Το Άλογο της Πίνδου

0

Το Άλογο της Πίνδου ή Αλογάκι της Πίνδου ή Πόνι της Πίνδου είναι, ίσως, η πιο γνωστή από τις φυλές αλόγων ελληνικής καταγωγής. Οι ελληνικές φυλές προέρχονται από το άλογο των Βαλκανίων και ανάλογα με τις περιβαλλοντολογικές συνθήκες διαβίωσης, στους αιώνες, αναπτύχθηκαν δύο τύποι, ο ορεινός και ο πεδινός. Το άλογο της Πίνδου ανήκει στον ορεινό τύπο.

Περιγραφή
Πρόκειται για ένα αρκετά μικρόσωμο και ανθεκτικό ζώο.
Το ύψος τους στο ακρώμιο κυμαίνεται από 110 εκ μέχρι τα 135 εκ, οι φοράδες πάνε από 110 εκ έως 135 εκ, οι επιβήτορες από 120 εκ μέχρι 135 εκ ενώ τα ευνουχισμένα από 125 εκ μέχρι 135 εκ.

Η εμφάνιση του δεν είναι αρμονική εξαιτίας της διαφορετικής ανάπτυξης των διαφόρων μερών του σώματος. Το σώμα φαίνεται επίμηκες λόγω της μικρής ανάπτυξης των άκρων. Είναι λεπτό με τις ωμοπλάτες μυϊκά ανεπτυγμένες που σχηματίζουν οξεία γωνία στο ακρώμιο. Οι γλουτοί είναι λεπτοί χωρίς ιδιαίτερα ανεπτυγμένες μυϊκές μάζες. Το κεφάλι είναι λεπτοκαμωμένο και καταλήγει απότομα στην άκρη, τα χείλη είναι λεπτά ενώ τα ρουθούνια είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένα και ανοιχτά για να διευκολύνουν την αναπνοή. Ο τράχηλος είναι φαρδύς και ισχυρός με καλά ανεπτυγμένο σκελετό. Η χαίτη καλύπτει σχεδόν όλο τον τράχηλο και πέφτει στην μία πλευρά. Τα πόδια έχουν δυνατό σκελετό και είναι κοντά, ιδιαιτέρως τα μπροστινά, αλλά χοντρά, καταλήγουν σε μικρές ωοειδής οπλές, αυτά τα χαρακτηριστικά επιτρέπουν σταθερότητα στις μετακινήσεις σε τραχεία και δύσβατα εδάφη. Η ουρά είναι μακριά και φτάνει μέχρι τους ταρσούς.

Οι χρωματισμοί που μπορούν να έχουν τα άτομα αυτής της φυλής μπορούν να είναι ποικίλεις. Οι πιο συνηθισμένοι είναι ο ορφνός σε διάφορες αποχρώσεις όπως καστανός, βαθύς και ορφνομελανός, και ο φαιός σε αποχρώσεις όπως πολύ ανοιχτός, ερυθρόστικος και βαθύς. Λιγότερο συχνά μπορούν να έχουν άλλους χρωματισμούς όπως ξανθό και ερυθρόφαιο.

Η σεξουαλική ωρίμανση αυτών των αλόγων επέρχεται και για τα δύο φύλα στην ηλικία των δύο ετών. Η αναπαραγωγική περίοδος πηγαίνει από τις αρχές της άνοιξης μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού.

Ο χαρακτήρας τους είναι εύκολος και πράος, θεωρούνται από τις πιο εύκολες για την εκπαίδευση φυλές του κόσμου. Είναι πολύ τρυφερά, ήρεμα και υπάκουα. Έχουν μεγάλες αντοχές και μπορούν να αντέξουν σε δύσκολες συνθήκες χωρίς προβλήματα, γι αυτό είναι κατάλληλα σε περιοχές δύσβατες και με ακραία καιρικά φαινόμενα.

Ιστορία
Η φυλή της Πίνδου, όπως όλες οι φυλές της Ελλάδας, κατάγεται από το αρχαίο βαλκανικό άλογο. Κατά την διάρκεια των αιώνων διαφοροποιήθηκε στην σημερινή φυλή προσαρμοζόμενο στις περιβαλλοντολογικές συνθήκες που ζούσε. Από την αρχή αποτέλεσε σημαντικό βοήθημα για τις οικογένειες που ζούσαν στις ορεινές περιοχές της Πίνδου και χρησιμοποιήθηκε για τις αγροτικές εργασίες και κυρίως για τις μεταφορές ανθρώπων και φορτίων. Μία άλλη σημαντική χρήση του ήταν και είναι ακόμα η παραγωγή ημιόνων, πρακτική, όμως που έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση των γεννήσεων καθαρόαιμων αλόγων. Η φυλή απέκτησε μεγάλη φήμη κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41 οπότε ο Ελληνικός στρατός την χρησιμοποίησε κυρίως για τις μεταφορές και τις επικοινωνίες. Τα λίγα άτομα που βρίσκουμε σήμερα σε κάποιες ορεινές περιοχές άλλων βαλκανικών χορών είναι απόγονοι αλόγων εκείνης της περιόδου. Από την δεκαετία του 60, με την μηχανοποίηση του αγροτικού τομέα και την διάνοιξη δρόμων και στις ορεινές περιοχές, ο αριθμός τους μειώθηκε και σήμερα χρησιμοποιούνται μόνο για την παραγωγή ημιόνων και σε κάποιες περιοχές για ψυχαγωγία.

Εξάπλωση και προστασία
Σήμερα δεν είναι απόλυτα γνωστός ο ακριβής αριθμός των ατόμων αυτής της φυλής, κυρίως όσον αφορά τα καθαρόαιμα. Η εξάπλωση του περιλαμβάνει βασικά τις περιοχές καταγωγής του. Το βρίσκουμε σε όλο το ορεινό συγκρότημα της Πίνδου και στους κοντινούς ορεινούς όγκους, της δυτικής Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας. Σε μικρό αριθμό βρίσκεται σε ορεινά της Σερβίας, της Αλβανίας και του Κοσσυφοπεδίου. Υπάρχουν και κάποια άγρια κοπάδια σε μερικές περιοχές της χώρας που προέρχονται από άλογα που στο παρελθόν εγκαταλείφθηκαν από τους ιδιοκτήτες τους στο παρελθόν και λόγω της μεγάλης τους αντοχής και ανθεκτικότητας κατάφεραν να επιβιώσουν και να σχηματίσουν άγρια κοπάδια. Τα πιο γνωστά από αυτά τα κοπάδια βρίσκονται στις εκβολές του Αχελώου με περίπου 40 άτομα, στις εκβολές του ποταμού Καλαμά καθώς και στις εκβολές των ποταμών Αξιού, Αλιάκμονα και Έβρου. Μεγαλύτερα κοπάδια βρίσκονται στην Ροδόπη, με 400 περίπου άτομα και στη Λεππενού Αμφιλοχίας με 200 περίπου άτομα.

Μέχρι τώρα η διάσωση της φυλής οφειλόταν σε κάποιους κτηνοτρόφους που συνέχισαν να τα χρησιμοποιούν και σε κάποια μεμονωμένα άτομα οι συλλόγους που με προσωπικές πρωτοβουλίες προσπάθησαν να την διασώσουν. Αργότερα ανέλαβαν πρωτοβουλίες και κάποιοι από τους δήμους στα όρια των οποίων υπάρχουν άγρια κοπάδια. Σήμερα η πολιτεία έχει ξεκινήσει κάποια προγράμματα μέσω των ερευνητικών κέντρων, όπως το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και με την χρηματοδότηση από τα προγράμματα διάσωσης τηςβιοποικιλότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2011 ξεκίνησε και ένα πρόγραμμα γενετικής ανάλυσης και καταγραφής της φυλής σε συνεργασία με πανεπιστήμιο του Τέξας.

el.wikipedia.org

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων