Παρανομίες καταγγέλει η Ορνιθολογική, πάλι…

0

του Γιάννη Θεοδώρου

Σε ανακοίνωση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας (ΕΟΕ), στις 4/8/2006 που καταχωρείται και στην ιστοσελίδα της, η ρυθμιστική Υπουργική Απόφαση για το κυνήγι θεωρείται (και πάλι όπως και η περυσινή) παράνομη και οι ρυθμίσεις της επιβλαβείς.

Συγκεκριμένα υποστηρίζει η ΕΟΕ ότι:

«Παράνομη για άλλη μια φορά η ρυθμιστική για τη φετινή κυνηγετική περίοδο που ανακοίνωσε το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος το Υπουργείο αγνοεί την ουσία του προβλήματος, και κωφεύει στις προειδοποιήσεις ότι για άλλη μία φορά η Ελλάδα δεν συμμορφώνεται με το Ευρωπαϊκό δίκαιο, παρόλο που έχει δεσμευτεί για την ενσωμάτωση του στην εθνική νομοθεσία και την ορθή εφαρμογή του.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, απαγορεύεται ρητά το κυνήγι κατά την μεταναστευτική και αναπαραγωγική περίοδο. Το Υπουργείο, με ετήσιες ρυθμίσεις στη λήξη της κυνηγετικής περιόδου εφαρμόζει κλιμακωτές ημερομηνίες, δημιουργώντας έτσι ένα σωρό εξαιρέσεις και «παραθυράκια» σε μία αρκετά ξεκάθαρη νομοθεσία που ορίζει μόνο μια και συγκεκριμένη ημερομηνία.

Το αποτέλεσμα είναι θλιβερό. Κατά την περίοδο αυτή αυξάνεται δραματικά ο αριθμός προστατευόμενων (και επομένως μη θηρεύσιμων) πουλιών τα οποία φέρουν τραύματα από σκάγια. Επίσης, μπορεί να παρατηρηθεί μείωση της αναπαραγωγικής επιτυχίας ορισμένων ειδών. Τέλος, κάθε χρόνο υπάρχει μεγάλη αύξηση του φαινόμενου της λαθροθηρίας κατά την διάρκεια αυτών των ημερών.

Η ΕΟΕ. κάνει έκκληση στο Υπουργείο, αλλά και σε όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, να σταματήσει αυτή η συνεχής παραβίαση της νομοθεσίας πριν μας επιβληθούν κυρώσεις. Ας σεβαστούμε όλοι μας τους νόμους, συμβάλλοντας έτσι ουσιαστικά στην προστασία του περιβάλλοντος».

Επειδή η ΕΟΕ, αρέσκεται κατά καιρούς στα πλαίσια της αντικυνηγετικής επιχειρηματολογίας, να προστρέχει στα ετυμολογικά – ερμηνευτικά λεξικά της ελληνικής γλώσσας και να αναφέρεται στην ακριβή έννοια των λέξεων, τότε εν προκειμένω, η κυριολεκτική έννοια-σημασία της λέξης «κλειδί» που χρησιμοποιεί για να «απορρίψει» την παραπάνω ΥΑ είναι «παράνομη» όπου: «παράνομος, η < αρχ. παρά + νόμος = ο μη νόμιμος, συνώνυμο ο έκνομος».

Ευθέως λοιπόν γεννάται το ερώτημα:

Ποιοι νόμοι «παραβιάστηκαν» και ποιο νομοθετικό πλαίσιο δεν λήφθηκε υπόψη; Στο αιτιολογικό μέρος του προοιμίου της από 3/8/2006 ΥΑ, αναφέρονται:

α) Σωρεία εξουσιοδοτικών νόμων, πολλοί εξ αυτών, κυρωτικοί Διεθνών Συμβάσεων

β) Όλες οι δικαστικές αποφάσεις που συνιστούν «νομολογία» και προήλθαν από δικαστική κρίση κατόπιν των επανειλημμένων αιτήσεων ακύρωσης οικολογικών σωματείων των εκάστοτε ρυθμιστικών και από τις οποίες ιδιαίτερη αξία έχουν οι αποφάσεις αρ.2603/03 ΣτΕ (παραγρ.7) καθώς και η επιστολή JURM /8249ΜΚ/13-11-2003 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το ΔΕΚ, αναφορικά με την υπόθεση C-167/03 και τη διαταγή Προέδρου του Δικ/ρίου των Ε.Κ της 14ης -1-2004 περί διαγραφής της παραπάνω απόφασης.

γ) Όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες, μελέτες και τα επιστημονικά στοιχεία και αποτελέσματα προγραμμάτων, τα δεδομένα της Βάσης “ORNIS” καθώς και πρόσφατη μελέτη επίδρασης της χρονικής επίδρασης της θήρας επί των θηρευσίμων και προστατευομένων ειδών σε σχέση με το κίνδυνο αφανισμού ή μείωσης του πληθυσμού ενός εκάστου των θηρευσίμων ειδών και η δυνατότητα ελέγχου της λαθροθηρίας.

Στο παρελθόν ως γνωστόν, η ΕΟΕ, υπήρξε αντίδικος των κυνηγών και ενώπιον των Ακυρωτικών Δικαστηρίων (ΣτΕ) και ως εκ τούτου όφειλε να γνωρίζει ότι, κάθε διοικητική πράξη (εδώ η ΥΑ περί ρυθμιστικής), «πάσχει» και θεωρείται «παράνομη» όταν η εκδούσα αρχή ήταν αναρμόδια για αυτό, όταν παραβιάστηκε ουσιώδης τύπος [που είχε ταχθεί ως προϋπόθεση για την ενέργεια της πράξης), όταν παραβιάστηκε κατ΄ ουσία διάταξη νόμου και όταν υπήρξε κατάχρηση εξουσίας, δηλαδή η πράξη της Διοίκησης, φέρει μεν τα στοιχεία της νομιμότητας, γίνεται όμως για σκοπό καταδήλως άλλον από εκείνον για τον οποίον έχει νομοθετηθεί. Αρμόδια δε να κρίνουν την «παρανομία» των κατ΄ έτος ρυθμιστικών υπουργικών αποφάσεων για το κυνήγι ως «διοικητικών εκτελεστών πράξεων», είναι τα Ακυρωτικά Δικαστήρια της χώρας μας (ΣτΕ, Ε΄ Τμήμα), μετά από προσβολή με αίτηση ακύρωσης (σχετ. ΝΔ 170/73, Ν. 702/77, Ν. 1470/84 και Κωδικ/νο Π Δγμα 18/89) και όχι βέβαια η ΕΟΕ…

Απορίας άξιον λοιπόν, που εδράζεται αντικειμενικά, η υποδεικνυόμενη από την ΕΟΕ «παρανομία» και από πού προκύπτουν και πως αιτιολογούνται οι «επιβλαβείς επιδράσεις» της θήρας, σε σχέση με τη ρυθμιστική απόφαση της περιόδου 2006/2007, τη στιγμή που η ίδια δεν εισκομίζει καμία (αντίθετη) μελέτη ή σχετική έκθεση ή έστω μια τυπική αναφορά, ως αρωγούς των αιτιάσεων της, γιατί άραγε; Δεν μπόρεσαν τόσα χρόνια να κάνουν κάτι ανάλογο αυτού που έκαναν οι Κ.Ο για τους θηραματικούς πληθυσμούς και τα ενδιαιτήματά τους;

Και η φετεινή ΥΑ εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία της πλήρους νομιμότητας και ευθυγράμμισής της με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, στοιχεία που την θωρακίζουν αιτιολογικά και την καθιστούν, ως πράξη διοικητική, «απρόσβλητη» και για τυπικούς και για ουσιαστικούς λόγους ενώπιον του ΣτΕ.

Οι Κ.Ο και ειδικότερα η ΚΣΕ ως η τελική συνισταμένη αυτών, συνέβαλε άμεσα και καθοριστικά στη διενέργεια πληθώρας επιστημονικών μελετών επί των θηραματικών πληθυσμών και οι οποίες όπως λχ η πρόσφατη μελέτη της Επιτροπής του Καθηγητή ΑΠΘ Νικ. Παπαγεωργίου, προσέδωσαν το απαιτούμενο κύρος στις ρυθμιστικές αποφάσεις, ειδικά μετά το 2003, μιας και η τεκμηρίωσή τους από τη Δ/νση Θήρας του Υπουργείου ήταν ελλιπής και οι όποιες επικαιροποιημένες μελέτες «όνειρα θερινής νυκτός»…
Μια κατάσταση όμως που «βόλεψε» τους ταγούς της οικολογικής ευταξίας και καθιστούσε την ρυθμιστική νομικά ευάλωτη και ευχερώς ακυρωτέα, η υπηρεσιακή ολιγωρία αποτέλεσε «Δούρειο Ίππο» σε τέτοιο βαθμό, που οι αντίδικοι των κυνηγών θεωρούσαν την ακύρωση της ρυθμιστικής βέβαιη και φυσικά, δεν είχαν ανάγκη να «τρέξουν», να «κουραστούν», να συλλέξουν στοιχεία και να τεκμηριώσουν μελέτες όπως όφειλαν. Και όταν οι δικαστικές αποφάσεις ανέτρεψαν πλήρως το σκηνικό από το 2003 αιφνιδιάσθηκαν, βρέθηκαν σε αδιέξοδο και δεν μπορούν ακόμη να απεμπλακούν από τα «αντικυνηγετικά» σύνδρομα…στον ολισθηρό όμως δρόμο της αντικυνηγετικής οξύτητας, ως την έσχατη γραμμή άμυνας και «ανασύνταξης των δυνάμεων του χώρου», δεν θα τους ακολουθήσουν οι Κ.Ο…

Η θήρα εξ αντικειμένου, αποτελεί μια πολυδιάστατη δραστηριότητα, με οικολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές προεκτάσεις και αυτό που είναι απαραίτητο και αναγκαίο, είναι να αντιληφθούν οι οικολογικές οργανώσεις, ότι αποτελεί ένα διαχειριστικό εργαλεία μείζονος σημασίας και οι κοινότυπες, ανούσιες και επαναλαμβανόμενες «οιμωγές» των δεινών και των κακών που επιφέρει το κυνήγι, δεν προσφέρουν τίποτα, ειδικά όταν απολήγουν στη γνωστή επωδό «σταματήστε το κυνήγι…».

Χωρίς την ενεργή συμμετοχή και την ανάμειξη των Κ.Ο, δεν θα υπήρχε κυνήγι στη χώρα μας ούτε για τη χρονική περίοδο που προβλέπεται (20/8-28/2) ούτε για τα θηραματικά είδη που θηρεύονται ενδημικά και μη ούτε στις επιτρεπόμενες περιοχές που ασκείται το κυνήγι, «μια στρατιά ανθρώπων» όπως επισημαίνει η ΚΣΕ, εργάζεται ακούραστα χρόνια τώρα, αγόγγυστα, για τη διάσωση και ανάπτυξη του ανανεώσιμου φυσικού πόρου, των άγριων θηραματικών πληθυσμών, το θέμα είναι, ποιος θα ακολουθήσει και θα συμπορευτεί μαζί με τους κυνηγούς στον αγώνα αυτό…

Οι αφοριστικές, καταγγελτικές και «φονταμενταλιστικές» οικολογικές θεωρήσεις δεν συμβάλλουν προς τη κατεύθυνση αυτή και κάθε λύση στα «υποτιθέμενα προβλήματα» του κυνηγιού, απαιτεί καταρχήν την παραδοχή ότι το κυνήγι είναι μια καθόλα νόμιμη δραστηριότητα.
Αντιλήψεις περί «ανώτερων» κυνηγετικών κύκλων – ελίτ, κυνηγών «διωκτών» των οικολόγων αντικυνηγών, παρουσίασης των μελετών των Κ.Ο ως «καταγραφών», υποβάθμισης και απαξίωσης του Προγράμματος «ΑΡΤΕΜΙΣ» – το οποίο όπως γνωρίζει η ΕΟΕ μιας και συμμετείχαν με εκπρόσωπο ως παρατηρητής στη Συνδιάσκεψη της Αθήνας στις 3/6/2006, υιοθετείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο – που υποστηρίζουν κατά καιρούς στελέχη της ΕΟΕ, δεν συνάδουν με την πραγματικότητα, το κυνήγι ήταν και είναι σε διεθνές επίπεδο «μέρος της λύσης του προβλήματος», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο αρμόδιος για τα θέματα Περιβάλλοντος, Επίτροπος κ. Δήμας στην εν λόγω Συνδιάσκεψη…

Τα «μυθεύματα περί των κακών κυνηγών», σήμερα πια, δεν εντυπωσιάζουν και δεν διεμβολίζουν τα «ανακλαστικά της κοινωνίας» που απευθύνονται «οδυρόμενες» οι εναπομείνασες (εγχωρίως) οικολογικές οργανώσεις, όπως γινόταν τη προηγούμενη «χρυσή 15ετία», οι ίδιες εξαιτίας των ακραίων ή αστήρικτων και αόριστων επιφάσεων και της λυσσώδους έχθρας κατά των κυνηγών, σαν να μη υπήρχαν άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα, σταδιακά περιθωριοποιήθηκαν και ατόνησαν, ειδικά μετά τις δικαστικές αποφάσεις που δικαίωσαν πλήρως τις κυνηγετικές θέσεις…

Όμως η (αντικυνηγετική) ιστορία, (δυστυχώς), όταν επαναλαμβάνεται, με αφορμή την υπογραφή της ετήσιας ρυθμιστικής από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, καταλήγει σε φάρσα…

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων