Το παρόν διεθνές περιβαλλοντικό δίκαιο προστατεύει το περιβάλλον;

0

1191-enviroment.jpg

Επιμέλεια κειμένου: Παντελεήμων Σ. Βογιατζής
Μηχανικός – Νομικός Περιβάλλοντος

Η εξέλιξη του διεθνούς περιβαλλοντικού δικαίου παρουσίασε αξιοσημείωτη ανάπτυξη κατά την διάρκεια του περασμένου αιώνα με επίκεντρο πολλαπλούς τομείς του περιβάλλοντος σε συνάρτηση με την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της ανθρωπότητας. Η Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον το 1972, αποτέλεσε σημείο αναφοράς και θεμέλιο στην εξελικτική πορεία του διεθνούς περιβαλλοντικού δικαίου. Συγκεκριμένα, πριν το 1972 υπήρχαν 35 νομοθετήματα προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ σήμερα υπερβαίνουν τα 1000. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει περίπου 200 νομικά κείμενα που αφορούν άμεσα το περιβάλλον. Αν και η εξελικτική πορεία του διεθνούς περιβαλλοντικού δικαίου τις τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά σημαντική, από το 1972 μέχρι σήμερα γεννήθηκαν πολλά ερωτηματικά από ειδικούς επιστήμονες και νομικούς σχετικά με την αποτελεσματικότητά του στην προστασία του περιβάλλοντος. Δημιουργούνται αμφιβολίες ως προς την εφαρμογή των περιβαλλοντικών κανόνων δικαίου, με δεδομένο το αυξημένο ενδιαφέρον πολλών κρατών για οικονομική ανάπτυξη. Πολλές φορές η ανάπτυξη πραγματοποιείται δίχως επιστημονικά κριτήρια και χωρίς προσεκτικούς σχεδιασμούς με αποτέλεσμα να συντελείται σε βάρος του περιβάλλοντος.

Παρά την ανάπτυξη και την έκταση του περιβαλλοντικού δικαίου, οι περιβαλλοντικές καταστροφικές επιπτώσεις έχουν φτάσει σε κρίσιμα για το μέλλον της ανθρωπότητας επίπεδα. Η μη αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην πλημμελή εφαρμογή και επιβολή των νομοθετικών διατάξεων που θεσπίζονται από τις διεθνείς περιβαλλοντικές συμβάσεις και τα αντίστοιχα νομοθετικά πλαίσια της κάθε χώρας. Η πλημμελής εφαρμογή και επιβολή οφείλεται επίσης και στην ικανοποίηση πολιτικών και οικονομικών σκοπιμοτήτων. Σημαντικός αριθμός ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών κωλυσιεργούν ή ενσυνείδητα παραβιάζουν την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, αφού από την φύση της προκαλεί επιβράδυνση στην οικονομική ανάπτυξη, επηρεάζει άμεσα τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων και κατά συνέπεια την εθνική οικονομία. Μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, όπως η ανεργία, βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με τα παραπάνω. Εξάλλου η οικονομία και οικολογία είναι δυο λέξεις με ίδιο το πρώτο συνθετικό, αλλά με αναμφισβήτητη αντίθεση μεταξύ τους.

Η περιβαλλοντική νομοθεσία πολλών αναπτυσσομένων χωρών θεωρείται κάτι περισσότερο από ελλιπής και σε συνδυασμό με την αδυναμία των διοικητικών, διαχειριστικών και εκτελεστικών αρχών, μηχανισμών και οργάνων, συμβάλλουν αρνητικά στην αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι ο βαθμός εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας εξαρτάται από το εύρος της διεθνούς συνεργασίας, όπως επίσης και από το επίπεδο επικοινωνίας μεταξύ των χωρών και των αρμοδίων αρχών και φορέων τους. Προβάλλεται ως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα η ακριβής μετάφραση των νομικών κειμένων των διεθνών συμβάσεων σε πολλές διαφορετικές γλώσσες, κάτι το οποίο δημιουργεί προβλήματα στην διατύπωση, ορισμό και κατανόηση των επιστημονικών και νομικών περιβαλλοντικών εννοιών με αποτέλεσμα την επιβράδυνση της διαδικασίας εφαρμογής των διατάξεων από τις αρμόδιες αρχές κάποιων κρατών. Επιπρόσθετα η άρτια εφαρμογή των διεθνών περιβαλλοντικών συμβάσεων προϋποθέτει υψηλές οικονομικές δαπάνες από τα κράτη – μέλη. Έτσι, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες δίνουν προτεραιότητα σε άλλους βασικούς τομείς δραστηριότητας, τοποθετώντας σε δεύτερη μοίρα την προστασία του περιβάλλοντος. Αντιθέτως, μερικές βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες δεν προχωρούν στην επικύρωση των διεθνών περιβαλλοντικών συμβάσεων, φοβούμενες τις συνέπειες στην οικονομία τους, και στα σχετικά κοινωνικά προβλήματα που προκαλούν, ενώ άλλες προσπαθούν να επωφεληθούν οικονομικά με εξαγωγές τεχνολογίας φιλικής προς το περιβάλλον.

Οι διεθνείς περιβαλλοντικές συμβάσεις, αν και αρχικά υιοθετούνται σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, συνήθως επικυρώνονται και τίθενται σε ισχύ από τα κράτη-μέλη λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, γεγονός που καθιστά την εφαρμογή τους προβληματική. Μια πιθανή αιτία είναι η διστακτικότητα και ο σκεπτικισμός των κρατών-μελών όσον αφορά την συμμόρφωσή τους με τις επικείμενες διατάξεις των συμβάσεων στην πράξη. Εξίσου αρνητικό στοιχείο, στα πλαίσια του περιβαλλοντικού δικαίου, αποτελεί και το πρόβλημα της συμφόρησης των περιβαλλοντικών συμβάσεων, φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία δέκα χρόνια. Πολλές φορές συμβαίνει να υιοθετούνται από την διεθνή κοινότητα συγγενείς περιβαλλοντικές συμβάσεις με αποτέλεσμα την επικάλυψη συγκεκριμένων νομικών διατάξεων και εφαρμοστικών αρμοδιοτήτων. Για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προβλήματος, επιβάλλεται η διευθέτηση, κωδικοποίηση και εναρμόνιση των διεθνών συμβάσεων που θεσπίζουν όμοια ή παρεμφερή περιβαλλοντικά θέματα.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων