Ρυθμιστική απόφαση 2006/2007, η ίδια ασυνέπεια η ίδια ολιγωρία

0

του Γιάννη Θεοδώρου

Σύμφωνα με εξακριβωμένες και διασταυρωμένες πληροφορίες της τελευταίας στιγμής, συνεχίζεται έντονη η μάχη, που δίνει η ΚΣΕ, μέσω του ΔΣ της και του Προέδρου της κ. Νικ. Παπαδόδημα, με συνεχείς παραστάσεις και διαβήματα στην αρμόδια Υπηρεσία και Δ/νση Θήρας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, για να εκδοθεί η νέα ρυθμιστική απόφαση για τη κυνηγετική περίοδο 2006/2007.
Ενώ έχουν διαβιβαστεί εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα από την ΚΣΕ και το επιστημονικό της επιτελείο όλες οι απαιτούμενες προτάσεις και «τεχνικές» παρατηρήσεις και πληροφορίες για την υποβοήθηση του έργου του Υπουργείου, με συνημμένη πλούσια βιβλιογραφία, που τεκμηριώνονται με αδιάσειστα επιστημονικά στοιχεία οι θέσεις της κυνηγετικής κοινότητας, οι αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες, περί «άλλων τυρβάζουν…ή κωφεύουν», διατηρώντας και συντηρώντας έντεχνα ένα κλίμα «πόλωσης και αναμονής», ώστε όταν αποδώσουν στη κυνηγετική κοινότητα την «επαύριο», επιτέλους, μια ρυθμιστική απόφαση που θα περιλαμβάνει τα αυτονόητα, θα την παρουσιάσουν ως «θέσφατο» και ως «σοβαρή» υπηρεσιακή παραχώρηση…
Για το σκοπό αυτό μάλιστα, χρησιμοποιούνταν, κατά τις υπηρεσιακές συζητήσεις και διαβουλεύσεις, όπως δήλωσε ο Πρόεδρος της ΚΣΕ, ακόμη και στοιχεία του 2002 (!!) και κατά βάσιμες πληροφορίες, στα σχέδια των υπηρεσιακών παραγόντων ήταν συν τοις άλλοις:
α) Η απαλοιφή από την νέα Υπουργική απόφαση, του αιτιολογικού – νομικού σκεπτικού και της νομολογίας (αποφάσεις ΣτΕ) ή των μελετών που έχουν λάβει χώρα ως σήμερα, με ενέργειες πάντα της ΚΣΕ…
β) Η απαλοιφή των παραγράφων 16 & 17 της περυσινής απόφασης, αναφορικά με την απόφαση διαγραφής της παραπομπής της χώρας μας (υπόθεση C-167/03) στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για παραβάσεις της Οδηγίας 409/79.
γ) Η σκέψη πιθανής «ομογενοποίησης» των ημερομηνιών θήρευσης των κοινών τσιχλών που λήγουν στις 28/2 και η μεταφορά της ημερομηνίας λήξης προς τα μπρος και αντιστρόφως η μεταφορά λήξης θήρευσης άλλων πτηνών από τις 20/2 (κότσυφας, φάσα) προς τα πίσω, ώστε να συμπίπτουν οι ημερομηνίες λήξης, για να αποφευχθούν τα φαινόμενα της «σύγχυσης» των θηραματικών αυτών ειδών (λχ της τσίχλας με την φάσα…), μιας και για τα υδρόβια, η «συνεπής αντικυνηγετική» θέση των αρμόδιων παραγόντων, ήταν και είναι, να λήγει η θήρα τους στις 31/1…
Πρέπει να επισημανθεί πέραν των άλλων και το γεγονός ό,τι στη διοικητική διαδικασία και κατά τη νομοτεχνική επεξεργασία των Υπουργικών αποφάσεων, λαμβάνονται υπόψη και αναφέρονται στο προοίμιο, τρία βασικά στοιχεία :
α) Οι νομικές εξουσιοδοτήσεις και τα ειδικά άρθρα των νόμων επί των οποίων βρίσκει έρεισμα η συγκεκριμένη, υπό έκδοση απόφαση και ο καθορισμός των προσώπων, που θα κληθούν να προσυπογράψουν την απόφαση.
β) Οι καταστατικές νομοθετικές ή ιδρυτικές αποφάσεις, που αφορούν το φορέα έκδοσης της απόφασης (Υπουργείο, ΝΠΔΔ, Οργανισμοί, ΟΤΑ).
γ) Η ρητή αναφορά αποφάσεων της νομολογίας εφόσον υπάρχουν από εκδικάσεις και προγενέστερες ακυρώσεις ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων αλλά και αναφορά, της τυχόν αναλογικά, ισχύουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ειδικά όταν αφορά συμμόρφωση της χώρας μας, σε επιταγές και κανόνες του Ευρωπαϊκού Δικαίου ή Οδηγίες.

Η μη συμμόρφωση της Διοίκησης εκουσίως ή ακουσίως, δια τυπικών ή ουσιαστικών παραλείψεων προς τους παραπάνω κανόνες έκδοσης Υπουργικών αποφάσεων, καθιστά την νομιμότητα της κανονιστικής απόφασης «έωλη και ακυρώσιμη» στα Δικαστήρια ουσίας, άρα…
Ως εκ τούτου δικαιολογημένοι οι συνειρμοί και οι συνεπαγωγές, με γνώμονα τη μέχρι τώρα «υπηρεσιακή συνέπεια» της εν λόγω μονάδας του Υπουργείου Γεωργικής Ανάπτυξης…τη «βούληση» αφαίρεσης σημαντικών αιτιολογικών στοιχείων από το προοίμιο της νέας ρυθμιστικής, ενώ η «αλληλομεταφορά» των ημερομηνιών λήξης των παραπάνω θηρεύσιμων πτηνών, για λόγους αποφυγής της «σύγχυσης» και της «όχλησης», έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με τα κελεύσματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άρα…
Και το βασικότερο, υπό «το κράτος απειλής» των παραμέτρων που θα ληφθούν υπόψη για την έκδοση της νέας ρυθμιστικής απόφασης και την έκδηλη αγωνία των Κ.Ο και της ΚΣΕ να προλάβουν τις όποιες δυσάρεστες εξελίξεις και τις «τρικλοποδιές», θέλουν συνειδητά(;), να «αποπροσανατολίσουν» τη φυσική ηγεσία των κυνηγών, να στρέψουν το ενδιαφέρον της μονοσήμαντα στη τύχη της υπογραφής της ρυθμιστικής, ενώ ταυτόχρονα, απεργάζονται πολύ μεγαλύτερου βάρους και σημασίας αποφάσεις «κάτω από το τραπέζι», όπως αυτές, της «παθητικής νομιμοποίησης» των μη συνεργαζομένων συλλόγων, την παρατεινόμενη «ολιγωρία» υπογραφής απόφασης για τη Θηροφυλακή ενώ οι ερμηνευτικές «εγκύκλιοι» πάνε και έρχονται, σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσουν κατά το «δοκούν» το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο και να προωθήσουν ρυθμίσεις «καινοφανούς» χαρακτήρα, αμφιλεγόμενης χρησιμότητας και προφανούς σκοπιμότητας…

Η «κορυφή» επομένως του παγόβουνου, δεν είναι σε καμία περίπτωση η ετήσια ρυθμιστική απόφαση, η οποία δεν πρέπει να συνιστά την «αιχμή του δόρατος» των επιδιώξεων μας, αφού η επανάληψη της ίδιας ρυθμιστικής απόφασης με αυτές από το έτος 2003 είναι το μόνο πράγμα που όφειλε να κάνει το Υπουργείο. Είναι αυτονόητο ότι έχει ήδη επέλθει η προσαρμογή στις υποδείξεις του ΣτΕ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το 2002/2003, άρα «άνθρακες ο θησαυρός απόφαση, γιατί όμως κάθε χρόνο παρουσιάζεται η ίδια ασυνέπεια και η ίδια ολιγωρία; Οφείλεται άραγε, μόνον στους συνήθεις γραφειοκρατικούς και τυπολατρικούς λόγους;
Η κατάσταση αυτή, με μέρος της κυνηγετικής κοινότητας, σε κλίμα «νηνεμίας και θερινής ραστώνης», να απολαμβάνει πιθανόν «τα μπάνια του λαού», αναμένοντας εθιμικά ότι από 20/8 – 28/2 θα κυνηγήσει υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και ότι «κάποιοι της ΚΣΕ θα τρέξουν για όλους», λειτουργεί διαλυτικά, απονευρώνοντας παράλληλα και «ευνουχίζοντας» τη δυνατότητα μαζικών και έντονων συλλογικών αντιδράσεων, που πρέπει να θεωρούνται «εκ των ουκ άνευ», αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε τη μακροημέρευση του κυνηγιού στη χώρα μας και επιτέλους, το αρμόδιο Υπουργείο και ειδικά η υπηρεσιακή του ιεραρχία της Δνσης Θήρας, να σεβαστεί τους ισχύοντες κανόνες και να συνεργαστεί με τις θεσμοθετημένες από τις διατάξεις του ΝΔ 86/1969 Κ.Ο…
Κάθε άλλη υπηρεσιακή «επιλογή», είναι εκ του πονηρού και κινείται, αν δεν ξεπερνά κιόλας, τα όρια της διακριτικής εξουσίας και τις αρμοδιότητες της Δ/νσης Θήρας…

Υ.Γ Μνημονεύεται ακολούθως το αιτιολογικό και εξουσιοδοτικό μέρος της περυσινής απόφασης για να καταστεί ευχερής η εξαγωγή συμπερασμάτων…
«Α Π Ο Φ Α Σ Η 2005/2006

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν.Δ 86/69 «περί δασικού κώδικα» (άρθρα 251, 258, 259 και 261) το Ν.Δ 996/71 (άρθρο 11), του Ν. 177/75 (άρθρα 7 και 8), του Ν. 2637/98 (άρθρα 57, 58 και 59) και της 414985/29-11-85 (ΦΕΚ:757/Β/18-12-85) κοινής απόφασης των Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Αναπληρωτή Υπουργού Γεωργίας «Μέτρα διαχείρισης της άγριας πτηνοπανίδας», όπως αυτή τροποποιήθηκε με τις 366599/16-12-96 (ΦΕΚ:1188/Β/31-12-96) και 294283/23-12-97 (ΦΕΚ:68/Β/4-2-98) κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας.
2. Το άρθρο 255 του ΝΔ 86/69, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57,παρ.4 του Ν.2637/98.
3. Την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης «για την διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης» όπως κυρώθηκε με το Ν. 1335/83 (ΦΕΚ 32/Α/13-3-83).
4. Την Διεθνή Σύμβαση Ραμσάρ «για την προστασία των διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδίως ως υδροβιοτόπων», η οποία κυρώθηκε με το Ν. 191/1974 (ΦΕΚ 350/Α/ 29-11-74).
5. Την Σύμβαση της Βόννης «για την διατήρηση των αποδημητικών ειδών που ανήκουν στην άγρια πανίδα», η οποία κυρώθηκε με το Ν. 2719/99 (ΦΕΚ 106/Α/ 26-5-99).
6. Την Κοινοτική Οδηγία 79/409/ΕΟΚ «για την διατήρηση των άγριων πτηνών» καθώς και όλες τις μετέπειτα σχετικές τροποποιήσεις της.
7. Την Κοινοτική Οδηγία 92/43/ΕΟΚ «για την διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας».
8. Τις 399/93, 540/93, 641/93, 1174/94, 1592/98 , 590/98 , 2580/00 , 1047/01 και 2603/03 αποφάσεις του ΣτΕ.
9. Το Ν.3028/28-6-2002 «για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς».
10. Τα αποτελέσματα των από 15/7 και 18/7/2005 συσκέψεων με τις κυνηγετικές και οικολογικές οργανώσεις.
11. Το άρθρο 29Α του Ν. 1558/85 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» που προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/92 (ΦΕΚ 154/Α/ 10-9-92).
12. Το Προεδρικό Διάταγμα 121/2004 «Διορισμός Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ: Α΄ 84).
13. Την 132/11-10-2004 Κοινή Απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Αλέξανδρο Κοντό» (ΦΕΚ: 1533/Β/14-10-2004).
14. Την σχετική εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης της Γενικής Γραμματείας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος, η οποία διαμορφώθηκε με βάση:
α. Τις απόψεις ή προτάσεις που κατέθεσαν η Κ.Σ.Ε., οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, ορισμένες περιφερειακές Δασικές Αρχές, οι ΟΤΑ και λοιποί τρίτοι.
β. Τις διαθέσιμες έγκυρες πληροφορίες, επιστημονικά στοιχεία και μελέτες, αποτελέσματα προγραμμάτων κ.α. σχετικά με το καθεστώς διαχείρισης των αναφερομένων στον πίνακα θηρεύσιμων ειδών, ιδιαίτερα τα δεδομένα της Επιστημονικής Βάσης ORNIS.
γ. Την ανάγκη διατήρησης των πληθυσμών όλων των ειδών της άγριας πανίδας σε ικανοποιητικά επίπεδα, ώστε να ανταποκρίνονται στις οικολογικές, επιστημονικές και μορφωτικές απαιτήσεις, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και ψυχαγωγικών τοιούτων.
δ. Τις εκθέσεις της υπηρεσίας υπό τον τίτλο «Μελέτη της γενικής κατάστασης των θηρευόμενων ειδών και της επίδρασης της θήρας στους πληθυσμούς τους» (Ιούλιος 1995) και «Μελέτη της πληθυσμιακής κατάστασης ορισμένων υδροβίων πουλιών στην Ελλάδα» (Ιούλιος 1995), που επικαιροποιήθηκαν με νεώτερες αντίστοιχες εκθέσεις (Σεπτέμβριος 1998 και Φεβρουάριος 1999).
15. Την σχετική με το εν λόγω θέμα , πρόσφατη Έρευνα – Μελέτη αναφερομένη:
• Στην επίδραση της χρονικής περιόδου της θήρας επί των θηρεύσιμων και των απολύτως προστατευομένων ειδών.
• Τον κίνδυνο αφανισμού ή μείωσης του πληθυσμού ενός εκάστου των θηρεύσιμων ειδών στην Ελλάδα.
• Καθώς και της δυνατότητας ελέγχου της λαθροθηρίας.
16. Την επιστολή JURM (2003) 8249MK/13-11-2003 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , με την οποία παραιτείται από την προσφυγή κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας (υπόθεση C-167/03) λόγω συμμόρφωσης της Ελληνικής Νομοθεσίας με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 4 της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ.
17. Την διαταγή του Προέδρου του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 14-01-2004 περί διαγραφής της υπόθεσης C-167/03.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων