Ο Ν. 1650/86 και η προστασία του περιβάλλοντος

0

1890-kastro.jpg
του Γιάννη Θεοδώρου

Ένας μεγάλος κύκλος συζητήσεων έχει ανοίξει εδώ και αρκετά χρόνια, με αφορμή το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει και χαρακτηρίζει τις «προστατευόμενες περιοχές» και το διαδικαστικό καθεστώς που μεγάλες γεωγραφικές ζώνες της χώρας μας, εμπίπτουν στο προστατευτικό αυτό πλαίσιο και στον ειδικότερο τρόπο που οι ανθρώπινες δραστηριότητες και ασχολίες είναι συμβατές ή μη, με το λόγο ύπαρξης και «νομοθετικής κατοχύρωσης» των εν λόγω περιοχών.

Τι γνωρίζουμε όμως για τις βασικές νομοθετικές ρυθμίσεις καθώς και όρους που έχουν μπει στη ζωή μας, είναι συνυφασμένοι με τη καθημερινότητα και μας απασχολούν πχ Περιβάλλον, Οικοσύστημα, Εθνικά Πάρκα, Δρυμοί κλπ ;

Καταρχήν ο βασικός στόχος και αντικειμενικός σκοπός του Ν. 1650/86, που ρυθμίζει όλα αυτά τα θέματα, ήταν η θέσπιση θεμελιωδών κανόνων και η καθιέρωση κριτηρίων και μηχανισμών για την προστασία του περιβάλλοντος μιας και αυτή θεωρείται αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής και αναπτυξιακής διαδικασίας και πολιτικής, υλοποιούμενη κυρίως μέσα από τα το «δημοκρατικό» προγραμματισμό.

Με το πλαίσιο αυτό επιδιώκονταν η προστασία του εδάφους και των υδάτων επιφανειακών και υπογείων, η προστασία της ατμόσφαιρας, η προστασία και η διατήρηση της φύσης, η προστασία των παράκτιων ακτών, των ποτάμιων οχθών, των λιμνών και των νησίδων, η καθιέρωση παραμέτρων και κατάλληλων οριακών τιμών για τη μέτρηση των αποβλήτων και η ευαισθητοποίηση και ενεργοποίηση του πολίτη στα θέματα περιβαλλοντικής προστασίας.

Υπό το πρίσμα αυτό, ως περιβάλλον για το νομοθέτη νοείται, το «σύνολο των φυσικών και ανθρωπογενών παραγόντων και στοιχείων που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση και επηρεάζουν την οικολογική ισορροπία, την ποιότητα ζωής, την υγεία των κατοίκων, την ιστορική και πολιτιστική παράδοση και τις αισθητικές αξίες».

Στην έννοια του οικοσυστήματος περιλαμβάνεται το σύνολο των βιοτικών και μη βιοτικών παραγόντων και στοιχείων του περιβάλλοντος που δρουν σε ορισμένο χώρο και βρίσκονται σε αλληλεπίδραση.

Ειδικότερα από τις επί μέρους διατάξεις, που θεωρούνται ευρύτερου ενδιαφέροντος και μας απασχολούν και ως πολίτες και κυνηγούς, επισημαίνονται οι ακόλουθες :

«Ν. 1650/86, ΦΕΚ Α – 160»
«ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ»

Άρθρο 18.
«Αντικείμενο προστασίας και διατήρησης».

1. Η φύση και το τοπίο προστατεύονται και διατηρούνται, ώστε να
διασφαλίζονται οι φυσικές διεργασίες, η αποδοτικότητα των φυσικών
πόρων, η ισορροπία και η εξέλιξη των οικοσυστημάτων καθώς και η
ποικιλομορφία, η ιδιαιτερότητα ή η μοναδικότητά τους.

2. Χερσαίες, υδάτινες ή μικτού χαρακτήρα περιοχές, μεμονωμένα
στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, μπορούν να αποτελέσουν
αντικείμενα προστασίας και διατήρησης λόγω της οικολογικής
γεωμορφολογικής, βιολογικής επιστημονικής ή αισθητικής σημασίας τους.

3. Οι περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα της προηγούμενης παραγράφου
μπορούν να χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 19, ως:

– Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης.
– Περιοχές προστασίας της φύσης.
– Εθνικά πάρκα.
– Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί, προστατευόμενα τοπία και
στοιχεία του τοπίου.
– Περιοχές οικοανάπτυξης.
4. Αν για την προστασία και διατήρηση των περιοχών, των στοιχείων ή
των συνόλων της προηγούμενης παραγράφου, επιβάλλεται παράλληλα η
εφαρμογή ορισμένων μέτρων σε γειτονικές εκτάσεις, οι παραπάνω
περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα αποτελούν κεντρικό τμήμα μιας
ευρύτερης περιοχής, στην οποία τα αναγκαία μέτρα προστασίας
κλιμακώνονται κατά ζώνες.
“5. α, Τα αντικείμενα προστασίας και διατήρησης της παρ. 3 με τις
ζώνες τους διέπονται από κανονισμούς διοίκησης και λειτουργίας, στους
οποίους καθορίζονται τα αναγκαίο μέτρα οργάνωσης και λειτουργίας των
προστατευόμενων αντικειμένων και εξειδικεύονται οι γενικοί όροι και
περιορισμοί άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων, που
καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στις παραγράφους
1 και 2 του άρθρου 21. Οι ανωτέρω κανονισμοί καταρτίζονται εντός έτους
από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται στις
παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21 και εγκρίνονται με κοινές αποφάσεις
του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων ‘Εργων και των κατά
περίπτωση αρμόδιων Υπουργών και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως,
β. Με τις ίδιες ή όμοιες υπουργικές αποφάσεις εγκρίνονται
επίσης πενταετή Σχέδια Διαχείρισης των προστατευόμενων αντικειμένων της
παραγράφου
3. Με τα Σχέδια Διαχείρισης προσδιορίζονται, στο πλαίσιο των
γενικότερων όρων και προϋποθέσεων που τίθενται στα προεδρικό διατάγματα
των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 21, οι κατευθύνσεις και οι
προτεραιότητες για την εφαρμογή των έργων, δράσεων και μέτρων που
απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία και διαχείριση των κατά
περίπτωση προστατευόμενων αντικειμένων. Τα Σχέδια Διαχείρισης
συνοδεύονται από προγράμματα δράσης στα οποία εξειδικεύονται τα
αναγκαία μέτρα, δράσεις, έργα και προγράμματα, οι φάσεις, το κόστος, οι
πηγές και οι φορείς χρηματοδότησής τους, καθώς και το χρονοδιάγραμμα
εκτέλεσής τους και οι φορείς εφαρμογής τους. Οι διατάξεις της
περιπτώσεως αυτής εφαρμόζονται αναλόγως και για την κατάρτιση Σχεδίων
Διαχείρισης για τα προστατευόμενα είδη της χλωρίδας και πανίδας που
αναφέρονται στο άρθρο 20, καθώς και για τους οικότοπους που ορίζονται
στην κοινή υπουργική απόφαση 33318/30281 28.12.1998 (ΦΕΚ 1289 Β’
128.12.1998)”

(Η παρ. 5 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.1 του άρθρου 16 του
Ν. 2742/99 (Α 207/7-10-99).

6. Αντικείμενα προστασίας και διατήρησης, κατά την έννοια της
παραγρ. 1 αποτελούν επίσης τα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας και της
άγριας πανίδας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 2242/94 (Α 162) ορίζει ότι:
“Με την έναρξη εκπόνησης μελέτης προστασίας περιβάλλοντος και
χωροταξικής μελέτης (άρθρα 18 έως 24 του Ν. 1650/1986), καθώς και
μελέτης Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου (άρθρο 29 του Ν. 1337/1983), ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, με απόφασή του
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει
τη χορήγηση οικοδομικών αδειών και τις οικοδομικές εργασίες στην
περιοχή μελέτης ή σε τμήματα αυτής. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο
αναστολή επιβάλλεται για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) έτος, το οποίο
μπορεί να παραταθεί για ένα (1) έτος ακόμη, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι
εργασίες εκπόνησης των μελετών έχουν προοδεύσει σημαντικά.”

Άρθρο 19.
«Κριτήρια χαρακτηρισμού και αρχές προστασίας».

Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου:
1. Ως περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης χαρακτηρίζονται
εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, βιότοποι ή οικότοποι
σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή
άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν αποφασιστική θέση στον κύκλο ζωής
σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας. Στις
περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε
δραστηριότητα. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις
ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου κανονισμού, η διεξαγωγή
επιστημονικών ερευνών και η εκτέλεση εργασιών που αποσκοπούν στη
διατήρηση των χαρακτηριστικών τους, εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός
προστασίας.
2. Ως περιοχές προστασίας της φύσης χαρακτηρίζονται εκτάσεις μεγάλης
οικολογικής ή βιολογικής αξίας. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το
φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που είναι δυνατό
να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή
του. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις
ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου κανονισμού, η εκτέλεση εργασιών,
ερευνών και η άσκηση ασχολιών και δραστηριοτήτων, κυρίως παραδοσιακών,
εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας. Στις
περιοχές της κατηγορίας αυτής μπορεί να δίδονται ειδικότερες ονομασίες
ανάλογα με το συγκεκριμένο αντικείμενο και το σκοπό προστασίας.
3. Ως Εθνικά Πάρκα χαρακτηρίζονται εκτεταμένες χερσαίες, υδάτινες ή
μικτού χαρακτήρα περιοχές, οι οποίες παραμένουν ανεπηρέαστες ή έχουν
ελάχιστα επηρεαστεί από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και στις οποίες
διατηρείται μεγάλος αριθμός και ποικιλία αξιόλογων βιολογικών,
οικολογικών, γεωμορφολογικών και αισθητικών στοιχείων.
Όταν το Εθνικό Πάρκο, ή μεγάλο τμήμα του καταλαμβάνει θαλάσσια
περιοχή ή εκτάσεις δασικού χαρακτήρα, μπορεί να χαρακτηρίζεται
ειδικότερα ως Θαλάσσιο Πάρκο ή Εθνικός Δρυμός, αντίστοιχα. Ο
χαρακτηρισμός περιοχών ως Εθνικών Πάρκων αποσκοπεί στη διαφύλαξη της
φυσικής κληρονομιάς και στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας
ευρύτερων περιοχών της χώρας με παράλληλη παροχή στο κοινό δυνατοτήτων
περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και φυσιολατρικών δραστηριοτήτων. Για την
εκπλήρωση των σκοπών αυτών λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα, ώστε οι
περιοχές αυτές να προστατεύονται επαρκώς τόσο από φυσικές αιτίες
υποβάθμισης όσο και από ανθρώπινες ενέργειες, επεμβάσεις και
δραστηριότητες.
Στα Εθνικά Πάρκα επιτρέπεται να εκτελούνται έργα, να γίνονται
έρευνες και να ασκούνται δραστηριότητες, κυρίως παραδοσιακού
χαρακτήρα, με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται ειδικότερα
από τον οικείο κανονισμό λειτουργίας και διαχείρισης.
Τα εθνικά πάρκα είναι δυνατό να περιλαμβάνουν περιοχές των παρ. 1
και 2.
4. Ως προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί χαρακτηρίζονται
λειτουργικά τμήματα της φύσης ή μεμονωμένα δημιουργήματά της που έχουν
ιδιαίτερη επιστημονική, οικολογική ή αισθητική αξία ή συμβάλλουν στη
διατήρηση των φυσικών διεργασιών και στην προστασία φυσικών πόρων,
όπως δέντρα, συστάδες δέντρων και θάμνων, προστατευτική βλάστηση,
παρόχθια και παράκτια βλάστηση, φυσικοί φράχτες, καταρράχτες, πηγές,
φαράγγια, θίνες, ύφαλοι, σπηλιές, βράχοι, απολιθωμένα δάση, δέντρα ή
τμήματά τους, παλαιοντολογικά ευρήματα, κοραλλιογενείς και
γεωμορφολογικοί σχηματισμοί. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί που
έχουν μνημειακό χαρακτήρα χαρακτηρίζονται ειδικότερα ως διατηρητέα
μνημεία της φύσης. Ως προστατευόμενα τοπία χαρακτηρίζονται περιοχές
μεγάλης αισθητικής ή πολιτιστικής αξίας και εκτάσεις που είναι
ιδιαίτερα πρόσφορες για αναψυχή του κοινού ή συμβάλλουν στην προστασία
ή αποδοτικότητα φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή
ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους. Στα προστατευόμενα τοπία μπορεί να
δίνονται με θάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, ειδικότερες ονομασίες,
όπως αισθητικό δάσος, τοπίο άγριας φύσης, τοπίο αγροτικό, αστικό ή
βιομηχανικό. Ως προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου χαρακτηρίζονται
τμήματα ή συστατικά στοιχεία του τοπίου που έχουν ιδιαίτερη αισθητική
ή πολιτιστική αξία ή συμβάλλουν στην προστασία ή αποδοτικότητα φυσικών
πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους,
όπως αλσύλλια, παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, μονοπάτια,
πέτρινοι φράχτες αναβαθμίδες, προστατευτικές φυτείες, κρήνες.
Ενέργειες ή δραστηριότητες που μπορούν να επιφέρουν καταστροφή, φθορά
ή αλλοίωση των προστατευόμενων φυσικών σχηματισμών, των
προστατευόμενων τοπίων ή στοιχείων του τοπίου απαγορεύονται, σύμφωνα
με τις ειδικότερες ρυθμίσεις των οικείων κανονισμών
5. Ως περιοχές οικοανάπτυξης χαρακτηρίζονται εκτεταμένες περιοχές
που μπορούν να περιλαμβάνουν χωριά ή οικισμούς, εφόσον παρουσιάζουν
ιδιαίτερη αξία και ενδιαφέρον λόγω της ποιότητας των φυσικών και
πολιτιστικών τους χαρακτηριστικών και παράλληλα προσφέρουν σημαντικές
δυνατότητες για ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την
προστασία της φύσης και του τοπίου. Στις περιοχές αυτές επιδιώκεται:
α) Η προστασία και η βελτίωση των ιδιαίτερων φυσικών και
πολιτιστικών χαρακτηριστικών τους.
β) Η ενίσχυση των παραδοσιακών ασχολιών και δραστηριοτήτων που
μπορεί να επιτευχθεί και με την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό των
μεθόδων και των συνθηκών της τοπικής οικονομίας. Στις περιοχές
οικοανάπτυξης μπορούν να ασκούνται μικρής κλίμακας παραγωγικές
δραστηριότητες, οι οποίες προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον και
στην τοπική αρχιτεκτονική. Ιδιαίτερα ενθαρρύνεται η ανάπτυξη του
αγροτουρισμού με χρησιμοποίηση αγροτικών κατοικιών, ξενώνων, κάμπιγκ
και άλλων κατασκευών. Βιομηχανικές δραστηριότητες είναι δυνατό να
επιτρέπονται, εφ’ όσον ευνοούν την οικονομική αναζωογόνηση των
αγροτικών περιοχών και δεν προκαλούν υποβάθμιση του περιβάλλόντος
ασυμβίβαστη με το χαρακτήρα των περιοχών αυτών.
γ) Η εκπαίδευση και η μύηση του κοινού στους τρόπους και στις
μεθόδους αρμονικής συνύπαρξης ανθρώπινων δραστηριοτήτων και φυσικών
διεργασιών.
δ) Η ανάπαυση και η αναψυχή του κοινού.
Οι παραπάνω σκοποί πραγματοποιούνται με βάση ειδικά σχέδια ανάπτυξης
και διαχείρισης.
Οι περιοχές οικοανάπτυξης είναι δυνατό να περιλαμβάνουν περιοχές των
παραγράφων 1 και 2.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν.2242/94 (Α 162) ορίζει ότι:

“Με την έναρξη εκπόνησης μελέτης προστασίας περιβάλλοντος και
χωροταξικής μελέτης (άρθρα 18 έως 24 του Ν. 1650/1986), καθώς και
μελέτης Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου (άρθρο 29 του Ν. 1337/1983), ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, με απόφασή του
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει
τη χορήγηση οικοδομικών αδειών και τις οικοδομικές εργασίες στην
περιοχή μελέτης ή σε τμήματα αυτής. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο
αναστολή επιβάλλεται για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) έτος, το οποίο
μπορεί να παραταθεί για ένα (1) έτος ακόμη, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι
εργασίες εκπόνησης των μελετών έχουν προοδεύσει σημαντικά.”

Άρθρο 20
«Προστασία και διατήρηση των ειδών της αυτοφυούς
χλωρίδας και της άγριας πανίδας».

1. Τα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας και της άγριας πανίδας
προστατεύονται και διατηρούνται μαζί με τη βιοκοινότητα και το βιότοπο
ή οικότοπό τους, ως βιογενετικά αποθέματα και ως συστατικά στοιχεία
των οικοσυστημάτων. Ιδιαίτερα προστατεύονται και διατηρούνται είδη που
είναι σπάνια ή απειλούνται με εξαφάνιση, είδη των οποίων ο πληθυσμός,
χωρίς να διατρέχει άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης, εμφανίζει τάση μείωσης
λόγω υποβάθμισης των βιοτόπων του είδους ή υπερεκμετάλλευσής του,
καθώς και είδη που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, επιστημονική, γενετική,
παραδοσιακή ή οικονομική αξία.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας
και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η οποία
εκδίδεται μέσα σε δύο χρόνια από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου,
καταρτίζονται κατάλογοι των ιδιαίτερα προστατευόμενων ειδών κατά
κατηγορία προστασίας και καθορίζονται περιορισμοί, απαγορεύσεις, όροι
και μέτρα για την προστασία τους καθώς και οι όροι διεξαγωγής
επιστημονικών ερευνών πάνω στα είδη αυτά και ρυθμίζονται τα σχετικά με
τη συνεργασία των συναρμόδιων υπηρεσιών και των ενδιαφερόμενων φορέων
και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση μπορεί να
τροποποιούνται ή να συμπληρώνονται οι παραπάνω κατάλογοι, περιορισμοί,
απαγορεύσεις και όροι.

Η άσκηση της γεωργίας, της δασοπονίας, της θήρας και της αλιείας
καθώς επίσης η φυτοπροστασία και η υγειονομική προστασία των ζώων
εναρμονίζονται με τις ανάγκες προστασίας της αυτοφυούς χλωρίδας και
της άγριας πανίδας.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας
και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού
καθορίζονται οι αναγκαίοι προς τούτο όροι και προϋποθέσεις και κάθε
άλλη συναφής με τα θέματα αυτά λεπτομέρεια.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 2242/94 (Α 162) ορίζει ότι:

“Με την έναρξη εκπόνησης μελέτης προστασίας περιβάλλοντος και
χωροταξικής μελέτης (άρθρα 18 έως 24 του Ν. 1650/1986), καθώς και
μελέτης Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου (άρθρο 29 του Ν. 1337/1983), ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, με απόφασή του
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει
τη χορήγηση οικοδομικών αδειών και τις οικοδομικές εργασίες στην περιοχή
μελέτης ή σε τμήματα αυτής. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο
αναστολή επιβάλλεται για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) έτος, το οποίο
μπορεί να παραταθεί για ένα (1) έτος ακόμη, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι
εργασίες εκπόνησης των μελετών έχουν προοδεύσει σημαντικά.”

Άρθρο 21
«Χαρακτηρισμός περιοχών, στοιχείων ή συνόλων
της φύσης και του τοπίου».

1. Ο χαρακτηρισμός περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του
τοπίου, σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19 και ο καθορισμός των ορίων τους
και των τυχόν ζωνών προστασίας τους γίνονται με Προεδρικό Διάταγμα,
που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Γεωργίας, Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας
και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ύστερα από γνώμη του
Νομαρχιακού Συμβουλίου, σε εφαρμογή περιφερειακού ή νομαρχιακού ή
ειδικού χωροταξικού σχεδίου ή γενικού πολεοδομικού σχεδίου ή ειδικής
περιβαλλοντικής μελέτης. Σε κάθε περίπτωση η σύνταξη ειδικής
περιβαλλοντικής μελέτης είναι απαραίτητη για την τεκμηρίωση της
σημασίας του προστατευτέου αντικειμένου και τη σκοπιμότητα των
προτεινόμενων μέτρων προστασίας. Με απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση
αρμόδιου Υπουργού καθορίζεται η διαδικασία κατάρτισης και έγκρισης των
ειδικών αυτών περιβαλλοντικών μελετών και το περιεχόμενό τους.
Ειδικά ο χαρακτηρισμός και ο καθορισμός των ορίων και των τυχόν
ζωνών προστασίας, περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του
τοπίου, που περιλαμβάνονται σε Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.),
γίνεται με την πράξη καθορισμού της Ζ.Ο.Ε. και με τη διαδικασία του
άρθρου 29 του Ν. 1337/1983, όπως ισχύει.
. Με το παραπάνω προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι αναγκαίοι
για την προστασία του συγκεκριμένου αντικειμένου γενικοί όροι,
απαγορεύσεις και περιορισμοί στις χρήσεις γης, στη δόμηση και στην
κατάτμηση ακινήτων, καθώς και στην εγκατάσταση και άσκηση I
δραστηριοτήτων και στην εκτέλεση έργων. Με το ίδιο Προεδρικό Διάταγμα
μπορεί να προβλέπεται η υποχρέωση σύνταξης μελέτης περιβαλλοντικών
επιπτώσεων και για έργα ή δραστηριότητες που δεν περιλαμβάνονται στην
πρώτη κατηγορία έργων και δραστηριοτήτων του άρθρου 3 του παρόντος
νόμου”

Η παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.2 του άρθρου 16
του Ν.2742/99 (Α 207/7-10-99)
3. Τα σχέδια των προεδρικών διαταγμάτων που προβλέπεται στις παραγρ.
1 και 2 ανακοινώνονται πριν από την οριστική διατύπωσή τους στους
ενδιαφερομένους. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και
Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία της ανακοίνωσης
των σχεδίων και της υποβολής των προτάσεων ή αντιρρήσεων των
ενδιαφερομένων και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

“4. α. Τα Προεδρικό Διατάγματα των παραγράφων 1 και 2, καθώς
και οι Κανονισμοί Διοίκησης και Λειτουργίας και τα Σχέδια Διαχείρισης
των προστατευόμενων αντικειμένων αναθεωρούνται ανά πενταετία, σύμφωνα
με όσα ορίζονται στην επόμενη περίπτωση. Στο χρονικό αυτό διάστημα,
επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η τροποποίησή τους, μετά από τεκμηριωμένη
εισήγηση του Φορέα Διαχείρισης, εφόσον έχει συσταθεί, ή των υπηρεσιών
ή νομικών προσώπων στα οποία έχει ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα: α)
για την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων που σχετίζονται με την
προστασία της περιοχής. β) για την προσαρμογή τους σε υποδείξεις και
παρατηρήσεις της ετησίας έκθεσης αξιολόγησης της επόμενης
περιπτώσεως, γ) για να εκτελεσθούν έργα και μέτρα ιδιαίτερα σημαντικό
για την προστασία και διαχείριση της περιοχής,

β. Η παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής των ρυθμίσεων των
προεδρικών διαταγμάτων των παραγράφων 1 και 2, καθώς και των Κανονισμών
Διοίκησης και λειτουργίας και των Σχεδίων Διαχείρισης της παραγράφου 5
του άρθρου 18, γίνεται είτε από τον οικείο Φορέα Διαχείρισης, εφόσον
έχει συσταθεί, είτε από τις υπηρεσίες ή νομικό πρόσωπα στα οποία έχει
ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα. Για το σκοπό αυτόν, τα πρόσωπα του
προηγούμενου εδαφίου συντάσσουν ετήσια έκθεση αξιολόγησης που
κοινοποιείται με μέριμνά τους στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας
και Δημόσιων Έργων και στο Υπουργείο Γεωργίας, καθώς και σε άλλα
Υπουργεία των οποίων οι αρμοδιότητες εμπίπτουν στην περιοχή του
προστατευόμενου κατά περίπτωση αντικειμένου. Η έκθεση αυτή μπορεί να
κοινοποιείται επίσης σε οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, των
οποίων η δραστηριότητα εκτείνεται στην περιοχή διαχείρισης, στις
αρμόδιες υπηρεσίες της οικείας περιφέρειας και στους οικείους
οργανισμούς αυτοδιοίκησης και των δυο βαθμίδων , προκειμένου να
λαμβάνεται υπόψη κατά την επεξεργασία μέτρων, δράσεων, ενεργειών και
ρυθμίσεων αρμοδιότητάς τους, που προωθούν την αποτελεσματική εφαρμογή
των σχετικών προεδρικών διαταγμάτων, κανονισμών διοίκησης και
λειτουργίας και σχεδίων διαχείρισης”.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρ.4 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 3του άρθρου 16
του Ν.2742/99 (Α 207/7-10-99)

5. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των
Υπουργών Εσωτερικών, Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων
Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μπορεί να
μεταβιβάζεται στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα χαρακτηρισμού, σύμφωνα
με την παραγρ. 1, συγκεκριμένου αντικειμένου και καθορισμού των ορίων
και των τυχόν ζωνών προστασίας του, καθώς και η αρμοδιότητα
καθορισμού, για το αντικείμενο αυτό, των θεμάτων που αναφέρονται στην
παράγρ. 2.

6. Για περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, για τα
οποία έχει αρχίσει η διαδικασία χαρακτηρισμού τους και ωσότου εκδοθεί
το Προεδρικό Διάταγμα, που προβλέπεται στην παράγρ. 1, μπορεί να
καθορίζονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας, Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου
Υπουργού, απαγορεύσεις, όροι και περιορισμοί για επεμβάσεις και
δραστηριότητες που είναι δυνατό να έχουν βλαπτικά αποτελέσματα για τις
παραπάνω περιοχές, στοιχεία ή σύνολα. Η ισχύς της υπουργικής αυτής
απόφασης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο έτη. Αν συντρέχουν
εξαιρετικοί λόγοι, η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, με όμοια
υπουργική απόφαση
3. Τα σχέδια των προεδρικών διαταγμάτων που προβλέπεται στις παραγρ.
1 και 2 ανακοινώνονται πριν από την οριστική διατύπωσή τους στους
ενδιαφερομένους. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και
Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία της ανακοίνωσης
των σχεδίων και της υποβολής των προτάσεων ή αντιρρήσεων των
ενδιαφερομένων και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

“4. α. Τα Προεδρικό Διατάγματα των παραγράφων 1 και 2, καθώς
και οι Κανονισμοί Διοίκησης και Λειτουργίας και τα Σχέδια Διαχείρισης
των προστατευόμενων αντικειμένων αναθεωρούνται ανά πενταετία, σύμφωνα
με όσα ορίζονται στην επόμενη περίπτωση. Στο χρονικό αυτό διάστημα,
επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η τροποποίησή τους, μετά από τεκμηριωμένη
εισήγηση του Φορέα Διαχείρισης, εφόσον έχει συσταθεί, ή των υπηρεσιών
ή νομικών προσώπων στα οποία έχει ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα: α)
για την αντιμετώπιση έκτακτων γεγονότων που σχετίζονται με την
προστασία της περιοχής. β) για την προσαρμογή τους σε υποδείξεις και
παρατηρήσεις της ετησίας έκθεσης αξιολόγησης της επόμενης
περιπτώσεως, γ) για να εκτελεσθούν έργα και μέτρα ιδιαίτερα σημαντικό
για την προστασία και διαχείριση της περιοχής,

β. Η παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής των ρυθμίσεων των
προεδρικών διαταγμάτων των παραγράφων 1 και 2, καθώς και των Κανονισμών
Διοίκησης και λειτουργίας και των Σχεδίων Διαχείρισης της παραγράφου 5
του άρθρου 18, γίνεται είτε από τον οικείο Φορέα Διαχείρισης, εφόσον
έχει συσταθεί, είτε από τις υπηρεσίες ή νομικό πρόσωπα στα οποία έχει
ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα. Για το σκοπό αυτόν, τα πρόσωπα του
προηγούμενου εδαφίου συντάσσουν ετήσια έκθεση αξιολόγησης που
κοινοποιείται με μέριμνά τους στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας
και Δημόσιων Έργων και στο Υπουργείο Γεωργίας, καθώς και σε άλλα
Υπουργεία των οποίων οι αρμοδιότητες εμπίπτουν στην περιοχή του
προστατευόμενου κατά περίπτωση αντικειμένου. Η έκθεση αυτή μπορεί να
κοινοποιείται επίσης σε οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, των
οποίων η δραστηριότητα εκτείνεται στην περιοχή διαχείρισης, στις
αρμόδιες υπηρεσίες της οικείας περιφέρειας και στους οικείους
οργανισμούς αυτοδιοίκησης και των δυο βαθμίδων , προκειμένου να
λαμβάνεται υπόψη κατά την επεξεργασία μέτρων, δράσεων, ενεργειών και
ρυθμίσεων αρμοδιότητάς τους, που προωθούν την αποτελεσματική εφαρμογή
των σχετικών προεδρικών διαταγμάτων, κανονισμών διοίκησης και
λειτουργίας και σχεδίων διαχείρισης”.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρ.4 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 3του άρθρου 16
του Ν.2742/99 (Α 207/7-10-99)

5. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των
Υπουργών Εσωτερικών, Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων
Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μπορεί να
μεταβιβάζεται στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα χαρακτηρισμού, σύμφωνα
με την παραγρ. 1, συγκεκριμένου αντικειμένου και καθορισμού των ορίων
και των τυχόν ζωνών προστασίας του, καθώς και η αρμοδιότητα
καθορισμού, για το αντικείμενο αυτό, των θεμάτων που αναφέρονται στην
παράγρ. 2.

6. Για περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, για τα
οποία έχει αρχίσει η διαδικασία χαρακτηρισμού τους και ωσότου εκδοθεί
το Προεδρικό Διάταγμα, που προβλέπεται στην παράγρ. 1, μπορεί να
καθορίζονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας, Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου
Υπουργού, απαγορεύσεις, όροι και περιορισμοί για επεμβάσεις και
δραστηριότητες που είναι δυνατό να έχουν βλαπτικά αποτελέσματα για τις
παραπάνω περιοχές, στοιχεία ή σύνολα. Η ισχύς της υπουργικής αυτής
απόφασης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο έτη. Αν συντρέχουν
εξαιρετικοί λόγοι, η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, με όμοια
υπουργική απόφαση για ένα ακόμη έτος.
Α) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 6, παρ.4, εδ. γ’ του Ν. 2052/1992 (Α 94):
Η κατάρτιση και εφαρμογή των Ειδικών Σχεδίων Ανάπτυξης ή
διαχείρισης των περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου
που χαρακτηρίζονται ως προστατευόμενα βάσει των διατάξεων του άρθρου
21 του Ν. 1650/1986, μπορεί να ανατίθεται σε φορέα του ευρύτερου
δημόσιου τομέα ή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, που έχουν
διακριθεί για το έργο τους στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος
και διαθέτουν την κατάλληλη επιστημονική και τεχνική υποδομή. Η
ανάθεση γίνεται με σύμβαση μεταξύ του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του φορέα. Με απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του κατά περίπτωση
αρμόδιου υπουργού εξειδικεύονται τα κριτήρια επιλογής του φορέα
(εμπειρία, τεχνική, επιστημονική υποδομή κ.λπ.) και καθορίζονται ο
τρόπος και η διαδικασία άσκησης από το φορέα των πιο πάνω
αρμοδιοτήτων, οι όροι της σύμβασης που συνάπτεται, ο τρόπος και η
διαδικασία άσκησης από το φορέα των πιο πάνω αρμοδιοτήτων, οι όροι της
σύμβασης που συνάπτεται, ο τρόπος και η διαδικασία εποπτείας και
ελέγχου από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. επί του φορέα, καθώς και κάθε άλλη
λεπτομέρεια”.

Β) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Η παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν.2242/1994 (Α 162) ορίζει ότι:

“Με την έναρξη εκπόνησης μελέτης προστασίας περιβάλλοντος και
χωροταξικής μελέτης (άρθρα 18 έως 24 του Ν. 1650/1986), καθώς και
μελέτης Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου (άρθρο 29 του Ν. 1337/1983), ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, με απόφασή του
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει
τη χορήγηση οικοδομικών αδειών και τις οικοδομικές εργασίες στην
περιοχή μελέτης ή σε τμήματα αυτής. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο
αναστολή επιβάλλεται για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) έτος, το οποίο
μπορεί να παραταθεί για ένα (1) έτος ακόμη, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι
εργασίες εκπόνησης των μελετών έχουν προοδεύσει σημαντικά.”

Γ) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την παρ.12 άρθρ.4 Ν.2508/1997:

” 12. Οι διατάξεις των άρθρων 21 και 23 του Ν. 1650/1986 και 91 του Ν.
1892/1990 δεν θίγονται. Ο χαρακτηρισμός περιοχών, στοιχείων ή συνόλων
της φύσης και του τοπίου, καθώς και ο καθορισμός ζωνών ειδικών
περιβαλλοντικών ενισχύσεων με βάση τα ως άνω άρθρα 21 και 23 πρέπει να
εναρμονίζεται προς τις τυχόν υφιστάμενες κατευθύνσεις ή προτάσεις των
χωροταξικών σχεδίων, καθώς και προς την πρόταση πολεοδομικής οργάνωσης
και τις γενικές κατευθύνσεις, που περιέχονται στα Γ.Π.Σ. και στα
Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., τα οποία εγκρίνονται κατά εφαρμογή του παρόντος νόμου. Σε
περίπτωση που η ειδική μελέτη του άρθρου 23 του Ν. 1650/1986 απαιτεί
μέτρα ή ρυθμίσεις που μεταβάλλουν τις προτεινόμενες από τα παραπάνω
σχέδια χρήσεις γης και ειδικότερους όρους και περιορισμούς, επιβάλλεται
η τροποποίηση των σχεδίων αυτών σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σχετικής
ειδικής μελέτης”.

“7. Στη διαδικασία του άρθρου αυτού υπάγεται εφεξής κάθε νέος
χαρακτηρισμός Εθνικών Δρυμών, Αισθητικών Δασών και διατηρητέων μνημείων
της φύσης, καθώς και κάθε τροποποίηση των ορίων και καθορισμός των
αναγκαίων όρων και περιορισμών προστασίας των Εθνικών Δρυμών,
αισθητικών δασών και διατηρητέων μνημείων της φύσης που έχουν
χαρακτηρισθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 78 του ΝΔ. 86/1969, όπως
αντικαταστάθηκε από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ΝΔ, 996/1971.”

Η παρ. 7 προστέθηκε με την παρ.4 του άρθρου 16 Ν. 2742/99
(Α 207/7-10-99)

Σχετικά: Άρθρο 15 Ν. 2742/99 για «Φορείς Διαχείρισης»

Άρθρο 22

«Οικονομικές ρυθμίσεις».

” 1. Αν οι επιβαλλόμενοι κατά τα προηγούμενα άρθρα του παρόντος
κεφαλαίου όροι, περιορισμοί και απαγορεύσεις είναι εξαιρετικά
επαχθείς, με αποτέλεσμα να παρακωλύεται υπέρμετρα η άσκηση των
εξουσιών που απορρέουν από την κυριότητα, ενόψει του χαρακτήρα και του
περιορισμού της ιδιοκτησίας, το Δημόσιο, ύστερα από αίτηση των
θιγομένων, μπορεί, κατά το μέτρο του δυνατού, να αποδεχθεί είτε την
ανταλλαγή των ιδιωτικών εκτάσεων με εκτάσεις του Δημοσίου είτε την
παραχώρηση κατά χρήση στους θιγομένους δημόσιων εκτάσεων σε
παραπλήσιες περιοχές για ανάλογη χρήση ή εκμετάλλευση είτε την
καταβολή εφάπαξ ή περιοδικής αποζημίωσης, για τον προσδιορισμό της
οποίας λαμβάνεται υπόψη η υφιστάμενη χρήση της ιδιωτικής έκτασης, είτε
τη μεταφορά συντελεστή δόμησης σε άλλη ιδιοκτησία, κατ’ ανάλογη
εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 880/1979 (ΦΕΚ 58).
2. Επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση ιδιωτικών εκτάσεων υπέρ
του Δημοσίου, εφ’ όσον είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του
σκοπού των άρθρων 18, 19 και 20, ο οποίος αναγνωρίζεται ως σκοπός
δημόσιας ωφέλειας. Η απαλλοτρίωση κηρύσσεται με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών, Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και
Δημόσιων Έργων, ύστερα από εισήγηση των αρμόδιων υπηρεσιών των
Υπουργείων Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων,
η οποία συνοδεύεται από μελέτη αναγκαιότητας της απαλλοτρίωσης. Η
απαλλοτρίωση συντελείται με την επιμέλεια της αρμόδιας υπηρεσίας του
Υπουργείου Γεωργίας, η οποία βαρύνεται με την καταβολή της αποζημίωσης
και των άλλων δαπανών.

3. Για υλικές ζημιές που προκαλούνται σε γεωργικές, κτηνοτροφικές ή
άλλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις ή εγκαταστάσεις ή σε αλιευτικά εργαλεία
από είδη της άγριας πανίδας που έχουν χαρακτηριστεί, σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 20, ως σπάνια ή απειλούμενα με εξαφάνιση, μπορούν
να χορηγούνται, με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, αποζημιώσεις,
επιδοτήσεις ή άλλες κατά περίπτωση παροχές. Η εκτίμηση των ζημιών
γίνεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Γεωργίας και η
καταβολή των αποζημιώσεων από το Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας,
Κτηνοτροφίας και Δασών του ίδιου υπουργείου ή από άλλες πηγές
χρηματοδότησης.

4. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών
Οικονομικών, Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων
Έργων, ορίζονται οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η
διαδικασία και οι λοιποί όροι για τη χορήγηση των οικονομικών
αντισταθμισμάτων, των αποζημιώσεων ή επιδοτήσεων που προβλέπονται στις
παραγράφους 1 και 3.
5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων
Έργων, που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη έκθεση της αρμόδιας
Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου, μπορεί να ορίζονται, λόγω του
ιδιαίτερου χαρακτήρα τους, περιοχές της Χώρας, οικισμοί ή τμήματα
οικισμών στα οποία σε περίπτωση χρήσεων των ακινήτων διαφορετικών από
εκείνες που προβλέπονται από τις ισχύουσες στην περιοχή πολεοδομικές
διατάξεις, επιβάλλεται η σφράγισή τους μέχρι ένα χρόνο και σε
περίπτωση υποτροπής οριστικά πέραν από την επιβολή άλλων κυρώσεων που
προβλέπουν οι εκάστοτε ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Στις πιο πάνω
περιοχές για κάθε χρήση ή αλλαγή χρήσεως ακινήτου απαιτείται η
βεβαίωση της οικείας πολεοδομικής υπηρεσίας ότι η συγκεκριμένη χρήση
είναι σύμφωνη με τις προβλεπόμενες από τις ισχύουσες για την περιοχή
χρήσεις. Η βεβαίωση αυτή είναι πέραν από τα τυχόν απαιτούμενα από
άλλες διατάξεις σχετικά δικαιολογητικά.
6. Η σφράγιση επιβάλλεται με απόφαση της αρμόδιας πολεοδομικής
υπηρεσίας και εκτελείται με μέριμνα της οικείας αστυνομικής αρχής.

7. Αυτοί που από πρόθεση ή αυτογνωμόνως καταστρέφουν ή βλάπτουν
σφραγίδα που τοποθετείται από την αστυνομική αρχή σύμφωνα με την
προηγούμενη παράγραφο, με σκοπό τη συνέχιση της λειτουργίας του
ακινήτου ή όσοι με οποιοδήποτε τρόπο ματαιώνουν τη σφράγιση ή θέτουν
σε λειτουργία το ακίνητο μετά τη σφράγιση τιμωρούνται με τις ποινές
του άρθρου 178 του Ποινικού Κώδικα.

8. Με απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία
διαπίστωσης της παράβασης, ο τρόπος και η διαδικασία σφράγισης του
κτίσματος, η τυχόν υποβολή ενστάσεων κατά της απόφασης σφράγισης, η
εκδίκασή τους, τα όργανα κρίσεως και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παρ.3 του άρθρου 6 του Ν.2242/1994 (Α 162) ορίζει ότι:

“Με την έναρξη εκπόνησης μελέτης προστασίας περιβάλλοντος και
χωροταξικής μελέτης (άρθρα 18 έως 24 του Ν. 1650/1986), καθώς και
μελέτης Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου (άρθρο 29 του Ν. 1337/1983), ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, με απόφασή του
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει
τη χορήγηση οικοδομικών αδειών και τις οικοδομικές εργασίες στην
περιοχή μελέτης ή σε τμήματα αυτής. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο
αναστολή επιβάλλεται για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) έτος, το οποίο
μπορεί να παραταθεί για ένα (1) έτος ακόμη, εφόσον διαπιστωθεί ότι οι
εργασίες εκπόνησης των μελετών έχουν προοδεύσει σημαντικά.”
…………………………………………………………………………………………………………….
Ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι διατάξεις της ΚΥΑ 1289/28-12-98, ΦΕΚ Β 1289 «Περί καθορισμού μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (ενδιαιτημάτων) καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας»
Αυτή έχει ως σκοπό τη θέσπιση διατάξεων για την προστασία της βιολογικής ποικιλότητας και της λήψης των ενδεδειγμένων μέτρων ώστε να διασφαλίζεται η αποκατάσταση σε ικανοποιητικό βαθμό των φυσικών οικοτόπων και των άγριων ειδών χλωρίδας και πανίδας κοινοτικού ενδιαφέροντος σε συμμόρφωση με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ.
Με την απόφαση αυτή ορίζεται ως φορέας για την εθνική συμμετοχή στο Δίκτυο “Natura 2000” το ΥΠΕΧΩΔΕ, προβλέπεται η σύσταση της Επιτροπής «Φύση 2000» στην οποία πλην των κρατικών παραγόντων συμμετέχουν και δύο εκπρόσωποι ΜΚΟ ή Ιδρυμάτων που σύμφωνα με το καταστατικό τους έχουν ως σκοπό την προστασία της Φύσης σε εθνικό επίπεδο, οριοθετείται η διαδικασία χρηματοδότησης από την Ε.Ε, η κατάρτιση του Εθνικού Καταλόγου των ιδιαιτέρως προστατευομένων ειδών κλπ
Κατ΄ εξουσιοδότηση δε του Ν. 1650/86, του Ν. 3010/02 και σε εναρμόνιση με την Οδηγία 97/11/ΕΕ, του Ν. 2742/99 και του Ν. 3044/902 με ΚΥΑ Υπουργών ΥΠΕΧΩΔΕ & Γεωργίας καθορίζεται ο αριθμός των Μελών του ΔΣ των Φορέων Διαχείρισης Εθνικών Δρυμών και συγκεκριμένα:
α) ΥΑ 125184/357/ΦΕΚ Β 126/7-2-03, Καθορισμός μελών Εθνικών Δρυμών Βίκου-Αώου και Πίνδου (Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου)
β) ΥΑ 125736/1283/03, περί Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας
γ) ΥΑ 125734/1281/03 περί Εθνικού Δρυμού Οίτης
δ) ΥΑ 125735/1282/03 περί Λιμνοθάλασσας Μεσολλογίου
ε) ΥΑ 125566/996/03 περί Υγροτόπων Αμβρακικού
στ) ΥΑ 125564/994/2003 περί Υγρότοπου Κερκίνης
ζ) ΥΑ125565/995/03 περί Υγρότοπου Κοτυχίου & Στροφυλιάς
η) ΥΑ125208/394/03 περί Δέλτα Νέστου, Βιστωνίδας
θ) ΥΑ 125207/393/03 περί Χελμού & Βουραϊκού
ι) ΥΑ125606/392/03 περί Εθνικού Δρυμού Ολύμπου
ια) ΥΑ 125192/365/03 περί λιμνών Βόλβης και Κορώνειας
ιβ) ΥΑ 125191/364/03 περί Δέλτα Αξιού Αλιάκμονα & Λουδία
ιγ) ΥΑ 125190/363/03 περί Εθνικού Δρυμού Αίνου
ιδ) ΥΑ 125189/362/03 περί Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς και 126866/3017/03
ιε) ΥΑ 125188/361/03 περί Εθνικού Πάρκου Έβρου
ιστ)ΥΑ 125187/360/03 περί Δάσους Δαδιάς, Λευκίμμης, Σουφλίου
ιζ) ΥΑ125186/359/03 περί Πάρνωνα & Υγρότοπου Μουστού
ιη) ΥΑ 125185/358/03 περί Στενών και Εκβολών ποταμών Αχέροντα-Καλαμά
ιθ) ΥΑ 126885/3051/03 περί Κάρλας Βελεστίνου κλπ
Από την ανάγνωση μιας εκ των προαναφερομένων αποφάσεων πχ της πρώτης προκύπτει ότι το 11μελές ΔΣ, αποτελείται από έναν εκπρόσωπο των Υπουργείων ΥΠΕΧΩΔΕ, Γεωργίας & Ανάπτυξης, εκπροσώπους της Περιφέρειας Ηπείρου & Δυτικής Μακεδονίας, των Νομαρχιακών
Αυτοδιοικήσεων Γρεβενών και Ιωαννίνων, των περί το Πάρκο ομόρων Δήμων Νομού Ιωαννίνων , των περί το Πάρκο ομόρων Δήμων Νομού Γρεβενών, των Ενώσεων Αγροτικών Συν/σμών Νομών Ιωαννίνων και Γρεβενών, έναν ειδικό επιστήμονα οριζόμενο από το ΥΠΕΧΩΔΕ και έναν εκπρόσωπο ΜΚΟ που ορίζεται από τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ.
Όπως έχει αποδεχθεί το ΣτΕ ο χαρακτηρισμός περιοχών της χώρας ως Εθνικών Πάρκων γίνεται με την έκδοση ΠΔ κατόπιν συντάξεως ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης σύμφωνα με το Ν.1650/86 και στην περίπτωση που εγείρονται διαφωνίες και αντίθετες απόψεις περί της νομικής υποστάσεως και ισχύος των κανονιστικών αυτών ΠΔ ή προκύπτουν ιδιοκτησιακά συμφέροντα ιδιωτών και φυσικών προσώπων ή σωματείων και εξειδικεύεται η ύπαρξη «ειδικού εννόμου συμφέροντος», κατά τη διαδικασία του ΠΔ 18/89 περί ΣτΕ (άρθρα 45 κ.έ) αρμόδιο Δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών αυτών είναι το ΣτΕ, το οποίο έχει εκδώσει μια ενδιαφέρουσα από νομολογιακή άποψη – και πηγή δικαίου πλέον – σειρά σχετικών αποφάσεων όπως λχ 3661/05, 2603/05, 2602/05, 2601/05, 1747/05, 1746/05, 3572/03, 2601/03, 3135/02 κλπ.
Παράλληλα το νομοθετικό αυτό πλαίσιο, τυγχάνει και εξέτασης και ειδικής αναφοράς κατά την
εκδίκαση αιτήσεων ακύρωσης ΥΑ ως κανονιστικών διοικητικών πράξεων στο Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ,
όπως συνέβαινε με τις αιτήσεις ακύρωσης της ετήσιας ρυθμιστικής απόφασης του ΥΠ.ΓΕ, από οικολογικά, φυσιολατρικά και ζωολογικά σωματεία επί σειρά ετών.
Άξιες μνείας υπό το νομικό αυτό πρίσμα, δηλαδή της προστασίας της άγριας πανίδας ως περιβαλλοντικού αγαθού, είναι ορισμένες αποφάσεις του ΣτΕ όπως η 366/1993, η 1174/94, η 1592/98 κλπ βάσει των οποίων ακυρώθηκαν ελλείψει μελετών και στοιχείων εν όλω ή εν μέρει, οι αποφάσεις του ΥΠ.ΓΕ για τις αντίστοιχες κυνηγετικές περιόδους, καταργήθηκε το κυνήγι το πρώτο 10ήμερο Μαρτίου και αποτέλεσαν πηγή αναφοράς και για νέες ακυρωτικές αποφάσεις.
Η αλληλοσυσχέτιση και αλληλεπίδραση των νομοθετικών πράξεων είναι εμφανέστατη και η ευθύνη της Διοίκησης να προβαίνει στην ρύθμιση θεμάτων με έκδοση εξουσιοδοτικών αποφάσεων είναι ζήτημα ουσίας για την Διοικητική Δικαιοσύνη, κάθε δε παράλειψη, αναιτιολόγητη απόφαση και ανυπαρξία «ειδικού αιτιολογικού» στις αποφάσεις επιφέρει ακυρότητα και «κατάπτωση» της πράξης όπως συνέβη εν προκειμένω κατ΄ επανάληψη.
Συνεπώς η «προστασία του περιβάλλοντος» στη χώρα μας, υπό την ευρεία έννοια, αποτελεί το νομικό, οργανωτικό και επιχειρησιακό «κέλυφος» όλων εκείνων των ενεργειών που έπονται σε όλα τα επίπεδα Διοίκησης και στο άμεσο κοινωνικό περιβάλλον, οριοθετώντας επιπλέον και τη δυνατότητα συμμετοχής «κοινωνικών εταίρων» στη λήψη αποφάσεων και στη χάραξη στρατηγικής, προσαρμοσμένης στα υφιστάμενα πλαίσια, ζήτημα που μας ενδιαφέρει και μας αφορά άμεσα, ως «κυνηγετική κοινότητα», την συνήθως θιγόμενη κοινότητα κατ΄ αποκλειστικότητα, από υπερβολικούς περιορισμούς και άστοχες απαγορεύσεις, με την «επίκληση των αναγκαίων προστατευτικών περιβαλλοντικών μέτρων» …
Τώρα το πως ακριβώς «υλοποιήθηκε» στον αντίποδα το «γράμμα και το πνεύμα» των νόμων και είχε αποτέλεσμα θετικό η διαδικασία αυτή πχ στην περίπτωση της Λίμνης Κορώνειας, που συμπεριλαμβανόταν στις περιοχές για τις οποίες είχε συσταθεί Φορέας Διαχείρισης, είναι ένα εύλογο ερωτηματικό … μετά την ανεπανόρθωτη βλάβη που έχει υποστεί το οικοσύστημα και τα διαβιούντα σε αυτήν σπάνια και προστατευόμενα στην πλειοψηφία πουλιά, που αφανίστηκαν κατά χιλιάδες …
Από την άλλη δε πλευρά, γίνεται ακόμη για μια φορά «απτή και ορατή» η κρατούσα άποψη της εκτελεστικής εξουσίας, μέσω συγκεκριμένων νομοθετημάτων των Κυβερνήσεων της χώρας μας της τελευταίας 20ετίας και η «διακαής επιθυμία» τους, να μην επιτρέψουν επ΄ ουδενί, τη παραχώρηση, έστω και κατ΄ ελάχιστο «ζωτικού χώρου και εδάφους» στις Κ.0, από το «περιβαλλοντικό γίγνεσθαι», τη μη συμμετοχή τους στη «θρυλούμενη αειφορία» και την ορθολογική διαχείρισή της, στην έστω και οριακά αναγνώρισή τους ως «ισότιμων» συνομιλητών και εταίρων στα περιβαλλοντικά ζητήματα των καιρών μας, όχι μόνον κατά την έκδοση της ρυθμιστικής αλλά και στην απόρριψη επισήμως και με δυνατή «δημόσια φωνή», αυτών που συνήθως σιγοψιθυρίζουν – μην τους ακούσουν τα «οικολογικά ώτα» – πολλοί εκ των κ.κ. αρμοδίων, όταν παραβρίσκονται στις εκδηλώσεις των Κ.Ο, στις πίτες, όταν επαινούν τους κυνηγούς για την κοινωνική προσφορά, τον εθελοντισμό, … «το κυνήγι δεν είναι το πρόβλημα αλλά η λύση» …
Και βέβαια για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται, ότι το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των Κ.Ο, δηλαδή οι διατάξεις του ΝΔ 86/69, αφού δεν προβλέπουν και δεν αποδεικνύουν τον «οικολογικό και περιβαλλοντικό ρόλο των Κ.Ο», δια των καταστατικών τους, αποκλείονται ευθέως και εξ ολοκλήρου αυτές από κάθε περαιτέρω διαδικασία συμμετοχής και «ανάμειξης» σε προγράμματα προστασίας του περιβάλλοντος και αναδεικνύονται ως βασικοί συντελεστές επί τούτων «μονοπωλιακά», οι ΜΚΟ και συγκεκριμένα Ιδρύματα που έχουν «προσαρμόσει τα καταστατικά» τους, δηλαδή τις απλές αποφάσεις σύστασης και αναγνώρισης των Πρωτοδικείων, πάνω σε αυτό τον άξονα … και ας οι Κ.Ο προηγούνται θεσμικά και ουσιαστικά …μετρώντας πολλά, πολλά χρόνια λειτουργίας και εμπειρίας …
Από την μια συναντάμε την «πείσμονα» άρνηση του αρμόδιου Υπουργείου για κάθε «καταστατική» αλλαγή και προσαρμογή των καταστατικών των Κ.Ο, ώστε να αποκτήσουν και τυπικά το ρόλο που έχουν επωμισθεί, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και εξελισσόμενο περιβάλλον και από την άλλη, ω του θαύματος, ευελιξία διατάξεων, εξουσιοδοτήσεις, συνοπτικές διαδικασίες, διοικητικές διευκολύνσεις που ήταν και η γενεσιουργός αιτία δημιουργίας από τη δεκαετία του 1980 ποικίλων Σωματείων, Συλλόγων και Ιδρυμάτων προστασίας και διαχείρισης της φύσης, της ελληνικής πανίδας και χλωρίδας … «διπλή» γλώσσα, αποφυγή «τήρησης των υπεσχημένων», καμία εισήγηση για νομοθετικές προσαρμογές … ό,τι τροπολογίες προτάθηκαν πρόσφατα, προήλθαν από τις Κ.Ο πχ ο ρόλος και το έργο των Θηροφυλάκων …
Και βέβαια πάνω από όλα, ας μην διαφεύγει της προσοχής μας, ότι ο «καταστατικός αποκλεισμός» συνιστά αντικειμενικά πρόσθετο λόγο και αδυναμία θεμελίωσης «εννόμου συμφέροντος», ώστε να αποκτήσουν και οι Κ.Ο, το «τεκμήριο» της δυνατότητας άσκησης «ενδίκων μέσων» όπως τόσοι και τόσοι σ΄ αυτόν το τόπο και όχι απλά, να έχουν την έμμεση δυνατότητα άσκησης παρέμβασης* δηλαδή κατ΄ ουσίαν να ενισχύουν τη θέση του Δημοσίου που εγκαλείται, κατά όλων εκείνων των αποφάσεων που θίγουν κατά καιρούς τους κυνηγούς ως πολίτες, εκτός και αν η συνταγματική επιταγή της «ίσης μεταχείρισης», μας εξαιρεί ή οι κυνηγοί δεν θεωρούνται πολίτες αυτής της χώρας.

* Παρέμβαση κατά το άρθρο 49 του κωδικ/μένου ΠΔ 18/89, μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον επί αιτήσεως ακυρώσεως, μόνο για τη διατήρηση της προσβαλλόμενης πράξης.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων