Νίκος Παπαδόδημας “Το μέλλον του κυνηγιού στα χέρια μας”

0

1459-untitled-42.jpg
Του Λευτέρη Κακαβούλη
Συνέντευξη στο περιοδικό Κ & Φ

Έχουμε δύο μεγάλους στόχους: Πρώτον τη διαχείριση καθημερινών θεμάτων και προβλημάτων. Αυτά τα καλύπτουμε συνήθως με τις ετήσιες ρυθμιστικές αποφάσεις που ικανοποιούν κατά το πλείστον τις θέσεις των κυνηγών. Ο δεύτερος στόχος στον οποίο επικεντρωνόμαστε είναι τι θα γίνει στο μέλλον. Στόχος τεράστιας σημασίας για το κυνήγι στην Ελλάδα. Η αρμόδια για τη θήρα υπηρεσία του Υπουργείου δεν έχει καμία απολύτως θηραματική πολιτική. Είναι μακριά από τις πραγματικές ανάγκες του κυνηγιού, είναι μακριά από τις εξελίξεις και γι’ αυτήν η άσκηση θηραματικής πολιτικής μεταφράζεται στον ανελέητο αγώνα εναντίον του κυνηγιού. Δεν πρέπει να δούμε την κυνηγετική κάρπωση ως μια πίεση απέναντι στον πληθυσμό, ότι δηλαδή όταν σκοτώνουμε κάποιες χιλιάδες πουλιά ενός είδους, ο πληθυσμός μειώνεται αναλόγως. Αντιθέτως πρέπει να αποδείξουμε ότι το αποτέλεσμα της κάρπωσης δείχνει τον κυνηγετικό πλούτο του κάθε είδους. Αναφορικά με την προειδοποιητική επιστολή, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, έχω σχεδόν τη διαβεβαίωση ότι ακολουθώντας τον Οδηγό, τα δεκαήμερα της επικάλυψης δεν θα λαμβάνονται υπ’ όψιν, επομένως ελπίζουμε, βάσιμα, σε μια νέα ευνοϊκή για την Ελλάδα εξέλιξη. Ο αμείλικτος πόλεμος που γίνεται από την Υπηρεσία Θήρας για τη διάλυση της Θηροφυλακής ή την μετατροπή της σε απενεργοποιημένη και αναποτελεσματική δημόσια υπηρεσία, δεν πρόκειται να περάσει. Ευτυχώς, η πολιτική ηγεσία στο Υπουργείο, είμαστε βέβαιοι, δεν ασπάζεται τις απόψεις των υπηρεσιακών για αυτά τα θέματα.

Ο πρόεδρος της ΚΣΕ, κ. Νίκος Παπαδόδημας σχεδιάζει τις μελλοντικές κινήσεις για να διατηρηθεί και να βελτιωθεί το κυνήγι στην Ελλάδα. Ανοίγει τα χαρτιά του στο Κ&Φ και αποκαλύπτει τους κινδύνους που απειλούν το κυνήγι, το σχέδιο δράσης για την αντιμετώπισή τους και τον πρωταγωνιστικό ρόλο που καλείται να παίξει ο απλός έλληνας κυνηγός στην εφαρμογή σημαντικών προγραμμάτων, όπως είναι η αναβάθμιση των βιοτόπων, η φαινολογία μετανάστευσης και η κυνηγετική κάρπωση. Ο Πρόεδρος καλεί τους κυνηγούς, συσπειρωμένους γύρω από τους συλλόγους τους, να πάρουν το μέλλον του κυνηγιού στα χέρια τους, κάτω από το σχεδιασμό και τη στρατηγική της ΚΣΕ.

Κ&Φ: Κύριε πρόεδρε, οδεύουμε προς το τέλος μιας καλής κυνηγετικής περιόδου, με μια ικανοποιητική ρυθμιστική απόφαση. Οι περισσότεροι είναι ευχαριστημένοι. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να εφησυχάζουμε;
Ν.Π.: Η ΚΣΕ δεν μπορεί ποτέ να εφησυχάζει, όσο κι αν θεωρεί ότι έχει επιτυχώς προωθήσει διάφορα θέματα. Ο ρόλος της είναι να διαχειρίζεται τα τρέχοντα προβλήματα, αλλά κυρίως να προβλέπει το τι θα συμβεί στο μέλλον, ώστε να προετοιμάζει την αντιμετώπιση των εξελίξεων κατά τρόπο συμφέροντα και ευνοϊκό για το κυνήγι και να σχεδιάζει πολύ συγκεκριμένους τρόπους δράσης, διαφορετικά οι εξελίξεις μπορεί να μας ξεπεράσουν και να μας παρασύρουν με τη μορφή χιονοστιβάδας. Θέλω να θυμίσω ότι η διορατικότητά μας μάς επέτρεψε όλα αυτά τα χρόνια να κινηθούμε επιτυχώς, διότι είχαμε σωστά προβλέψει τους κινδύνους από την εφαρμογή της Οδηγίας για τα πουλιά, με τις περίφημες κυνηγετικές περιόδους. Είχαμε προβλέψει τους τρόπους στήριξης των θέσεών μας, σχεδιάσαμε προσεκτικά τις κινήσεις μας και πιστεύω, πράγματι, ότι φέραμε σημαντικές επιτυχίες που μας επιτρέπουν να κυνηγάμε όλα τα βασικά θηράματα τον Φεβρουάριο.

Κ&Φ: Πώς θα περιγράφατε το μέλλον του κυνηγιού;
Ν.Π.: Το μέλλον του κυνηγιού έχει, κατά την άποψή μου, πολύ συγκεκριμένες προοπτικές και αναμενόμενες εξελίξεις. Όποιος παρακολουθεί τα κυνηγετικά τεκταινόμενα τόσο σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, όσο και στην Ελλάδα, μπορεί να προδιαγράψει τις εξελίξεις και ως εκ τούτου να σχεδιάσει τις κινήσεις και τις δράσεις μέσα από τις οποίες πρέπει να δραστηριοποιηθεί η ΚΣΕ. Ένα σημείο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι ότι η αρμόδια για τη θήρα υπηρεσία του Υπουργείου δεν έχει καμία απολύτως θηραματική πολιτική. Είναι μακριά από τις πραγματικές ανάγκες του κυνηγιού, είναι μακριά από τις εξελίξεις και γι’ αυτήν η άσκηση θηραματικής πολιτικής μεταφράζεται στον ανελέητο αγώνα εναντίον του κυνηγιού, στις αδικαιολόγητες απαγορεύσεις, στην αρνητική για το θήραμα και την ανάπτυξή του ερμηνεία των διατάξεων, με νοοτροπίες και αντιλήψεις του περασμένου αιώνα! Μπροστά σ’ αυτή την επικίνδυνη, για το κυνήγι, κατάσταση της Υπηρεσίας, η άμεση απάντησή μας είναι μία: Παίρνουμε το κυνήγι στα χέρια μας και υλοποιούμε όλα εκείνα που οι Υπηρεσίες δεν έχουν ποτέ υλοποιήσει ή που έχουν δραστηριοποιήσει μόνο στο μέτρο που αυτό ήταν εναντίον των κυνηγετικών συμφερόντων! Έχουμε επομένως δύο μεγάλους στόχους: Πρώτον τη διαχείριση καθημερινών θεμάτων και προβλημάτων. Αυτά τα καλύπτουμε συνήθως με την ετήσια ρυθμιστική απόφαση. Τα τελευταία 9 χρόνια έχουμε ρυθμιστικές αποφάσεις οι οποίες ικανοποιούν κατά το πλείστον τις δικές μας θέσεις, των κυνηγών, παρά τη λυσσαλέα αντίδραση των υπηρεσιακών παραγόντων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Βεβαίως, με αυτές τις ρυθμιστικές αποφάσεις δεν έχουμε καλύψει το σύνολο των αναγκών και των απαιτήσεων για το κυνήγι. Όμως, σε σχέση με εκείνα τα οποία οι υπηρεσίες εισηγούνται, μπορούμε πράγματι να πούμε ότι έχουμε επιτυχή αποτελέσματα. Ο δεύτερος στόχος στον οποίο επικεντρωνόμαστε είναι τι θα γίνει στο μέλλον. Στόχος τεράστιας σημασίας για το κυνήγι στην Ελλάδα.

Κ&Φ: Διαγράφονται σοβαροί κίνδυνοι για το μέλλον και αν ναι ποιοι είναι αυτοί;
Ν.Π.: Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Στο μέλλον θα πρέπει να περιμένουμε μείωση του κυνηγιού των αποδημητικών στην Ελλάδα και αυτό θα οφείλεται σε δύο εξωγενείς και έναν ενδογενή λόγους: 1. Μείωση των πληθυσμών που περνάνε από τη χώρα μας, λόγω μεγάλης κυνηγετικής πίεσης που ασκείται, όλα αυτά τα χρόνια, στην πηγή από την οποία προέρχονται τα αποδημητικά πουλιά -και αναφέρομαι στα οργανωμένα, πανάκριβα και σε μεγάλη έκταση εφαρμοζόμενα κυνήγια κατά τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβρη, σε περιοχές της πρώην Ανατολικής Ευρώπης. Το συστηματικό κυνήγι σε αυτές τις χώρες εντατικοποιείται λόγω του μεγάλου οικονομικού ενδιαφέροντος που έχει σ’ αυτά, τα πάρα πολύ φτωχά κράτη και συχνά γίνεται χωρίς σεβασμό, κανόνες προστασίας κ.τ.λ. 2. Η μείωση της περιόδου (Γενάρη, Φλεβάρη) παραμένει μια απειλή, παρότι δίνουμε συνεχή αγώνα και πετυχαίνουμε. Η Ελλάδα επιτυχώς έχει αντιμετωπίσει το πρόβλημα μέχρι σήμερα -είμαστε πραγματικά η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που κυνηγάμε μέχρι το τέλος του Φλεβάρη- μετά από τεράστια προσπάθεια και μάχες που έδωσε η Συνομοσπονδία (και όχι το Υπουργείο) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Έχουμε, λοιπόν, εξασφαλίσει αυτή την ευνοϊκή κατάσταση για τις περιόδους θήρας στην Ελλάδα. Όμως η τάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να αντιμετωπίζονται με μεγάλη αυστηρότητα αυτές οι περίοδοι και επομένως διαγράφονται κίνδυνοι μελλοντικής συρρίκνωσης. Τίποτα δεν είναι αυτονόητο και δεδομένο. 3. Ο ενδογενής παράγων που επηρεάζει δυσμενώς το κυνήγι στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι αλλάζει η δομή και η φυσιογνωμία του ελληνικού χώρου, με συνεχή αστικοποίηση της υπαίθρου και συρρίκνωση του αγροτικού χώρου που και εάν ακόμη δεν αστικοποιείται δεν έχει πλέον γεωργική χρήση και έτσι περιορίζει συνεχώς τους βιοτόπους.

Κ&Φ: Τι πρέπει να γίνει από τη μεριά της ΚΣΕ, αν οι πιθανές εξελίξεις είναι αυτές που προαναφέρατε;
Ν.Π.: Επειδή αυτά που ανέφερα παραπάνω έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται, πρέπει η ΚΣΕ να φροντίσει να προσφέρει κυνήγι στους έλληνες κυνηγούς. Δηλαδή, να επιλέξει τους τομείς στους οποίους πρέπει να παρέμβει και να προκρίνει τα έργα τα οποία πρέπει να εκτελέσει, για να αντισταθμίσει τις αναμενόμενες απώλειες που μπορεί να προκύψουν από τη συρρίκνωση των αποδημητικών πληθυσμών, είτε σε περιόδους είτε σε αριθμό, αλλά ακόμη και την καταστροφή και συρρίκνωση των φυσικών βιοτόπων της χώρας μας. Είναι, λοιπόν, σαφές ότι πρέπει να φροντίσουμε για την αύξηση του ενδημικού θηράματος. Αυτό το διαισθάνονται, το καταλαβαίνουν όλοι οι συνάδελφοι κυνηγοί και ας μην έχουν ειδικά ασχοληθεί με το θέμα. Πρέπει να ενδυναμώσουμε το ενδημικό θήραμα και αυτό που λέμε εδώ και πολλά χρόνια να γίνει πράξη με πολύ συγκεκριμένα προγράμματα και σχεδιασμένες ενέργειες. Σχέδιο δράσης, συντονισμένες προσπάθειες

Κ&Φ: Πώς θα πραγματοποιηθεί αυτό και τι κόστος θα έχει για τον έλληνα κυνηγό;
Ν.Π.: Το πρόγραμμα αναβάθμισης των βιοτόπων είναι ένα πρόγραμμα το οποίο πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο. Δηλαδή δεν εκτελείς κάποια έργα μία φορά και μετά τελείωσε. Έχουμε κάνει έναν πολύ συγκεκριμένο προγραμματισμό για την επόμενη τριετία, με πολύ συγκεκριμένες δαπάνες και περιεχόμενο και ξεκινάμε την άμεση εφαρμογή του. Μιλάμε για προγράμματα με συγκεκριμένα έργα υποδομής στη φύση με στόχο την προστασία και την εξασφάλιση νερού και τροφής για τα θηράματα, δηλαδή το Α και το Ω της ανάπτυξης των θηραμάτων. Εκείνο, όμως, που έχει σημασία είναι ότι όλα αυτά θα εντάσσονται στην έννοια των συγκεκριμένων “περιοχών δράσης”. Δηλαδή, το πρόγραμμα αναβάθμισης των βιοτόπων θα γίνεται σε συγκεκριμένες περιοχές, πολύ εκτεταμένες, με στόχο να καλύψουν το σύνολο της χώρας. Βεβαίως δεν εννοώ με τίποτα τις γνωστές “ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές”. Αντίθετα πρόκειται για ελεύθερες περιοχές, όπου θα ασκείται ελεύθερο κυνήγι με διαχείριση θηράματος. Ωστόσο, κάθε περιοχή θα έχει το δικό της επιμέρους πρόγραμμα, διότι έχει τις δικές της ανάγκες και το δικό της φυσικό περιβάλλον. Ο συνδυασμός, λοιπόν, της γνώσης της συγκεκριμένης περιοχής, των αναγκών και των στόχων θα οδηγεί σε επιμέρους σχέδιο εφαρμογής. Αυτό είναι ένα φιλόδοξο πρόγραμμα, κυρίως από την άποψη ότι θέλουμε να καλύψουμε το σύνολο της χώρας. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και απαραίτητο για να μπορέσουν οι όποιες ενέργειες κάνουμε να έχουν αποτέλεσμα. Θα αποφύγουμε τις αστοχίες του παρελθόντος από τέτοιες ατελείς ενέργειες. Θα κινηθούμε με ολοκληρωμένες και όχι διάσπαρτες δράσεις και με συνεχή παρακολούθηση των αποτελεσμάτων για την έγκαιρη παρέμβαση και τροποποίηση όπου χρειαστεί. Αυτή η αναβάθμιση των βιοτόπων υπολογίζουμε να κοστίσει ένα σημαντικό ποσό, τα πρώτα 3 χρόνια θα είναι πάνω από 500.000 Ε κάθε χρόνο και βεβαίως θα χρηματοδοτείται από τις εισφορές των κυνηγών, οι οποίες έτσι θα μεταφραστούν σε έργο από το οποίο θα ωφελείται ο ίδιος ο κυνηγός. Με αυτό τον τρόπο θα αυξηθεί η κυνηγετική προσφορά, δηλαδή θα αυξηθεί το θήραμα, έτσι ώστε να αυξάνεται η ικανοποίηση που θέλει και πρέπει να παίρνει κάθε κυνηγός όταν πηγαίνει να κυνηγήσει. Αυτό όμως δεν φτάνει διότι, όπως είπα και πριν, θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε πιθανές προσπάθειες για περιορισμό της κυνηγετικής περιόδου όσον αφορά κυρίως τα μεταναστευτικά.

Κ&Φ: Πώς θα μπορούσαμε να αποφύγουμε κάτι τέτοιο;
Ν.Π.: Πρέπει ως χώρα να έχουμε στοιχεία μετανάστευσης, συλλεγμένα με επιστημονικό τρόπο, τα οποία είναι απαραίτητα για να μας βοηθήσουν να επιχειρηματολογήσουμε απέναντι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αν χρειαστεί, για να διατηρήσουμε τις επιθυμητές κυνηγετικές περιόδους. Τα στοιχεία αυτά δεν υπάρχουν στην Ελλάδα από κανέναν κρατικό φορέα και τα μοναδικά στοιχεία που η Ευρώπη δέχεται είναι εκείνα που δίνει η Bird Life International (BLI) με τα εδώ παραρτήματά της. Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεχτικοί, διότι τα στοιχεία που έχουν κατά καιρούς δοθεί από διάφορες οργανώσεις και δυστυχώς έχουν γίνει αποδεκτά επισήμως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εμείς τα έχουμε κρίνει ως λαθεμένα ή υπερβολικά και πρέπει να το αποδείξουμε αν είναι έτσι. Ο μοναδικός τρόπος να το αποδείξεις είναι να συλλέξεις ο ίδιος, με επιστημονικό τρόπο και μεθοδολογία που δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση, τα στοιχεία αυτά. Κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια οι πίνακες μετανάστευσης αναθεωρούνται. Πλησιάζει, λοιπόν, ο καιρός της αναθεώρησής τους. Δεν ξέρουμε τι θα πούνε οι καινούργιοι πίνακες -ο κίνδυνος δυσμενών εξελίξεων, που λέγαμε. Αυτοί οι πίνακες στηρίζονται σε στοιχεία που δίνει η κάθε χώρα. Για την Ελλάδα ποιος δίνει στοιχεία; Οφείλουμε, λοιπόν, εμείς, με την οικονομική μας δύναμη, με τα 250.000 μέλη μας, με τους επιστημονικούς συνεργάτες μας, με τη δυνατότητα συνεργασίας με πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα, να εξασφαλίσουμε την αξιοπιστία των στοιχείων. Οφείλουμε να κάνουμε αυτό που όφειλε να κάνει το κράτος σε συνεργασία μαζί μας -και δεν το’ χει κάνει ποτέ! Παρά τις δικές μας προσπάθειες συνεργασίας. Αυτό είναι η λεγόμενη “φαινολογία της μετανάστευσης”, δηλαδή με απλά λόγια το να μετράμε πότε, πόσα, πού, ποιες είναι οι τάσεις των πληθυσμών, από πού περνάνε αποδημητικά είδη κυνηγετικού ενδιαφέροντος για τη χώρα μας, έτσι ώστε μεθαύριο να μπορούμε να αντιτάξουμε και να αντιπαραθέσουμε σε άλλα στοιχεία τα δικά μας, για τα οποία θα έχουμε τη βεβαιότητα της αντικειμενικότητας. Ένα επίσης σημαντικό πρόγραμμα είναι η κάρπωση, η οποία γίνεται αυτή τη στιγμή με το Άρτεμις. Θα επεκτείνουμε όμως το Άρτεμις σε αριθμό, περιεχόμενο και κυρίως σε τρόπο λήψης των στοιχείων, θα δραστηριοποιήσουμε και θα κινητοποιήσουμε τη θηροφυλακή, αλλά και άλλους, έτσι ώστε να εμπλουτίσουμε τα στοιχεία του Άρτεμις. Με την ευκαιρία θέλω να πω ότι το Άρτεμις έχει αναγνωριστεί από το εξωτερικό ως ένα απόλυτα αποδεκτό εργαλείο επιστημονικά και έχουμε σκοπό να το επεκτείνουμε. Πρέπει να καταλάβουμε ότι το Άρτεμις δεν είναι ένα εργαλείο ελέγχου, τουναντίον είναι το αξιόπιστο εργαλείο που δείχνει την κατάσταση του θηραματικού πλούτου της χώρας.

Κ.Φ.: Θέλετε να μας το αναλύσετε λίγο περισσότερο;
Ν.Π.: Το συμβούλιο της Επικρατείας, αλλά και η υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου να καθορίσουν αν ένα είδος μπορεί να κυνηγιέται ή όχι, στηρίζονται στην κατάσταση του πληθυσμού. Όταν ο πληθυσμός του είδους μειώνεται, είναι φανερό ότι έχουν την τάση να το αποκλείσουν από τον πίνακα των θηρευσίμων ειδών. Ο τρόπος για να γνωρίζουμε αν ένας πληθυσμός μειώνεται, ή είναι σταθερός, ή έχει τάση αύξησης, είναι η κυνηγετική κάρπωση. Εκείνο όμως που έχει τεράστια σημασία είναι ότι δεν πρέπει να δούμε την κυνηγετική κάρπωση ως μια πίεση απέναντι στον πληθυσμό, ότι δηλαδή όταν σκοτώνουμε κάποιες χιλιάδες πουλιά ενός είδους, ο πληθυσμός μειώνεται αναλόγως. Αντιθέτως πρέπει να αποδείξουμε ότι το αποτέλεσμα της κάρπωσης δείχνει τον κυνηγετικό πλούτο του κάθε είδους. Πρόσφατα που ήμουν στην Ολλανδία και στις Βρυξέλλες, έκανα μια πολύ μεγάλη συζήτηση με την υπεύθυνη της υπηρεσίας περιβάλλοντος για θέματα κυνηγίου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της εξήγησα ότι όταν μιλάει για επιπτώσεις της κάρπωσης στο κυνήγι δεν πρέπει να θεωρεί τη λέξη “επίπτωση” ως μια αρνητική παρέμβαση. Αντίθετα, η κάρπωση είναι ο καθρέπτης της κατάστασης του πληθυσμού. Πρέπει να ομολογήσω ότι δεν ήταν αυτή η άποψή της. Δεν λέω ότι μετά τη δική μου συζήτηση άλλαξε άποψη, αλλά σαφέστατα μπήκε σε μια άλλη λογική. Την ίδια συνεργασία είχα και με τον υπεύθυνο περιβάλλοντος για τα θέματα του κυνηγιού στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι αυτοί είναι οι άνθρωποι που ερμηνεύουν τα πάντα και από τις δικές τους πράξεις και ενέργειες εξαρτάται πότε ο καθένας μας θα πάει να κυνηγήσει και τι είδος θα κυνηγήσει.

Κ&Φ: Τι δυνατότητες παρεμβατισμού έχει η FACE ώστε να πετύχει ευνοϊκές εξελίξεις για το κυνήγι;
Ν.Π.: Οι απόψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχουν επηρεαστεί πάρα πολύ από το σημαντικότατο έργο που έχουμε κάνει στο πλαίσιο της FACE, η οποία έχει πλέον ανακηρυχτεί επίσημος συνομιλητής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και καλείται για συνεργασία πραγματική σε αντίθεση με το ό,τι συμβαίνει εδώ με τους ανύπαρκτους θηραματικά υπηρεσιακούς του Υπουργείου. Στην Ευρώπη τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η FACE είναι επίσημος συνομιλητής και συνεργάτης. Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο τεκμηριωμένες είναι οι θέσεις της FACE τόσο περισσότερο λαμβάνονται υπ’ όψιν και επηρεάζουν το κλίμα, ώστε να πάψει να είναι αντικυνηγετικό, κάτι που έχει ήδη γίνει σε σημαντικό βαθμό. Αυτό αποδεικνύεται από τις ίδιες τις δεσμεύσεις που επισήμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε και αφορούν τόσο την ερμηνεία της Οδηγίας για τα πουλιά, που είναι ζωτικής σημασίας για μας, όσο και την απόλυτη ανάγκη έκφρασης γνώμης και συμμετοχής των Κ.Ο. στις αποφάσεις που αφορούν την προστασία περιοχών ή ειδών. Πρόκειται για ένα τεράστιο θέμα. Χρειάστηκαν τρία χρόνια διαπραγματεύσεων για να καταλήξουμε σε αυτό το ευτυχές αποτέλεσμα, το οποίο συνεχώς πρέπει να βελτιώνεται και να προχωράει. Πρέπει να πούμε ότι η Ελλάδα, μέσω της δικής μου αντιπροεδρίας στη FACE, έλαβε πολύ ενεργό ρόλο σε αυτή την υπόθεση. Η χώρα μας έχει άμεσο ενδιαφέρον, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης που ελάχιστα ενδιαφέρονται για την Οδηγία για τα πουλιά διότι δεν έχουν αποδημητικά, αλλά κυρίως ενδημικό θήραμα. Θα μου επιτρέψετε να θεωρήσω μεγάλη επιτυχία να έχω κατορθώσει να διατηρήσω έντονο το ενδιαφέρον για αυτό το θέμα μέσα στη FACE και να προχωρήσουμε σε αυτή τη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συμφωνία που έχει μεταφραστεί επισήμως σε κείμενο και είναι ο Ερμηνευτικός Οδηγός της Οδηγίας για τα πουλιά. Το καλό είναι ότι αυτός ο οδηγός δεν έχει ανάγκη να εγκριθεί από διαδικασίες με Ευρωκοινοβούλιο κ.τ.λ. Εγκρίνεται μόνο από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άρα είναι ένα ευέλικτο εργαλείο που μπορούμε σαφώς να το βελτιώνουμε συνεχώς. Για να του δοθεί, όμως, νομική υπόσταση, ώστε να το λαμβάνει υπ’ όψιν το δικαστήριο, αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή -και είναι μεγάλη επιτυχία- να ενσωματώσει τον Οδηγό αυτό στο παράρτημα 5 της Οδηγίας, έτσι ώστε να γίνει δεσμευτικό κείμενο για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Θεωρώ ότι είναι μεγάλη πρόοδος για τη μείωση των δυσμενών αποτελεσμάτων της οδηγίας, έτσι όπως αυτή εφαρμοζόταν μέχρι τώρα. Στη δική μας περίπτωση αναφορικά με τη συγκεκριμένη προειδοποιητική επιστολή, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, έχω σχεδόν τη διαβεβαίωση ότι ακολουθώντας τον Οδηγό, τα δεκαήμερα της επικάλυψης δεν θα λαμβάνονται υπ’ όψιν, επομένως ελπίζουμε, βάσιμα, σε μια νέα ευνοϊκή για την Ελλάδα εξέλιξη.

Κ&Φ: Η συμφωνία που έχετε υπογράψει με την Bird Life International, τι προβλέπει;
Ν.Π.: Τρία βασικά πράγματα:
1. Το κυνήγι δεν μπορεί να αποκλείεται από τις ζώνες προστασίας, παρά μόνον εφόσον αυτό αποδεικνύεται από μελέτες κ.τ.λ., και όχι a priori και αυτόματα, όπως δυστυχώς οι ελληνικές αρχές θέλουν να εφαρμόζουν. Αντιλαμβάνεστε ότι είναι επίσης ένα πολύ σημαντικό θέμα, γιατί μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει ότι μια περιοχή που επρόκειτο να μπει είτε στο δίκτυο Natura είτε οπουδήποτε αλλού, το πρώτο πράγμα ήταν να εκδιωχθούν οι κυνηγοί. Αυτό επισήμως και με υπογραφή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και της BLI, δεν αποτελεί συνεπακόλουθο για την ένταξη μιας περιοχής στο δίκτυο ζωνών προστασίας.
2. Η BLI αναγνώρισε, επισήμως, ότι ο Ερμηνευτικός Οδηγός τη δεσμεύει και αυτόν θα ακολουθεί από εδώ και πέρα στις δικές της ενέργειες.
3. Αναγνώρισε τη συμμετοχή των Κ.Ο. στην εκπόνηση προγραμμάτων, μετρήσεων και επιπτώσεων που υπάρχουν από τη θηραματική δραστηριότητα στα πάσης φύσεως θέματα, τα οποία θέτει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό δικαστήριο. Δηλαδή εμείς, με τα προγράμματα τα οποία θέλουμε να κάνουμε, στην ουσία προλαβαίνουμε αυτό το οποίο αργότερα θα γίνει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο -επανερχόμαστε σε αυτό που λέγαμε πριν, ότι πρέπει να καθοδηγούμε το μέλλον και να μη συρόμεθα από τις εξελίξεις. Είναι ίσως το πιο σημαντικό που έχουμε να κάνουμε για το μέλλον του κυνηγιού και του έλληνα κυνηγού στη χώρα μας. Να πάρουμε, δηλαδή, πλήρως τη διαχείριση του θηράματος στα χέρια μας. Όπως ήδη κάναμε με τη Θηροφυλακή, βασικότατο διαχειριστικό εργαλείο, να κάνουμε και με τους βιοτόπους και την παρακολούθηση των πληθυσμών. Σε αυτό το σημείο μού δίνεται η ευκαιρία να βεβαιώσω και πάλι τον έλληνα κυνηγό ότι ο αμείλικτος πόλεμος που γίνεται από την Υπηρεσία Θήρας για τη διάλυση της Θηροφυλακής ή τη μετατροπή της σε απενεργοποιημένη και αναποτελεσματική δημόσια υπηρεσία, δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα, δεν πρόκειται να περάσει. Θα προσπαθήσουμε πάντοτε να εξασφαλίζουμε την καλή λειτουργία της Θηροφυλακής, την επέκτασή της και την ενίσχυσή της. Ευτυχώς, η πολιτική ηγεσία στο Υπουργείο, είμαστε βέβαιοι, δεν ασπάζεται τις απόψεις των υπηρεσιακών για αυτά τα θέματα. Θυμίζω ότι το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης χρησιμοποίησε τη Θηροφυλακή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αναγνωρίζοντας ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά εκπαιδευμένο σώμα. Επίσης θυμίζω ότι έχουν γίνει διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις για κατοχύρωση του έργου της Θηροφυλακής. Ο ρόλος του απλού κυνηγού

Κ&Φ: Συνοψίζοντας, καταλαβαίνουμε ότι οι μάχες δίνονται σε όλα τα επίπεδα, υπάρχει σχέδιο και πρόγραμμα δράσης. Σε όλα αυτά έχουμε και τον απλό κυνηγό, του οποίου η μοναδική συμμετοχή, μέχρι στιγμής, είναι η οικονομική συμβολή του στις προσπάθειες και τα προγράμματα. Αυτό μόνο χρειάζεστε από τον κυνηγό;
Ν.Π.: Εύστοχη η ερώτησή σας. Ο έλληνας κυνηγός, σήμερα πια, δεν πρέπει να πηγαίνει στο σύλλογό του μόνο και μόνο για να παίρνει την άδειά του, πληρώνοντας τα εκάστοτε τέλη συνδρομής. Πρέπει να ενδιαφερθεί ενεργά, να διαθέσει χρόνο και να ενημερωθεί για όλα αυτά τα πράγματα που αφορούν το κυνήγι. Και ευτυχώς έχει πάρα πολλές δυνατότητες για να το κάνει. Πρώτα από όλα χρειαζόμαστε την παρουσία του έλληνα κυνηγού. Παράλληλα, πρέπει να ασκεί συνεχώς την καλώς εννοούμενη πίεση προς τις Κ.Ο. και επίσης έχει τη δυνατότητα μιας πλήρους ενημέρωσης μέσα από τα κυνηγετικά έντυπα, από τα κυνηγετικά περιοδικά. Είναι γεγονός ότι ο κυνηγετικός Τύπος προσφέρει στον έλληνα κυνηγό την απαραίτητη ενημέρωση. Σήμερα πλέον δεν δικαιολογείται κανένας έλληνας κυνηγός να βρίσκεται στο σκοτάδι της άγνοιας ή της παραπληροφόρησης. Περιμένω και θέλω από τον έλληνα κυνηγό μεγαλύτερη ενημέρωση, ώστε να αποτελέσει μια δυναμική και πληροφορημένη βάση για να πετυχαίνουμε το έργο μας. Γιατί εμείς, η ΚΣΕ, όπως και όλες οι οργανώσεις, δεν μπορούμε να πετύχουμε αυτό που διεκδικούμε εάν δεν έχουμε συσπειρωμένους τους έλληνες κυνηγούς γύρω από τις Κ.Ο. και γύρω από τη Συνομοσπονδία. Η ενότητα είναι το μεγάλο μας όπλο. Οποιοσδήποτε συνδιαλέγεται και συνομιλεί μαζί μας να ξέρει ότι έχουμε από πίσω μας έναν μεγάλο αριθμό ελλήνων πολιτών που ασκούν μια νόμιμη δραστηριότητα και ταυτόχρονα αυτοί οι πολίτες είναι ενωμένοι στις προτεραιότητες, στις κινήσεις και στις στρατηγικές των Κ.Ο. Μέσα από αυτή τη συνομιλία μας μου δίνετε την ευκαιρία να τονίσω την ανάγκη της διατήρησης αυτής της ενότητας και της περαιτέρω ενίσχυσης της ενημέρωσης των κυνηγών.

Κ&Φ: Με ποιον τρόπο θα φέρετε τον κυνηγό πιο κοντά στις Κ.Ο.; Υπάρχει κάποια βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη στρατηγική στον τομέα αυτό;
Ν.Π.: Εγώ νομίζω ότι ο κυνηγός έρχεται κοντά στις Κ.Ο. όταν μαθαίνει και αξιολογεί το έργο που κάνουμε, όλοι μαζί, για την πρόοδο του κυνηγιού. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος, δεν υπάρχει άλλος. Πρέπει εμείς να χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα ενημέρωσης τα οποία προσφέρονται προς αυτή την κατεύθυνση και ίσως, πράγματι, θα μπορούσε η ΚΣΕ να πολλαπλασιάσει κάποιες ενέργειες ενημερωτικού και επικοινωνιακού χαρακτήρα, ώστε να μάθει όσος περισσότερος κόσμος γίνεται το πού πάμε, ποια είναι τα πραγματικά μας προβλήματα, πώς τα παλεύουμε και πόσο έχουμε ανάγκη από αυτή τη συμμετοχή. Αυτό είναι ανάγκη να το επικοινωνήσουμε ακόμα περισσότερο. Εγώ είμαι διατεθειμένος να κάνω ό,τι χρειάζεται προς αυτή την κατεύθυνση και θα ήθελα να έχω και κάποιες προτάσεις, κάποιες ιδέες, διότι η αναγκαία συσπείρωση του κόσμου περνάει μέσα από αυτή τη λειτουργία.

Κ&Φ: Ποιο είναι το μήνυμά σας;
Ν.Π.: Το κυνήγι άλλαξε. Πρέπει να αντιληφθούμε τις ανάγκες και τις νέες προοπτικές. Πρέπει να οδηγήσουμε τις εξελίξεις. Θα το κάνουμε εμείς οι κυνηγοί. Οι υπηρεσίες δεν βοηθάνε, είναι ή απέναντι, ή μακριά, ή πίσω. Εμείς θα δημιουργήσουμε τις νέες συνθήκες. Με συγκεκριμένη πολιτική, σοβαρό σχεδιασμό, άμεσες ενέργειες. Και κυρίως με τη συμμετοχή και στήριξη όλων των κυνηγών.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων