Το κυνήγι … και η περιπλάνησή του στις δικαστικές αίθουσες

0

1868-lawartemis.jpg
του Γιάννη Θεοδώρου

Σε όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις, Οδηγία 79/409, Σύμβαση RAMSAR, Σύμβαση Βέρνης, Σύμβαση Βόννης κλπ πουθενά δεν αναφέρεται η κατάργηση του κυνηγιού, ως μιας μη «συμβατής δράσης» αλλά αντίθετα η αναφορά αφορά στη θεμελιώδη αρχή της «συνετής χρήσης» και φυσικά αν αντιστρατεύονταν το κυνήγι τους σκοπούς του «NATURA 2000» οι σχετικές Οδηγίες θα το είχαν απαγορεύσει ρητώς.

Εδώ λοιπόν αξίζει να κάνουμε μια ιστορική αναδρομή και να θυμηθούμε «πρόσωπα» και πράγματα, τονίζοντας την ιδιαίτερη σημειολογική αξία που έχουν οι αποφάσεις του ΣτΕ, με αριθμούς 399/93, 540/93, 641/93, 1174/94, 1592/98, 590/98, 2580/00, 1074/01, 2603/03 κλπ που εκδόθηκαν μετά τις «εθιμικές» ετήσιες προσβολές με αίτηση ακύρωσης, της αντίστοιχης ρυθμιστικής απόφασης του Υπουργού Γεωργίας από «οικολογικά και ζωοφιλικά σωματεία».

Η «στρατηγική τακτική» αντικυνηγετικών σωματείων και «ζωοφιλικών» συλλόγων, άρχισε να παρουσιάζει μια ιδιαίτερη δυναμική από το τέλος της δεκαετίας του 1980, όταν επικαλούμενα όλα αυτά τα σωματεία, μια ατελείωτη σειρά διατάξεων από το Εθνικό Δίκαιο, το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, τις Διεθνείς Συμβάσεις, τις Κοινοτικές Οδηγίες κοκ που συνήθως ήταν άσχετες με το υπό κρίση θέμα ασκούσαν διαδοχικές προσφυγές.

Εξωραϊζοντας και διακοσμώντας καταλλήλως τις προσφυγές με αοριστολογίες και ευχολόγια υπέρ «προστασίας πουλιών και ζώων» και «σπεκουλάροντας» πάνω στη κοινή αντίληψη της αρχής προστασίας της φύσης και του περιβάλλοντος και στη παράλληλη «ευαισθητοποίηση» της κοινής γνώμης «κόντρα στους κυνηγούς», κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα σοβαρό νομολογιακό προηγούμενο και «δεδικασμένο».

Το κυνήγι και οι κυνηγοί βρέθηκαν σε δεινή θέση, «εγκαλούμενοι» αδιακόπως κάθε χρόνο και το Συμβούλιο Επικρατείας (ΣτΕ, Ε΄ Τμήμα) επιλαμβανόμενο των προσφυγών έπρεπε να ερμηνεύσει και να συνδέσει όλα αυτά τα αόριστα και εν ολίγοις ατεκμηρίωτα επιχειρήματα των «οικολόγων» με νομική σκέψη και λόγο, να διατυπώσει απόψεις και να αχθεί σε αποφάσεις για το «καλώς έχειν» ή όχι της ρυθμιστικής. Στο διατακτικό των αποφάσεων ήταν έκδηλη η αδυναμία διατύπωσης νομολογίας, για πληθώρα θεμάτων, που σχετίζονταν άμεσα με το διάστημα αναπαραγωγής των πουλιών, τα μεταναστευτικά ρεύματα, τους χρόνους αποδημίας, τις οδούς αποδημίας, την επίδραση των καιρικών φαινομένων στους χρόνους αποδημίας κοκ.

Η δικαστική αυτή εμμονή των οικολογικών οργανώσεων, αντικειμενικό σκοπό δεν είχε να «ανατρέψει» απλώς την ετήσια ρυθμιστική Υπουργική απόφαση, ούτε να τη διορθώσει κατά τα «κακώς κείμενα», σκοπό άμεσο είχε την «άνευ όρων» παράδοση του κυνηγιού, δηλαδή τη κατάργησή του … τα περί προστασίας της φύσης, της αναβάθμισης της κλπ ήταν το ωραίο «περιτύλιγμα» …

Κάνοντας μια σταχυολόγηση των αποφάσεων του ΣτΕ, ιδιαίτερης μνείας και προσοχής, νομίζω ό,τι αξίζουν:

α) Η υπ΄ αριθμ. 1174/94 απόφαση που εκδόθηκε, μετά την αίτηση ακύρωσης της 9/9/199 που υπέγραφε η «Ζωοφιλική Οικολογική Ένωση Ελλάδας» και στην οποία Πρόεδρος ήταν ο κ. Α. Αγγελέτος.

Με την εν λόγω αίτηση ακύρωσης επιζητούνταν η ακύρωση της ρυθμιστικής απόφασης, που καθόριζε ως χρόνο κυνηγιού το διάστημα από 20/8-10/3.

Η απόφαση αυτή, κάνοντας παραπομπή σε άλλη προγενέστερη (366/93) αναφέρει ότι «είναι αυτόδηλη η ανάγκη ακρόασης των οικολογικών οργανώσεων, ιδία δε των ενδιαφερομένων για τη προστασία της άγριας πανίδας. Εν προκειμένω προκύπτει ότι κλήθηκαν και έτυχαν ακρόασης υπό του Υπουργού δι΄ εκπροσώπων τους, οι Οργανώσεις «Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Αγρίων Ζώων και Πουλιών», Ορνιθολογική και Ελληνικό Τμήμα WWF.

Εφόσον δε το υπό κρίση ζήτημα ήταν το επιτρεπτό ή όχι της θήρας, υπό τη σκέψη αυτή, νομίμως παρασχέθηκε δυνατότητα στις οικολογικές οργανώσεις να εκφράσουν τις απόψεις τους.Η επιστημονική μελέτη που είχε συνταχθεί από το Υπουργείο Γεωργίας–κ.κ Παπαευαγγέλου,Χανδρινός- στερούνταν επιστημονικού κύρους, ήταν ελλιπής και πλημμελώς τεκμηριωμένη.

Η έναρξη δε του κυνηγιού στις 20/8 και η λήξη στις 10/3 δεν είναι νόμιμη γιατί αρχίζει πρόωρα και λήγει βραδύτερα του προβλεπομένου κατά τρόπο βλάπτοντα ευθέως την αναπαραγωγή των πτηνών. Προς τούτο γίνεται αναφορά του από Ιουλίου 1989 υπομνήματος της Ορνιθολογικής με τίτλο «Αναφορά για την ανάγκη προσαρμογής του χρόνου έναρξης και λήξης της κυνηγετικής περιόδου» όπου προτείνεται η έναρξη του κυνηγιού στις 15/9 και η λήξη στις 31/1 ……

Ως εκ τούτου δέχεται την αίτηση και ακυρώνει την απόφαση 89761/4204/31-8-93 του ΥΠ.ΓΕ

β) Η υπ΄ αριθμ. 1592/98 απόφαση επί αίτησης ακύρωσης του Σωματείου «Ζωοφιλική Οικολογική Ένωση Ελλάδας» με την οποία ζητούνταν η ακύρωση της ρυθμιστικής 1995/96.

Το συγκεκριμένο Σωματείο που έχει αναγνωριστεί όπως επισημαίνει το ΣτΕ με την απόφαση 851/1990 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών έχει έννομο συμφέρον και νομίμως ασκεί την υπό κρίση αίτηση, καθόσον στην περ. δ του άρθρου 2α του Καταστατικού του στους σκοπούς του περιλαμβάνεται «ο δια παντός νομίμου μέσου αγώνας για τη κατάργηση του κυνηγιού όπως και των υπολοίπων παραγόντων που βλάπτουν την πανίδα και το φυσικό της χώρο …».

Ομοίως στο σκεπτικό της απόφασης, χρησιμοποιείται το από τον Ιούνιο 1995, κοινό υπόμνημα της Ορνιθολογικής και του ΕΚΠΑΖ με τίτλο «Προτάσεις για την άσκηση κυνηγιού ενόψει της νέας ρυθμιστικής απόφασης 1995-96», το οποίο επισημαίνεται είχε τεθεί υπόψη του ΥΠ.ΓΕ, πριν εκδοθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και δια της οποίας και με βάση τα επιστημονικά στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους, το κυνήγι έπρεπε να αρχίζει στις 15/9 και να λήγει στις 31/1……..

Ως εκ τούτου ακυρώνεται εν μέρει η ΥΑ 74885/3084/20-31.7.1995.

γ) Η απόφαση υπ΄ αριθμ. 2932/98 του ΣτΕ μετά από την αίτηση ακύρωσης των Σωματείων «Άμεση Επέμβαση για την Προστασία της Άγριας Φύσης» και «Σύλλογος Περίθαλψης και Προστασίας Άγριων Ζώων, Παροικιά Πάρου».

Κατά την ίδια αποδεικτική διαδικασία το Δικαστήριο επισημαίνει τα στοιχεία περί της έναρξης του κυνηγιού στις 15/9 και λήξης στις 31/1 που περιλαμβάνονται στο κοινό υπόμνημα του Ιουνίου 1997 της ΕΟΕ και του ΕΚΠΑΖ με τίτλο «Προτάσεις για την άσκηση κυνηγιού ενόψει της νέας ρυθμιστικής απόφασης 1997-98».

Αφού λοιπόν το ΥΠ.ΓΕ είχε ενημερωθεί και δεν είχε προσκομίσει στοιχεία για να πιστοποιήσει το αντίθετο, προκειμένου να καθοριστεί ο χρόνος έναρξης και λήξης της κυνηγετικής περιόδου, η απόφαση αυτή (ρυθμιστική) είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα.

δ) Η απόφαση υπ΄ αριθμ. 324/99 του ΣτΕ μετά από αίτηση ακύρωσης των Σωματείων :

1. Ορνιθολογική Εταιρεία (ΕΟΕ)
2. Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Αγρίων Ζώων και Πουλιών (ΕΚΠΑΖ)

Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης και πάλι δεν υπάρχει η δέουσα και τεκμηριωμένη επιστημονική μελέτη από πλευράς Διοικήσεως δηλαδή του Υπουργείου δια της οποίας και θα παρέχονται όλες οι απαιτούμενες «εγγυήσεις» για την προστασία των αποδημητικών πτηνών και κατά το χρόνο της μετανάστευσης και της διαδικασίας αναπαραγωγής τους.…… Ως εκ τούτου πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση 73229/3834/10-9-98 δια της οποίας επετράπη η θήρα των ακολούθων:

«σιταρήθρα, σουβλόπαπια, χουλιαρόπαπια, κιρκίρι, κυνηγόπαπια, τσικνόπαπια, πρασινοκέφαλη, φάσα, φαλαρίδα, κίσσα, μπεκάτσα, ψαρόνι, κοκκινότσιχλα, κοτσύφι, τσίχλα, δενδροτσίχλα, καλημάνα » από 1/2/99-28/2/99.

ε) Η απόφαση υπ ΄αριθμό 2580/2000 του ΣτΕ μετά την από 5/10/2000 αίτηση ακύρωσης της ΥΑ 101458/3371/27-7,10-8-99.

Αντίδικοι μας ήταν η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνικό Κέντρο Νομικής Προστασίας Περιβαλλόντος» καθώς και η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία «Άμεση Επέμβαση για την Προστασία της Άγριας Φύσης» και λοιποί.

Η πρώτη αιτούσα όπως προκύπτει από τα πρακτικά κατά την εκδίκαση της υπόθεσης ούτε νομιμοποίησε την πληρεξούσια Δικηγόρο ούτε παρέστη και συνεπώς η αίτηση της απορρίφθηκε ως απαράδεκτη και μάλιστα επιβλήθηκε σε αυτήν να καταβάλλει τη δικαστική δαπάνη του παρεμβαίνοντος Σωματείου (ΚΣΕ).

Η κρινόμενη αίτηση ασκήθηκε εμπροθέσμως την 58η ημέρα από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης και με έννομο συμφέρον, καθόσον στους ιδρυτικούς σκοπούς των καταστατικών των αιτούντων περιλαμβάνονται « … η προστασία της άγριας χλωρίδας και πανίδας και του εν γένει οικοσυστήματος, η δημιουργία εθνικών δρυμών και προστατευομένων περιοχών, η λήψη μέτρων προστασίας και πρόληψης εξαφάνισης σπανίων ειδών, η περίθαλψη και όπου είναι δυνατόν η απελευθέρωση όλων των αγρίων ζώων της ελληνικής πανίδας που είναι τραυματισμένα κλπ».

* Υπόψη ότι κατά το Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η προθεσμία προσφυγής κατά εκτελεστών διοικητικών πράξεων της Διοίκησης στα Ακυρωτικά Δικαστήρια ορίζεται σε 60 ημέρες και εν προκειμένω η αίτηση ακύρωσης κατατέθηκε στις 5/10/1999, δυο μόλις μέρες πριν εκπνεύσει η προθεσμία, σε οριακό χρονικό σημείο, που πιθανώς σημαίνει ότι υπήρξε προβληματισμός ή αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις …

Παρόλα ταύτα το ΣτΕ κάνοντας μνεία της Σύμβασης της Βέρνης που κυρώθηκε με το Ν.1335/83 και των συναφών Παραρτημάτων της αλλά και των Οδηγιών 79/409/ΕΟΚ/2-4-1979, 81/854/ΕΟΚ/19-10-1981, 85/411/ΕΟΚ/25-7-1985 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «επιτρέπεται καταρχήν η θήρα των θηρευσίμων ειδών της άγριας πανίδας που μνημονεύονται στη Σύμβαση της Βέρνης και στην Οδηγία 409/79 όπως τροποποιήθηκε και της ΚΥΑ 414985/85 πλην όμως υποβάλλεται αυτή σε αυστηρή νομοθετική και κανονιστική ρύθμιση προκειμένου να διατηρηθούν οι θηραματικοί πληθυσμοί σε ικανοποιητικό επίπεδο εν όψει της ταχύτατης μειώσεώς τους όπως έχει διαπιστωθεί και η οποία αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικολότητας εντεύθεν δε και της βιολογικής ισορροπίας και η έκδοση της ρυθμιστικής απόφασης σύμφωνα και με την ΚΥΑ 414985/85 είναι αναγκαία.

Νόμιμοι όροι για την έκδοση της απόφασης είναι :

α) Η λήψη υπόψη εκτός των απόψεων των Κυνηγετικών Συλλόγων και των οικολογικών οργανώσεων ιδιαίτερα δε εκείνων που ενδιαφέρονται για την προστασία της άγριας πανίδας.

β) Η προηγούμενη έγκυρη διαπίστωση στηριζομένη στη σύνταξη οικείας επιστημονικής μελέτης ως προς κάθε ένα των θηρευσίμων ειδών και ότι τούτο δεν διατρέχει κίνδυνο αφανισμού ή μειώσεως του πληθυσμού του σε μη ικανοποιητικό επίπεδο

γ)Η στην ως άνω επιστημονική μελέτη τεκμηριωμένη έκθεση όσον αφορά στην επίδραση της θηρευτικής δραστηριότητας στα απολύτως προστατευτέα είδη και ειδικότερα όσον αφορά τη δυνατότητα ελέγχου της λαθροθηρίας προκειμένου να τηρηθούν οι υποχρεώσεις όπου απορρέουν από τη Συνθήκη της Βέρνης και την Οδηγία 409/79

δ) Η ειδική έρευνα όσον αφορά στην επίδραση των χρονικών ορίων της κυνηγετικής περιόδου (ενάρξεως και λήξεως) επί της αναπαραγωγικής ικανότητος των θηρευσίμων ειδών.

Επειδή στην προσβαλλομένη απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας αναφέρεται ότι, ελήφθησαν υπόψη οι προτάσεις των οικολογικών οργανώσεων και η έκθεση της Υπηρεσίας με τίτλο «Μελέτη γενικής κατάστασης των θηρευομένων ειδών και της επίδρασης της θήρας στους πληθυσμούς (Ιούνιος 1994)» και «Μελέτη της πληθυσμιακής κατάστασης ορισμένων υδροβίων πουλιών στην Ελλάδα ( Ιούλιος 1995)» που επικαιροποιήθηκαν με νεότερες αντίστοιχες μελέτες του Σεπτεμβρίου 1998 και Φεβρουαρίου 1999, καθορίστηκε η διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου 20/8/1999-29/2/2000 και προβάλλεται αντιθέτως ότι, η περίοδος πρέπει να αρχίζει στις 15/9 και να λήγει την στις 31/1, δοθέντος ότι παρατείνεται μακρύτερον του δέοντος η θήρα κατά τρόπο βλάπτοντα ευθέως την αναπαραγωγή και των θηρευσίμων και των προστατευομένων ειδών

Επειδή στην ως έκθεση δεν υπάρχουν στοιχεία για την επίδραση των χρονικών ορίων θήρας στο αγριοκούνελο, την αλεπού και το πετροκούναβο και στα δενδρόβια και εδαφόβια πτηνά καρακάξα, κάργια, κουρούνα και ψαρόνι και στα πτηνά τρυγόνι, καλοκαιρινή σαρσέλα, μπεκατσίνι και κουφομπεκάτσινο και αιτιολογείται το διάστημα λήξης της θήρας στις 28/2 και όχι η λήξη στις 31/1

** Επειδή στην από 15/7/999 εισήγηση της Δ/νσης Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας της Γενικής Γρ/τείας Δασών αναφέρεται ότι, βάσει των ισχυόντων δεδομένων στις ευρωπαϊκές χώρες, η θήρευση των αποδημητικών πουλιών λήγει στις 31/1, ημερομηνία που πρέπει να ισχύσει και για την Ελλάδα. Εξάλλου τη λήξη της κυνηγετικής περιόδου την αυτή ημερομηνία προτείνουν και πολλά Δασαρχεία απαντώντας στο με αριθμό 85597/637/9-2-1999 ερώτημα της ανωτέρω Δ/νσεως, επισημαίνοντα το κίνδυνο της λαθροθηρίας που ευνοείται από τη κυνηγετική περίοδο επιπλέον δε η μελέτη του Φεβρουαρίου 1999 δεν αντικρούει τα ειδικότερα στοιχεία εξετάζει δεδομένα στο σύνολο της χώρας και δεν εξηγείται γιατί δεν λαμβάνονται υπόψη οι κατά τόπους ιδιαιτερότητες…….

Ως εκ τούτων καταργεί τη δίκη καθ’ο μέρος με τη προσβαλλόμενη απόφαση ρυθμίζεται η θήρα του λαγού, του αγριόχοιρου, της κίσσας, της πετροπέρδικας της νησιωτικής πέρδικας και του φασιανού και ακυρώνει την απόφαση κατά τις υπόλοιπες ρυθμίσεις της.

στ) Η απόφαση 1047/ 2001 του ΣτΕ μετά την από 22/10/2000 αίτηση ακύρωσης των Σωματείων «Άμεση Παρέμβαση για τη Προστασία της Φύσης» και λοιποί που «ομοδικούν» κατά της ρυθμιστικής Υπουργικής απόφασης με στοιχεία 99730//3482/1-8-2000.

Το ΣτΕ κρίνοντας επί της ουσίας και λαμβάνοντας υπόψη προηγούμενες αποφάσεις του, το γεγονός ότι οι Μελέτες που επικαλείται το Υπουργείο ετών 1994, 1995 και οι νεότερες των ετών 1995 και 1998 που θεωρούνται ως οι πλέον πρόσφατες, είναι προγενέστερες της λήξεως της κυνηγετικής περιόδου και επιπλέον σύμφωνα με την απόφαση 2580/2000 είναι ανεπαρκείς ως προς συγκεκριμένα θηράματα ……

Ως εκ τούτου καταργεί τη δίκη καθ΄ ο μέρος ρυθμίζεται η θήρα του λαγού, του αγριόχοιρου, της νησιωτικής πέρδικας και του φασιανού και ακυρώνει την ΥΑ κατά τις λοιπές ρυθμίσεις.

ζ) Η απόφαση 782/2002 ΣτΕ (Επιτροπή Αναστολών), μετά την από 5/8/2002 αίτηση ακύρωσης των Σωματείων :

1. «Ζωοφιλική Οικολογική ΈνωσηΕλλάδας», Γρυπάρη 149, Καλλιθέα
2. « Άμεση Παρέμβαση Προστασίας Φύσης», Ιπποκράτους 52-54, Αθήνα
3. «Σύλλογος Περίθαλψης και Προστασίας Αγρίων Ζώων», Παροικιά Πάρου
4. « Πανελλήνιο Δίκτυο Οικολογικών Οργανώσεων», Λευκάδος 46, Βόλος

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες ζητούσαν να ακυρωθεί και ανασταλεί η εκτέλεση της απόφασης του ΥΠ.ΓΕ με αριθμό 103820/3962/26-7-2002 και δεδομένου ότι ο χρόνος εκδίκασης δεν τους ικανοποιούσε, αφού θεωρητικά κατά την ημερομηνία συζήτησης πιθανολογούνταν ότι θα είχε λήξει η κυνηγετική περίοδος άρα και θα έπαυε η ισχύς της προσβαλλομένης απόφασης άρα θα καταργούνταν η δίκη κάνουν για πρώτη φορά χρήση και του ενδίκου μέσου της έκδοσης «προσωρινής απόφασης».

Η Επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ επαναλαμβάνει τα ήδη γνωστά, ότι οι Μελέτες του Υπουργείου είναι παρωχημένες δεν μπορούν να αποτελέσουν επαρκές και νόμιμο έρεισμα έκδοσης της ρυθμιστικής απόφασης και λαμβανομένης υπόψη της εμμονής της Διοικήσεως να προβαίνει στην έκδοση διαδοχικών αποφάσεων του αυτού περιεχομένου με τις ήδη ακυρωθείσες συντρέχει λόγος αναστολής της προσβαλλομένης απόφασης μέχρι την έκδοση απόφασης επί της εκκρεμούσας αίτησης ακύρωσης.

η) Η απόφαση 2603/2003 του ΣτΕ μετά την από 8/8/2002 αίτηση ακύρωσης των ακολούθων Σωματείων κατά της ρυθμιστικής απόφασης με αριθμό 103820/3962/26-7-2002 :

1. «Ζωοφιλική Οικολογική Ένωση Ελλάδας»

2. «Άμεση Επέμβαση για την Προστασία της Φύσης»

3. «Σύλλογος Περίθαλψης και Προστασίας Αγρίων Ζώων»

4. «Πανελλήνιο Δίκτυο Οικολογικών Οργανώσεων»

Σύμφωνα με το σκεπτικό του Δικαστηρίου και λαμβανομένων υπόψη :

αα) Των ημερομηνιών έναρξης και λήξης της θήρας για το λαγό, τον αγριόχοιρο, την πέρδικα, τον φασιανό και των υδροβίων και παρυδατίων από 15/9 –16/2

ββ) Της απόφασης 782/2002 Επιτροπής Αναστολών

γγ) Την απόφαση του ΥΠ. ΓΕ με αριθμό 111381/6268/18-12-2002 η οποία επικαλείται την ως άνω απόφαση του ΣτΕ αλλά και την πρόσφατη μελέτη των ειδικών επιστημόνων υπό τον Καθηγητή Θηραματοπονίας του ΑΠΘ Νικ. Παπαγεωργίου και βάσει των οποίων ορίστηκαν ως ημερομηνίες λήξης για τη θήρα της σιταρήθρας η 10/2 αντί 28/2, της φάσας η 20/2 αντί 28/2 του κότσυφα η 20/2 αντί 28/2 και για όλα τα υδρόβια η 31/1 ή 10/2 αντί της 16/2 και επειδή επήλθε τροποποίηση των αρχικών ρυθμίσεων ύστερα από εκτίμηση διαφορετικών πραγματικών δεδομένων και επειδή η προσβαλλομένη απόφαση έχει λήξει στο σύνολό της (στις 19/2/2003 που εκδικάσθηκε η αίτηση ακύρωσης) πρέπει να καταργηθεί η παρούσα δίκη κατά τις διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 2 ΠΔ 18/1989.

Από τα προαναφερθέντα προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα :

1. Η πλήρης αδυναμία των Υπηρεσιών του αρμοδίου Υπουργείου να αντιληφθούν το μέγεθος των δεδομένων που άλλαζαν κατά δραματικό τρόπο και εκτίμησης των παραμέτρων που χαρακτηρίζουν το κυνήγι στη χώρα μας από τη δεκαετία του 1980. Επιπλέον χαρακτηριστική αδυναμία υπήρξε στην προσαρμογή στις επιταγές της Ε.Ε, μετά τις σχετικές Οδηγίες (79/409/ΕΟΚ κλπ)
2. Η «ηθελημένη αποχή» και η μη λήψη μέτρων από την εκτελεστική εξουσία που θα διευκόλυναν τον εξορθολογισμό του «κυνηγετικού τοπίου» θεσμικά και νομοθετικά και θα έδιναν στο κυνήγι την «υπεραξία» που του αναλογεί, όντας μια δραστηριότητα, που συμβάλλει άμεσα στη τόνωση της εθνικής οικονομίας και έχει πολλαπλά έμμεσα οφέλη στις τοπικές κοινωνίες.
3. Η αντιφατική έως και «εχθρική» στάση των αρμοδίων Υπηρεσιών του Υπουργείου που οι κατά καιρούς εισηγήσεις τους διαπνέονταν από καθόλου «φιλοκυνηγετικά» αισθήματα που σχεδόν ταυτίζονταν με τις απόψεις των οικολόγων, όπως συμβαίνει πχ με τα χρονικά διαστήματα έναρξης και λήξης του κυνηγιού, με απόρροια όλες οι ασκηθείσες προσφυγές ενώπιον του ΣτΕ, να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, την ακύρωση της ετήσιας ρυθμιστικής.
4. Τη κατά γεωμετρική πρόοδο εμφάνιση και λειτουργία πολυποίκιλων οικολογικών σωματείων, συλλόγων και οργανώσεων που αντιμάχονταν με σφοδρότητα το κυνήγι, από τη δεκαετία του 1980, πρόβλεπαν μέσα από τα καταστατικά στους σκοπούς τους, τη κατάργηση του κυνηγιού ή τουλάχιστον σε πρώτο στάδιο τη δραστική περικοπή του και ήταν αντίδικοι μας επί πολλά χρόνια ασκώντας εκ παραλλήλου πολλαπλές πιέσεις προς κάθε κατεύθυνση, με ένα «ακτιβιστικό» πνεύμα και μια «φονταμενταλιστική» ιδεολογική θεώρηση, με τελικό επιζητούμενο τον πλήρη «εξοβελισμό» και την περιθωριοποίηση των κυνηγών.
5. Την εξ απίνης «κατάληψή» μας και την άνευ μάχης εκπόρθηση του θεωρουμένου «κυνηγετικού οχυρού» και την μοιραία, αλλά χρήσιμη αφύπνιση του κυνηγετικού κόσμου από την πολύχρονη ύπνωση της «ειθισμένης αναμονής» και βεβαιότητας για την αναμενόμενη έκδοση της ετήσιας ρυθμιστικής, χωρίς «σκαμπανεβάσματα» περί τον μήνα Ιούνιο, ώστε έτσι απλά, από συνήθεια … στις 20/8 να είμαστε στα κυνηγοτόπια …. αυτή η εξέλιξη δεν ήταν αναμενόμενη και φυσικά οι τότε κρατούντες τα «κυνηγετικά ηνία» δεν φαίνεται να ήταν σε θέση να αντιληφθούν σε τι περιπέτειες έμπαινε το κυνήγι στην Ελλάδα και πόσα «χτυπήματα» θα δεχόταν, αιφνιδιάσθηκαν και αντέδρασαν σπασμωδικά, εξ ου και οι εύκολες νίκες στα «σημεία» των οικολόγων, χωρίς να προσκομίζουν ιδιαίτερα στοιχεία … σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον που απαιτούσε εγρήγορση και νομική τεκμηρίωση αλλά και άμεση διενέργεια μελετών, κάποιοι συνδικαλιστές προτιμούσαν να κάνουν «πορεία» προς το Καστρί, την οικία του τότε πρωθυπουργού για το θέμα της απαγόρευσης των τρυγονιών του Απριλίου … έτσι η «εσωστρέφεια» κι η «γραφικότητα» διαμόρφωσαν ένα περιβάλλον που τα χαρακτηριστικά του τα «πληρώσαμε ακριβά» …
6. Η απουσία μελετών και επιστημονικών καταμετρήσεων που θεωρήθηκαν αναγκαίες για τη τεκμηρίωση των θέσεων μας και την προάσπιση των κυνηγετικών θέσεων δεν προήλθαν από το αρμόδιο Υπουργείο … αλλά εν τέλει όταν (ευτυχώς) άλλαξαν πρόσωπα στις Κ.Ο και την ΚΣΕ ειδικά, που διέγνωσαν εγκαίρως το που οδηγεί η «δικαστική διαμάχη» και άρχισαν να υλοποιούν συγκεκριμένα προγράμματα μέσω εξειδικευμένων επιστημόνων. Από το σκεπτικό των προαναφερθεισών αποφάσεων εύκολα διαπιστώνεται ότι το ΣτΕ κάθε χρόνο απαιτούσε και νέα στοιχεία δίκην μελετών από τους κυνηγούς εν αντιθέσει με την αιτιολόγηση των θέσεων των οικολογικών σωματείων που αρκούνταν σε αόριστες περιγραφές και επίκληση επιχειρημάτων «συναισθηματικού χαρακτήρα» και όχι τεκμηριωμένου και εξειδικευμένου θηραματολογικού «επιχειρηματολογίου» ή σε κάποια «προεπιλεγμένα» στοιχεία του «ΟΡΝΙΣ».
7. Η δικαιολογημένη εν πολλοίς αγανάκτηση, η περισσή οργή και ο υπέρμετρος θυμός που νοιώθαμε κάθε χρόνο με την δικαστική εμπλοκή δεν «συνιστούσε» νομικό επιχείρημα, η επισημαινόμενη με αυταρέσκεια «μανία καταδίωξης» μας από τους «οικολόγους», μας οδηγούσε σε εξίσου επικίνδυνες και ακραίες θέσεις «εγκλωβίζοντας» μας σε μια αυτοκαταστροφική εσωστρέφεια και στον «αναθεματισμό» δικαίων και αδίκων εκ των εκπροσώπων μας στις Κ.Ο, στην απαξίωση θεσμών και προσώπων και στη μοιρολατρική παραδοχή ό,τι τίποτα δεν αλλάζει τίποτα δεν γίνεται, όλοι «φταίνε» πλην ημών … συμμέτοχοι ως μονάδες σε κάθε αυστηρή κριτική και αμέτοχοι ή παθητικά αδιάφοροι σε κάθε συλλογική δράση ή διαδικασία.
8. Οι προβλέψεις των οικολογικών «Κασσανδρών» για τη τύχη του κυνηγιού στις δικαστικές αίθουσες διαψεύσθηκαν, οι μακροχρόνιοι δικαστικοί αγώνες σταμάτησαν όχι από τύχη ή επειδή ένα «αόρατο – μαγικό» χέρι το έκανε, αλλά χάρις στις άοκνες και επίπονες προσπάθειες των Κ.Ο και της ΚΣΕ, που παραστάθηκε σε όλες τις δίκες με προτάσεις, υπομνήματα και μελέτες καλύπτοντας και το «κρατικό έλειμμα» ξοδεύοντας πολλά χρήματα
9. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχει ικανοποιηθεί το περί δικαίου «κοινό αίσθημά μας» και αποκατασταθεί η «ηθική βλάβη», το κυνήγι παραμένει στο στόχαστρο των συκοφαντών η κυνηγετική δραστηριότητα αποτελεί διαρκές «επιχείρημα» στη σκέψη και στα χείλη «φανατισμένων» που ναι μεν έχουν «λουφάξει» αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν, μια δραστηριότητα που αντί να αποτελέσει «μοχλό ανάπτυξης», στην πρώτη ευκαιρία θα ξαναβγούν από τη φαρέτρα τα «αντικυνηγετικά οικολογικά βέλη» και με αφορμή τη «μόδα» ή κάποιο συγκυριακό γεγονός θα ξανακουστούν οι ίδιες «συνεπείς» πλην όμως υστερικές κραυγές …
10. Ας αναλογιστούμε όλοι μας τι έχει διαδραματιστεί όλα τα προηγούμενα χρόνια, για να φθάσουμε στο σημείο, να μην ασκούνται πλέον τουλάχιστον (εγχωρίως) τα δυο τελευταία χρόνια προσφυγές, χωρίς να ξέρει κανείς τι μέλλει γενέσθαι για την επόμενη ρυθμιστική, ας αναλογιστούμε όμως τι «χαμένο έδαφος» καλύψαμε, τι «νομολογιακά δεδομένα» και τι υποστηρικτικό υλικό έχουμε στο οπλοστάσιο μας …
11. Ας σκεφθούμε πόσα προγράμματα βρίσκονται σε στάδιο υλοποίησης ή σε διαρκή εξέλιξη, «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΡΤΕΜΙΣ», Βιοακουστικοί Σταθμοί, καταγραφή της Μετανάστευσης, τοπικά προγράμματα ανά Κ.Ο, ανάληψη προγραμμάτων χρηματοδοτουμένων και από την Ε.Ε από τις Κ.Ο, η δημιουργία της Θηροφυλακής, όλα αυτά «θωράκισαν» τη κυνηγετική υπόσταση και αποκατέστησαν την «έξωθεν καλή μαρτυρία μας …
12. “Alea jacta est”, οι «εχθροί» βρίσκονται πάντα «προ των πυλών», ας μην τους δώσουμε το δικαίωμα να επιχαίρουν με «ενδοκυνηγετικές» συγκρούσεις ή οξύτητες, η σφυρηλάτηση της «κυνηγετικής ενότητας» είναι η αναγκαία «συνισταμένη» για να εξουδετερώσουμε «αντίρροπες δυνάμεις» ό,τι κερδίσαμε με τόσο κόπο στις δικαστικές αίθουσες, χάνοντας όμως παράλληλα και πολύτιμο χρόνο, ας μην το διακυβεύσουμε εκουσίως ή ακουσίως …

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων