Κυνοχρησία και κυνοφιλία

0

Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες στην κυνηγετική διαδικασία, είναι βέβαια ο κυνηγετικός σκύλος. Άλλωστε «κυνηγώ» σημαίνει οδηγώ τον σκύλο να βρει (για λογαριασμό μου) το θήραμα (κυνηγώ = άγω κύνα). Οι περισσότεροι από μας έχουμε ένα ή και περισσότερους σκύλους. Στατιστικά, το περιοδικό μας έχει διαπιστώσει ότι στην επαρχία ο μέσος όρος των κατεχομένων από κυνηγούς σκύλων είναι τρεις. Αυτό σημαίνει ότι τα κυνηγόσκυλα κατέχουν τα πληθυσμιακά πρωτεία στην Ελλάδα. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλές εταιρίες παραγωγής σκυλοτροφών έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στον κυνηγετικό χώρο.

Οι κυνηγοί στην συντριπτική τους πλειοψηφία επιδιώκουν να αποκτήσουν πάντοτε τα σκυλιά υψηλής γενεαλογικής αξίας, πράγμα το οποίο συνεπάγεται και ανάλογο οικονομικό τίμημα. Φυσικό είναι λοιπόν να φροντίζουν τα σκυλιά τους περισσότερο, αν και συχνά παρατηρούμε φαινόμενα περίεργα που καμία σχέση δεν έχουν με την κυνοφιλία, αλλά ούτε και με την λογική. Υπάρχουν για παράδειγμα κυνηγοί που ταΐζουν τα σκυλιά τους με ξεροκόμματα ή το πολύ-πολύ με αποφάγια. Βέβαια, εδώ υπεισέρχεται και η άγνοια που κάνει ορισμένους να πιστεύουν ότι οι εξειδικευμένες τροφές είναι «χημικά παρασκευάσματα» και θα κάνουν κακό στον σκύλο μας. Κάποιοι άλλοι όμως, «ξερόλες» δεν έχουν ποτέ περάσει το κατώφλι του κτηνιάτρου, θεωρώντας ότι ο κτηνίατρος είναι ένας άνθρωπος που ενδιαφέρεται μόνο για την αμοιβή του και οι γνώσεις του βρίσκονται πολύ πιο κάτω από τις δικές μας.

Πρόσφατα μας έλεγε κάποιος ότι έκανε μόνος του τα εμβόλια στα κουτάβια και όσα κουτάβια εμβολίαζε μετά από λίγες μέρες πάθαιναν τύφο και πέθαιναν. Αποφάσισε λοιπόν να σταματήσει τους εμβολιασμούς, διότι διαπίστωσε ότι μόνο τα ανεμβολίαστα κουτάβια επιβίωναν. Για κτηνίατρο βέβαια ούτε λέξη. Θα μπορούσα να αναφέρω δεκάδες παραδείγματα κυνηγών, που μόνοι αποφασίζουν τι είναι καλό και τι είναι κακό για τα σκυλιά μας. Άλλωστε η καθημερινή επαφή μου με ιδιοκτήτες σκύλων, με κάνει να διαπιστώνω ότι ο κάθε άνθρωπος που έχει ένα ή περισσότερα ζώα στο σπίτι του, βλέπει με διαφορετικό τρόπο τα ζώα αυτά και δεν είναι σπάνια τα φαινόμενα υπερβολών που συχνά εκφράζονται με παθολογική αγάπη ή στο άλλο άκρο με βαρβαρότητα. Πρόσφατα όλοι γίναμε από τηλεοράσεως, μάρτυρες του βανδαλισμού μερικών «φιλάθλων» που πυρπόλησαν έναν άτυχο σκύλο για να εκδηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους προς την ομάδα που πήρε το κύπελλο ποδοσφαίρου κόντρα στη δική τους. 

Οι κυνηγοί όμως τελικά είναι κυνόφιλοι με την πλήρη σημασία της λέξης, ή απλά κυνοχρήστες, που βλέπουν το σκύλο ως άψυχο εργαλείο ταγμένο στην υπηρεσία του αφέντη; Πόσοι δηλαδή από μας έχουν τη διάθεση να κρατήσουν στο σπίτι τους ένα κυνηγόσκυλο, το οποίο δεν εξελίχτηκε σε απόλυτο εργαλείο. Πιστεύω ότι είναι λίγοι, διότι ανεξάρτητα από την αγάπη μας, το κυνηγόσκυλο θα πρέπει να είναι για μας ένας καλός συνεργάτης. Ένα συνεργάτη λοιπόν προβληματικό κανένας δεν τον θέλει. Άλλωστε σ’ αυτή την αρχή βασίζεται και η κυνηγετική κυνοφιλία, που μας οδηγεί στην διαρκή αναζήτηση του καλύτερου και κατ’ αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται και η βελτίωση κάθε φυλής.

Ένα κακό λοιπόν κυνηγόσκυλο θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει σκύλος συντροφιάς ή ακόμη και σκύλος φύλαξης. Σε καμία περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται να το εγκαταλείψουμε στο βουνό επειδή δεν μας έκανε τα κέφια. Το φαινόμενο αυτό δυστυχώς δεν είναι σπάνιο και παρουσιάζεται συνήθως το καλοκαίρι, οπότε κουτάβια ή αγύμναστα σκυλιά αδυνατούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του αφέντη, ο οποίος θεωρεί πως ο ευκολότερος τρόπος να απαλλαγεί από τον ανίκανο συνεργάτη είναι η απελευθέρωση στην ύπαιθρο. Περιττό βέβαια να πούμε ότι τα σκυλιά πεθαίνουν από ασιτία ή καταφεύγουν στα κατοικίδια που είναι εύκολη λεία για να τραφούν. Ίσως η σήμανση με μικροτσίπ ή τατουάζ που προβλέπει το καινούργιο νομοσχέδιο του Υπουργείου Γεωργίας να λύσει αυτού του είδους τα προβλήματα, διότι θα μπορεί εύκολα (;) να εντοπιστεί ο ιδιοκτήτης και να οδηγηθεί στα δικαστήρια απ’ όπου προβλέπονται αυστηρές ποινές.

Βέβαια, μερικές φορές γίναμε μάρτυρες ακόμη πιο τραγικών φαινομένων, αν και πιστεύω ότι είναι μεμονωμένες περιπτώσεις. Έχουμε συναντήσει για παράδειγμα «κυνηγούς» που δεν διστάζουν να στρέψουν το όπλο στο σκύλο, διότι δεν ήταν απόλυτα συνεπής στα «καθήκοντά» του. Κάποτε βρήκα ένα λαγόσκυλο να κρέμεται σ’ ένα δέντρο απαγχονισμένο με σύρμα. Αυτοί οι υπάνθρωποι δεν μπορεί να λέγονται κυνηγοί και βεβαίως δεν θα πρέπει να τους δεχόμαστε ανάμεσά μας. Βανδαλισμούς σε βάρος των σκύλων έχουμε συναντήσει πολλές φορές και καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες βάρβαρων ενεργειών, όχι βέβαια από κυνηγούς, αλλά από ανθρώπους που κυκλοφορούν με το προσωπείο του πολιτισμένου. Φόλες, ξυλοδαρμός, «σκοποβολή με αυτοκίνητα» και διάφορες ακόμη σπορ επινοήσεις που αναδεικνύουν τη σχέση ορισμένων νεοελλήνων με τα ζώα και ιδιαίτερα με τους σκύλους.

Θα μου πείτε βέβαια πως η κυνηγετική εκπαίδευση απαιτεί σε κάποιο βαθμό τιμωρία, όπως απαιτεί και επιβράβευση. Σύμφωνοι. Θα ήταν ουτοπία να πιστεύουμε ότι είναι δυνατό να εκπαιδευτεί ένας σκύλος εργασίας (όπως το κυνηγόσκυλο) δίχως ίχνος τιμωρίας. Υπάρχουν όμως δεκάδες μέθοδοι τιμωρίας που δεν φθάνουν στα επίπεδα της βαρβαρότητας κι αυτό βέβαια δεν έχει σχέση με την αγάπη μας για τους σκύλους. Ας μην ξεχνάμε πόσες φορές η μάνα ή ο πατέρας τιμωρούν το παιδί τους προκειμένου να το εκπαιδεύσουν σε κάτι. Αυτό βέβαια δεν είναι έλλειψη στοργής ή αγάπης. Έλλειψη στοργής κι αγάπης για τους σκύλους είναι η βλακώδης αντίληψη ορισμένων, που πιστεύουν ότι όσο πιο σκληρή είναι η τιμωρία, τόσο ευκολότερα θα εκπαιδευτεί ο σκύλος, αδιαφορώντας για την ταλαιπωρία στην οποία υποβάλλουν το ζώο. Το αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές είναι αντίθετο από το αναμενόμενο, διότι τα κυνηγόσκυλα, σε γενικές γραμμές, είναι ευαίσθητα κι αν δεχτούν σκληρή τιμωρία τρομοκρατούνται και παύουν να συνεργάζονται.

Η εκπαίδευση του κυνηγόσκυλου είναι μία πολύ λεπτή υπόθεση που απαιτεί γνώση, πείρα, υπομονή κι αγάπη για τα σκυλιά.. Αν ορισμένοι από μας δεν διαθέτουν το πιο πάνω τετράπτυχο θα πρέπει οπωσδήποτε να αναθέσουν την εκπαίδευση σε κάποιον ειδικό, που ξέρει πολύ καλύτερα τον πιο ανώδυνο τρόπο για να εκμεταλλευτεί τα κυνηγετικά ένστικτα του σκύλου και να τον κάνει φιλικό και συνεργάσιμο με τον άνθρωπο.
Εν κατακλείδι, εμείς οι κυνηγοί είμαστε κυνόφιλοι ή απλά χρησιμοποιούμε τον σκύλο ως εργαλείο για να φτάσουμε στο επιδιωκόμενο, που είναι το θήραμα;

Δύσκολα θα μπορούσε να απαντήσει κανείς σ’ αυτό το ερώτημα, αν ήθελε να αποφύγει τη γενίκευση. Προσωπικά πιστεύω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κυνηγών είναι πραγματικοί κυνόφιλοι, αλλά όχι ζωολάτρες. Ο χρόνος, ο κόπος και το χρήμα που διαθέτουν οι περισσότεροι από μας, δείχνουν ότι οι πιο πολλοί αγαπάμε περισσότερο το σκύλο απ’ ότι το κυνήγι αυτό καθαυτό.

Ο σκύλος είναι για μας (ή θα πρέπει να είναι) πραγματικός σύντροφος και συνεργάτης στις χαρές της φύσης, αλλά δεν θα πρέπει επ’ ουδενί να του προσδίδουμε ανθρώπινες ιδιότητες. Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα από τα εξυπνότερα όντα που βρίσκονται στη γη, αυτό όμως δεν τον κάνει ισότιμο με τον άνθρωπο. Οι έννοιες τις οποίες αντιλαμβάνεται είναι πολύ λιγότερες από εκείνες που αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος κι αυτό θα πρέπει να το έχουμε πάντοτε υπόψη όταν βρισκόμαστε μαζί του. Η επιβράβευση ή η τιμωρία θα πρέπει να συνοδεύουν άμεσα τη σωστή ή την λανθασμένη κίνηση του και ουδέποτε θα πρέπει να γίνονται… ετεροχρονισμένα, διότι του είναι αδύνατο να συνδέσει ή να συνθέσει τα πράγματα όπως ο άνθρωπος. Η στοργή είναι το κυρίαρχο στοιχείο στη σχέση μας μαζί του, διότι αυτή αποζητά από εμάς και γι αυτήν είναι διατεθειμένος να δώσει πολλά.
Τέλος, αν δεν αγαπάμε αληθινά τον σκύλο δεν θα μπορέσουμε ποτέ να εισπράξουμε τη μεγάλη του κυνηγετική συνεισφορά. Άλλωστε το «κυνήγι» χωρίς σκύλο ούτε άσχημο, ούτε υποτιμητικό είναι γι αυτούς που ενδιαφέρονται για το τρόπαιο και όχι για τη συγκίνηση που προσφέρει ο μεγάλος θηρευτής με τα τέσσερα πόδια.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων