την ουσιαστική συμμετοχή μας σε οποιοδήποτε εθνικό ή ευρωπαϊκό κέντρο αποφάσεων ασχολείται με θέματα σχετικά με το κυνήγι.

Πως λειτουργεί

Για την συλλογή των στοιχείων τυπώνεται κάθε χρόνο ένα ειδικά σχεδιασμένο έντυπο, το «Στατιστικό ερωτηματολόγιο κυνηγού» (χορηγία της Π.Ε.Β.Ε.Κ.Ε.), το οποίο διανέμεται στους κυνηγούς με το δίκτυο των κυνηγετικών συλλόγων και με το ταχυδρομείο προσωπικά. Οι κυνηγοί το συμπληρώνουν κατά τη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου και το επιστρέφουν στην Κ.Σ.Ε.

Τα στοιχεία καταχωρούνται σε Η/Υ και εμπλουτίζουν κάθε χρόνο την τράπεζα πληροφοριών. Έτσι μέχρι τώρα έχουν καταγραφεί πληροφορίες από 205.000 περίπου ημερήσιες κυνηγετικές εξορμήσεις. Με στατιστική επεξεργασία εξάγονται κάθε φορά χρήσιμα αποτελέσματα ορισμένα από τα οποία παρουσιάζονται παρακάτω και αφορούν στο κυνήγι του ορτυκιού στην χώρα μας.

Στο γράφημα 1 φαίνεται ότι το ορτύκι μαζί με τον λαγό κατέχει την τρίτη θέση στην κυνηγετική προτίμηση των Ελλήνων κυνηγών μετά την μπεκάτσα και τις τσίχλες, συγκεντρώνοντας το 15% περίπου του συνόλου των κυνηγετικών ημερήσιων εξορμήσεων. Τα ποσοστά αυτά εκφράζουν την μέση κατάσταση για εννέα κυνηγετικές περιόδους και για όλη την Ελληνική επικράτεια συνολικά. Διαφοροποιούνται όμως από χρονιά σε χρονιά κυμαινόμενα για το ορτύκι από 9,5 μέχρι 19,5%. Επίσης διαφοροποιούνται ανάλογα με την προέλευση των κυνηγών. Π.χ. η προτίμηση του ορτυκιού είναι αυξημένη στους κυνηγούς των περιοχών που παραδοσιακά βρίσκονται κοντά σε «περάσματα» και μειωμένη σ’ αυτούς της ορεινής ενδοχώρας.

Στο γράφημα 2 φαίνεται η γεωγραφική κατανομή των καταγραφέντων κυνηγετικών εξορμήσεων για ορτύκι σε ποσοστά, την εννεαετία 1994 -2002 που εκφράζει στην ουσία την κατανομή των συλλεχθέντων πληροφοριών για το ορτύκι στην Ελληνική επικράτεια. Βλέπουμε λοιπόν ότι η κατανομή ακολουθεί την έκταση των κυνηγετικών περιφερειών, επηρεαζόμενη όμως και από την αφθονία των πληθυσμών.

Στο γράφημα 3 φαίνεται η ποσοστιαία κατανομή της κυνηγετικής ζήτησης του ορτυκιού εκφρασμένη σε ποσοστά κυνηγετικών εξορμήσεων (μπλέ στήλη) και της συνολικής κυνηγετικής κάρπωσης σε ποσοστά θηρευθέντων θηραμάτων (κόκκινη στήλη) στη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου. Ετσι λοιπόν φαίνεται ότι σε εθνική κλίμακα την πρώτη εβδομάδα της κυνηγετικής περιόδου (20 με 26 Αυγούστου) γίνεται το 21% των κυνηγετικών εξορμήσεων της χρονιάς και θηρεύεται το 22% του συνόλου των ορτυκιών που θα θηρευθούν όλη τη χρονιά. Την 4η εβδομάδα παρατηρείται μια δεύτερη έξαρση και στη ζήτηση και στην κάρπωση που οφείλεται στα «περάσματα του Σταυρού» και ακολούθως και οι τα δύο χαρακτηριστικά ακολουθούν φθίνουσα πορεία μέχρι το τέλος της σαιζόν (28 Φεβρουαρίου). Εδώ βλέπουμε επίσης ότι ορτύκια υπάρχουν στη χώρα μας όλη την περίοδο, δηλ. μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου με το ανάλογο κυνηγετικό ενδιαφέρον.

Στο γράφημα 4 φαίνεται η αφθονία του ορτυκιού στη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου, εκφρασμένη σε μέσο αριθμό θηραμάτων που συναντά ο κυνηγός στη εξόρμηση (μέση κυνηγετική ευκαιρία – πράσινη στήλη) και σε μέσο αριθμό θηραμάτων που θηρεύει ο κυνηγός στην εξόρμηση (μέση κυνηγετική κάρπωση – κόκκινη στήλη). Εχουμε λοιπόν σε εθνική κλίμακα, όπως άλλωστε γνωρίζουμε και από την εμπειρία, μια αυξημένη αφθονία την 1η εβδομάδα της κυνηγετικής περιόδου που αφορά στα ντόπια ορτύκια και ακολούθως άλλη μία την 4η, 5η και 6η εβδομάδα που αφορά στα «περάσματα». Ακολούθως οι πληθυσμοί φθίνουν διότι το ορτύκι μεταναστεύει.και αυτά που παραμένουν προσελκύουν το ενδιαφέρον λίγων κυνηγών, οι οποίοι δίνουν και τα στοιχεία αυτά. Οι αυξημένες τιμές που παρουσιάζονται προς το τέλος της περιόδου προέρχονται από λίγες παρατηρήσεις και δεν έχουν ωστόσο μεγάλη βαρύτητα.

Στο γράφημα 5 φαίνεται η αφθονία του ορτυκιού σε εθνικό επίπεδο για εννέα χρόνια εκφρασμένη ως μέσος αριθμός συναντηθέντων θηραμάτων ανά κυνηγό και εξόρμηση (μέση ετήσια κυνηγετική ευκαιρία) και μέσος αριθμός θηρευθέντων θηραμάτων ανά κυνηγό και εξόρμηση (μέση ετήσια κυνηγετική κάρπωση). Ετσι βλέπουμε κάποιες πλούσιες χρονιές όπως αυτή του 1995-96 και κάποιες φτωχότερες όπως αυτές του 1998-99 και 2002-03. Χαρακτηριστικό επίσης είναι η σταθερότητα στη σχέση μεταξύ των συναντήσεων και των καρπώσεων.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων