Η δική μας ευθύνη για τις πέρδικες

0

Ήμουν δεκάχρονο παιδάκι όταν για πρώτη φορά άκουσα το λάλο της και λαχτάρησα στο ξαφνικό της πέταγμα. Θυμάμαι ακόμα τον παππού να σηκώνει το παλιό δίκαννο με τα κοκόρια και να πυροβολεί, το μεγαλόπρεπο πουλί των μύθων και των τραγουδιών να διπλώνει τα φτερά και να κατρακυλά, ενώ τα υπόλοιπα του κοπαδιού ξεσηκώνονταν με εκκωφαντικό πάταγο.
Θυμάμαι ακόμα με πόσο καμάρι έβαλα την πέρδικα στην κυνηγετική τσάντα, χωρίς να συνειδητοποιώ ότι από εκείνη τη στιγμή θα γινόμουν και εγώ δέσμιος της γοητείας της!
Από τότε οι πέρδικες είναι το πάθος μου και η αιτία που λάτρεψα τα βουνά της πατρίδας. Από τα πιο χαμηλά και ταπεινά πουρναροβούνια, μέχρι τις κορφές του Τζουμέρκου, της Γκαμήλας και του Γράμμου.

Στην διάρκεια των χρόνων πολλά άλλαξαν στα βουνά που φιλοξένησαν τα πάθη μας για τις βασίλισσες των γκρεμών…
Όταν ξεκίνησα να τις κυνηγώ, δεν υπήρχαν, ακόμα, δρόμοι στα περισσότερα αλπικά βουνά της χώρας μας. Επίσης, δεν υπήρχαν πολλά πουλόσκυλα, ενώ η τουφεκιά «στο φτερό» ήταν πολυτέλεια, κυρίως των κυνηγών της πόλης. Τις περισσότερες φορές η ορεινή πέρδικα ήταν για τους ντόπιους ένα ευκαιριακό κυνήγι, μετά η κατά τη διάρκεια του λαγοκυνηγιού.

Από τότε, όμως, πολλά άλλαξαν…
Πρώτα η διάνοιξη ορεινών δρόμων, όπου σπαταλήθηκαν εκατομμύρια της τότε ΕΟΚ, για να απορροφηθούν κονδύλια, με το πρόσχημα της βελτίωσης βοσκοτόπων και της πρόσβασης σε χορτολιβαδικές εκτάσεις της εκτατικής κτηνοτροφίας. Έτσι, χαράχτηκαν δρόμοι χωρίς καμία πρόβλεψη για την προστασία της πανίδας των βουνών που θα διέσχιζαν.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και τις αρχές του 1990, τεράστια οδικά δίκτυα διέσχισαν εμβληματικούς και απέραντους τόπους, που ήταν πολύτιμοι και αναντικατάστατοι σαν ενδιαιτήματα της πέρδικας.
Οι δρόμοι έφεραν την κυνηγετική πίεση και εκεί που κάποτε μόνο οι τολμηροί κατάφερναν να φτάσουν, μετά από πορείες ωρών!
Το κυνήγι της έγινε «μόδα» και, δυστυχώς, η επίδειξη στα καφενεία της δεκαετίας του 1990, είχε συνέπειες και στους πληθυσμούς της, αλλά και στους τόπους της. Σήμερα, δεν υπάρχουν πια ούτε «κρυφά» μέρη, ούτε «κρυφά» κοπάδια ,ούτε δυσπρόσιτοι κυνηγότοποι.
Οι αγροτικοί και κτηνοτροφικοί πληθυσμοί των ορεινών χωριών άρχισαν να μειώνονται δραστικά, αφού η νεολαία είχε, ήδη, δρομολογήσει τη ζωή της στη μεγάλη πόλη, καθώς η προηγούμενη γενιά έκλεινε τον κύκλο της ζωής και γέρναγε.
Ταυτόχρονα, η ευημερία έφερε την χρήση κεντρικής θέρμανσης ακόμα και στα πιο απομονωμένα χωριά . Έτσι, η ξύλευση σταμάτησε εντελώς και ο τόπος άρχισε να δασώνει και να πυκνώνει με ταχείς ρυθμούς.
Είτε στα αλπικά της Πίνδου και της Ηπείρου, είτε στα χαμηλά πουρναροβούνια της Στερεάς και της Πελοποννήσου, το δάσος ξαναπαίρνει γρήγορα το «έδαφος» του εις βάρος των ανοιχτών λιβαδικών εκτάσεων
Η επέκταση της βλάστησης σε όλο και ψηλότερα σημεία, φέρνει την αρπακτικότητα κοντά στους τόπους φωλεοποίησης, ενώ η πλήρως εγκαταλειμμένη δραστηριότητα των μικροκαλλιεργειών σιτηρών στα ορεινά, στερεί τα πουλιά από μια σημαντική πηγή τροφής σε κρίσιμες περιόδους.
Δεν είναι τυχαίο ότι, όπου συντηρείται έστω και στο ελάχιστο κάποια καλλιέργεια δημητριακών (κυρίως σαν βοσκή για αιγοπρόβατα), υπάρχουν ακόμα πληθυσμοί περδίκων.
Η αρπακτικότητα της αλεπούς και του κουναβιού (και προσφάτως των βιζόν στην Δυτική Μακεδονία), έχουν όλο και εντονότερο «αποτύπωμα» στη φωλεοποίηση της πέρδικας, με μεγάλο ποσοστό απωλειών ετησίως, στα εξαιρετικά ευαίσθητα ορεινά οικοσυστήματα.
Ο αυξανόμενος πληθυσμός του αγριόχοιρου αποτελεί μία νέα απειλή! Και είναι πια φανερό ότι, όπου τα αγριογούρουνα αποικίζουν τις ορεινές βοσκές, χάνονται και οι πέρδικες και οι λαγοί.
Αυτού του είδους η «αρπακτικότητα» που περιγράφεται σε εργασίες και μελέτες στις ΗΠΑ, στην Ιταλία και στην Ισπανία , αναμφισβήτητα συμβαίνει και στην χώρα μας.

Η εγκατάλειψη της αιγοτροφίας στα χαμηλότερα , καθώς και της εκτατικής προβατοτροφίας στα ορεινότερα, άλλαξε γρήγορα τον τόπο. Και από φιλικό ενδιαίτημα για τις πέρδικες, τον μετέτρεψε σε εχθρικό για τα κοπάδια των πουλιών.
Την τελευταία 20ετία, η άναρχη αγελαδοτροφία αντικατέστησε την προβατοτροφία σε μεγάλο βαθμό. Όμως, οι αγελάδες έχουν πολύ λιγότερη ανάγκη φύλαξης, μαζεύονται σπάνια, χρειάζονται πάρα πολύ νερό, τσαλαπατούν τα πάντα (και φωλιές) και, κυρίως, τρέφονται ανταγωνιστικά προς τις πέρδικες.
Η εκτατική αγελαδοτροφία στο εξωτερικό έχει αυστηρούς όρους, που ορίζονται από τα δασαρχεία (κάτι που στη χώρα μας ελάχιστα τηρείται, είτε σε χρονική διάρκεια είτε σε εκτάσεις).
Ακόμα χειρότερο αποτύπωμα στους πληθυσμούς της και στα ενδιαιτήματα της, έχουν τα αδέσποτα άλογα που κυριολεκτικά γδέρνουν τη γη από οποιαδήποτε βλάστηση. Σήμερα, αυτές οι αδέσποτες αγέλες αλόγων πολλαπλασιάζονται με ταχείς ρυθμούς σε αρκετά βουνά…

Δυστυχώς, οι ορεινοί όγκοι που ασκείται το κυνήγι της πέρδικας, δεν αντιμετωπίσθηκαν ποτέ από την πολιτεία και ως κυνηγότοπος που χρήζει διαχείρισης. Αντίθετα, αντιμετωπίζονται με αδιαφορία, με άγνοια, με αυθαιρεσία, χωρίς πρακτικά να ασκούνται πολιτικές διαχείρισης συνδεδεμένες μεταξύ τους.
Απόδειξη, η πρόσφατη προσπάθεια καταγραφής βοσκοτόπων από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, όπου η γη αντιμετωπίζεται μόνο σαν βοσκοϊκανότητα και τίποτε περισσότερο.
Και, βέβαια, όταν από την πολιτική εξουσία ασκείται κάποιου είδους «διαχείριση», αυτή μεταφράζεται… σε απαγορεύσεις κάθε μορφής.
Αυτές οι απαγορεύσεις υπαγορεύονται από αντικυνηγετικές οργανώσεις, αλλά κάποιες φορές… σιγοντάρονται και από κυνηγετικούς συλλόγους, που υποκινούμενοι από τοπικιστικά κίνητρα επιθυμούν να …διώξουν τους «ξένους» από τα μέρη τους!

Όμως, οι μακροχρόνιες απαγορεύσεις (μόνιμα Καταφύγια Άγριας Ζωής, Πάρκα και Δρυμοί), δρουν μειωτικά για τους πληθυσμούς της πέρδικας και εμποδίζουν την ανανέωση των κοπαδιών. Αυτό συμβαίνει γιατί τα μεγάλα σε ηλικία πουλιά, με την μειωμένη αναπαραγωγική ικανότητα, διεκδικούν τα ποιοτικότερα σημεία των ενδιαιτημάτων. Έτσι, σταδιακά οι πληθυσμοί τους γερνούν και αραιώνουν (σχετικές μελέτες έχουν αποδείξει του λόγου το αληθές).
Δυστυχώς, η μειωμένη ευελιξία του νομοθετικού μας συστήματος δεν προσφέρεται για την λήψη άμεσων αποφάσεων, που θα μπορούσαν να ευνοήσουν και να διαχειριστούν τα ενδιαιτήματα της πέρδικας, ρυθμίζοντας και την κυνηγετική πίεση που δέχεται ένα ενδιαίτημα.
Οι τοπικές απαγορεύσεις οδηγούν απλά σε υπερσυγκεντρώσεις κυνηγετικής πίεσης μετά την άρση τους , οπότε μετά δύο σαββατοκύριακα η κατάσταση επανέρχεται στην προηγούμενη «φτώχεια».
Όποιος διαβάζει αυτές τις γραμμές θα παρατηρεί ότι, δεν μιλώ για τους πληθυσμούς της ορεινής πέρδικας, αλλά για τα ενδιαιτήματα της.
Αυτό γίνεται γιατί δεν είναι οι αριθμοί που πάσχουν. Πέρδικες …υπάρχουν, αλλά σε περιοχές δυσπρόσιτες και πρακτικά μη κυνηγήσιμες: σε χείλη φαραγγιών, σε γκρεμούς, σε βουνά δυσπρόσιτα, με κλίσεις απαγορευτικές και απότομα περάσματα.
Οι πολιτικές που περιέγραψα πιο πάνω έχουν καταστρέψει τα κλασσικά ενδιαιτήματα και κυνηγοτόπια της πέρδικας, τις μεγάλες πλεύρες, τα μεγάλα πλάγια και τα ορεινά λιβάδια…
Πρόσφατα, η μάστιγα των ανεμογεννητριών αφαιρεί ακόμα περισσότερη πολύτιμη έκταση απο τα ενδιαιτήματα της πέρδικας . Νέοι δρόμοι ξεσκίζουν τα βουνά μας, και εκατομμύρια τόνοι μπετόν φωλιάζουν για πάντα στα σωθικά τους.
Αυτοί που κόπτονταν για οικολογικές παρεμβάσεις κάθε είδους, σιωπούν και συνηγορούν στις ανεμογεννήτριες. Ακόμα και οι δικαστές του ΣτΕ βλέπουν την καταστροφή των βουνών μας, ως …συμβατή με την προστασία τους δραστηριότητα!
Δυστυχώς, ούτε η εκτατική προβατοτροφία θα αναπτυχθεί ξανά στις ορεινές βοσκές, ούτε το κλαρί θα ξανακάψει στους χωριάτικους φούρνους, ούτε η αρπακτικότητα θα μειωθεί εύκολα, ούτε τα σχέδια για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών θα ακυρωθούν.
Στον μόνο παράγοντα που μπορούμε να παρέμβουμε, είναι η κυνηγετική πίεση. Και πάνω σε αυτό οφείλουμε να σταθούμε, να σκεφθούμε και να προτείνουμε…

 

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων