Εφεξής πιο δύσκολη η κατοχή όπλων στην Ευρώπη

0

Kατά τη διάρκεια διήμερης Συνόδου Ολομέλειας που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες οι ευρωβουλευτές συζήτησαν μια έκθεση που προτείνει να γίνει η κατοχή όπλων πιο δύσκολη στην Ευρώπη. Μετά από το μακελειό που έγινε σε σχολείο της Φιλανδίας στις 7 Νοεμβρίου και την ώρα που είναι δυνατή η αγορά όπλων μέσω του Διαδικτύου, λογικό είναι να θέλουν οι ευρωβουλευτές να αναθεωρηθεί η νομοθεσία του 1991.

Στις 7 Νοεμβρίου του 2007, ένας Φιλανδός 18 ετών πυροβόλησε και σκότωσε οχτώ άτομα στο λύκειο Γιοκέλα, στα βόρεια της χώρας. Το πρόσφατο αυτό μακελειό θυμίζει αντίστοιχα περιστατικά που έγιναν στη Γερμανία (2002) και τη Σκωτία (1996) και επιβάλει την ανάγκη καλύτερου ελέγχου της απόκτησης και της κατοχής όπλων στην Ευρώπη.

23 στους 100 Έλληνες και 36 στους 100 Κυπρίους κατέχουν όπλα

Στη Φιλανδία μπορεί κανείς να αγοράσει κυνηγετικό όπλο από τα 15 του χρόνια, γεγονός που κατατάσσει τη χώρα στην κορυφή του καταλόγου ευρωπαϊκών κρατών όσον αφορά την κατοχή όπλων. Έρευνες έδειξαν ότι από τα 100 ερωτηθέντα άτομα σε διάφορες χώρες, 46 Φιλανδοί κατέχουν όπλα, σε αντίθεση με 36 Κυπρίους, 32 Γάλλους, 23 Έλληνες, 17 Βέλγους και 16 Λουξεμβουργιανούς. Στις ΗΠΑ βέβαια το αντίστοιχο ποσοστό είναι 90%…

Με το άνοιγμα των συνόρων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη δυνατότητα αγοράς όπλων μέσω του Διαδικτύου, φυσικό είναι πολλές χώρες να αρχίσουν να ανησυχούν και να θεωρούν αναγκαίο να αναθεωρηθεί η κοινοτική νομοθεσία του 1991.

“Μετά από το πρόσφατο μακελειό στη Φιλανδία, την απόπειρα πυροβολισμών στη Γερμανία και την εξάπλωση των τροποποιημένων όπλων σε πόλεις της Μεγάλης Βρετανίας, οι ευρωβουλευτές θα έχουν την ευκαιρία σήμερα το βράδυ να υποστηρίξουν μια νομοθεσία που τάσσεται κατά της παράνομης εμπορίας και διακίνησης όπλων”, δήλωσε η Arlene McCarthy, πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και ευρωβουλευτής από τη Σοσιαλιστική Ομάδα.

Μια “ταυτότητα” για 20 χρόνια και ένα Ευρωπαϊκό Δελτίο Πυροβόλου Όπλου

Η Ολομέλεια των ευρωβουλευτών θα συζήτησε για την έκθεση επί της πρότασης νέας οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που διέπει τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων. Πρόκειται για την έκθεση της Gisela Kallenbach, από την Ομάδα των Πρασίνων/Ελεύθερης Ευρωπαϊκής Συμμαχίας.

Σύμφωνα με την εισηγήτρια της έκθεσης, προκειμένου να διευκολυνθεί η ιχνηλάτηση των όπλων, θα πρέπει εφεξής το κάθε όπλο να έχει τη δική του “ταυτότητα”, δηλαδή αναφορά του ονόματος της εταιρίας που το κατασκεύασε, του τόπου και του έτους κατασκευής, καθώς και έναν μοναδικό αναγνωριστικό αριθμό. Τα στοιχεία αυτά θα διατηρούνται σε μια βάση δεδομένων για 20 χρόνια (σε αντίθεση με τη διάρκεια 10 χρόνων που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή).

Στις προτάσεις της Γερμανίδας ευρωβουλευτού συγκαταλέγεται η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Δελτίο Πυροβόλου Όπλου, που πρέπει “να θεωρείται ως το μοναδικό έγγραφο που χρειάζονται οι κυνηγοί και οι σκοπευτές για να μεταφέρουν πυροβόλο όπλο σε άλλο κράτος μέλος” (χωρίς να επιβαρύνονται με περαιτέρω φορολόγηση).

18 ετών τουλάχιστον ο κάτοχος όπλου (έστω και τροποποιημένου)

Για να αγοράσει κάποιος όπλο θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 18 ετών (με κάποιες εξαιρέσεις, όπως πχ την περίπτωση που το όπλο προορίζεται για σκοποβολή).

Η πρόταση νέας οδηγίας καλύπτει επίσης τα τροποποιημένα όπλα (δηλαδή όπλα ψεύτικα ή παλιά που έχουν υποστεί αλλαγές, ώστε να γίνουν κανονικά όπλα), που χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από εγκληματίες.

Να σημειωθεί ότι, αν η Ολομέλεια εγκρίνει το κείμενο, η νέα οδηγία θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2008 (καθώς το Συμβούλιο έχει ήδη δώσει την έγκρισή του ως προς το παρόν κείμενο). Στη συνέχεια τα κράτη μέλη θα πρέπει να τη μεταφέρουν στην εθνική τους νομοθεσία πριν από το 2010.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 29 Νοεμβρίου 2007 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2007/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων(COM(2006)0093 – C6-0081/2006 – 2006/0031(COD))

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95, παράγραφος 1,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1) ,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2) ,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 1991 σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων(3) , θέσπισε ένα συνοδευτικό μέτρο της εσωτερικής αγοράς. Καθιερώνει μια ισορροπία μεταξύ της υποχρέωσης να εξασφαλισθεί κάποια ελευθερία κυκλοφορίας για ορισμένα πυροβόλα όπλα εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την ανάγκη πλαισίωσης της εν λόγω ελευθερίας από ορισμένες εγγυήσεις ασφαλείας, προσαρμοσμένες σ’αυτό το είδος προϊόντων.

(2) Σύμφωνα με την απόφαση 2001/748/ΕΚ του Συμβουλίου της 16ης Οκτωβρίου 2001 για την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας υπογραφή του πρωτοκόλλου που επισυνάπτεται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, σχετικά με την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών(4) , η Επιτροπή υπέγραψε, εξ ονόματος της Κοινότητας, το εν λόγω πρωτόκολλο (εφεξής ” πρωτόκολλο “).

(3) Η Επιτροπή υπέγραψε το Πρωτόκολλο για λογαριασμό της Κοινότητας στις 16 Ιανουαρίου 2002. Η προσχώρηση της Κοινότητας στο πρωτόκολλο απαιτεί τροπολογίες σε ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ. Πρέπει πράγματι να εξασφαλισθεί η συνεκτική, αποτελεσματική και ταχεία εφαρμογή των διεθνών υποχρεώσεων που έχουν αντίκτυπο στην οδηγία. Επιπλέον, επιβάλλεται να αξιοποιηθεί η ευκαιρία της αναθεώρησης αυτής έτσι ώστε να πραγματοποιηθούν βελτιώσεις στην οδηγία για να αντιμετωπισθούν ορισμένα προβλήματα, ιδίως εκείνα που εντοπίστηκαν στην έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 15ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ.

(4) Δεδομένου ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρουν αύξηση της χρήσης τροποποιημένων όπλων στην ΕΕ, είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι αυτά τα όπλα που μπορούν να τροποποιηθούν θα καλυφθούν από τον ορισμό των “πυροβόλων όπλων” στην παρούσα οδηγία.

(5) Τα πυροβόλα όπλα, τα μέρη και τα πυρομαχικά τους εισάγονται από τρίτες χώρες, υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία και, συνεπώς, στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

(6) Σ’αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αποσαφηνισθούν οι έννοιες της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, καθώς και η έννοια της ιχνηλάτησης , για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

(7) Επιπλέον, το πρωτόκολλο θεσπίζει υποχρέωση σήμανσης των όπλων κατά την κατασκευή τους και κατά τη μεταβίβαση κρατικών αποθεμάτων με σκοπό τη μόνιμη χρήση από πολίτες, ενώ η οδηγία 91/477/ΕΟΚ κάνει απλώς μια έμμεση νύξη στην υποχρέωση σήμανσης. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ιχνηλάτηση όπλων, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται μόνο αλφαριθμητικά σύμβολα και στη σήμανση να περιλαμβάνεται το έτος κατασκευής του όπλου (αν δεν αποτελεί μέρος του αριθμού σειράς). Η σύμβαση για την αμοιβαία αναγνώριση των σφραγίδων γνησιότητας των φορητών πυροβόλων όπλων, της 1ης Ιουλίου 1969, πρέπει να χρησιμοποιείται, όσο το δυνατόν περισσότερο, ως πρότυπο για το σύστημα σήμανσης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(8) Από την άλλη πλευρά, ενώ το Πρωτόκολλο προβλέπει ότι η διάρκεια τήρησης αρχείων με πληροφορίες σχετικά με τα όπλα πρέπει να γίνει τουλάχιστον δέκα έτη, είναι αναγκαίο, ενόψει της επικίνδυνης φύσης και της μακράς ζωής των όπλων, να παραταθεί η περίοδος αυτή σε τουλάχιστον 20 έτη έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η ορθή παρακολούθηση της διακίνησης των πυροβόλων όπλων. Είναι επίσης αναγκαίο τα κράτη μέλη να διατηρούν ένα μηχανοργανωμένο σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων, είτε αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο, που θα εξασφαλίζει την πρόσβαση των εξουσιοδοτημένων αρχών σε αυτά τα συστήματα όπου θα είναι καταχωρημένες όλες οι αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με κάθε μεμονωμένο πυροβόλο όπλο. Η πρόσβαση των αστυνομικών, δικαστικών και άλλων εξουσιοδοτημένων αρχών στις πληροφορίες που περιλαμβάνονται σ’ αυτό το ψηφιακό σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων, υπόκειται στην τήρηση του άρθρου 8 της σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.

(9) Πρέπει επίσης να διευκρινισθεί ότι οι δραστηριότητες μεσαζόντων και μεσιτείας που αναφέρονται στο άρθρο 15 του πρωτοκόλλου, πρέπει να οριστούν για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας .

10) Σε ορισμένες σοβαρές περιπτώσεις, η συμμόρφωση με τα άρθρα 5 και 6 του πρωτοκόλλου επιβάλλει την εφαρμογή ποινικών κυρώσεων και την κατάσχεση των όπλων.

(11) Όσον αφορά τις ενέργειες προκειμένου να καθίστανται τα πυροβόλα όπλα ακατάλληλα για χρήση, το σημείο III α) του Παραρτήματος I της οδηγίας παραπέμπει απλώς στις εθνικές νομοθεσίες. Το πρωτόκολλο προβλέπει πιο συγκεκριμένες γενικές αρχές με βάση τις οποίες καθίστανται τα όπλα ακατάλληλα για χρήση. Το Παράρτημα I της οδηγίας πρέπει, ως εκ τούτου, να συμπληρωθεί.

(12) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα της δραστηριότητας του οπλοπώλη, είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να ασκούν αυστηρό έλεγχο της δραστηριότητας αυτής, ιδίως προκειμένου να επαληθεύονται το επαγγελματικό ήθος και η επάρκεια των οπλοπωλών.

(13) Η αγορά πυροβόλων όπλων από ιδιώτες με εξ αποστάσεως επικοινωνία όπως, για παράδειγμα, μέσω του Διαδικτύου, θα πρέπει, όταν επιτρέπεται, να υπόκειται στους κανόνες που θεσπίζει η παρούσα οδηγία και, κατά γενικό κανόνα, η αγορά πυροβόλων όπλων από πρόσωπα που έχουν στο παρελθόν καταδικαστεί τελεσίδικα για ορισμένα σοβαρά ποινικά αδικήματα θα πρέπει να απαγορεύεται.

(14) Το Ευρωπαϊκό Δελτίο Πυροβόλου Όπλου λειτουργεί ικανοποιητικά σε γενικές γραμμές και πρέπει να θεωρείται το κύριο έγγραφο που χρειάζονται οι κυνηγοί και οι σκοπευτές για να μεταφέρουν πυροβόλο όπλο σε άλλο κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να θέτουν ως προϋπόθεση για την αποδοχή του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου την πληρωμή οποιουδήποτε τέλους ή χρέωσης.

(15) Προκειμένου να γίνει δυνατή η ιχνηλάτηση των πυροβόλων όπλων και να καταπολεμηθούν αποτελεσματικά η παράνομη διακίνηση και κατασκευή πυροβόλων όπλων, των μερών τους και των πυρομαχικών, επιβάλλεται να βελτιωθεί η ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στα κράτη μέλη.

(16) Η επεξεργασία των πληροφοριών υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και δεν μπορεί να βλάπτει το επίπεδο προστασίας των προσώπων όσον αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που επιβάλλουν οι διατάξεις της κοινοτικής και της εθνικής νομοθεσίας και, ιδίως, δεν τροποποιεί τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που ορίζονται με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

(17) Πολλά κράτη μέλη πρόσφατα απλούστευσαν τον τρόπο κατάταξης των πυροβόλων όπλων και, από τέσσερις, διατηρούν δύο μόνο κατηγορίες: απαγορευμένα πυροβόλα όπλα και πυροβόλα όπλα που υπόκεινται σε άδεια. Τα κράτη μέλη θα έπρεπε να προσαρμοσθούν στην απλουστευμένη αυτή κατάταξη αν και τα κράτη μέλη που κατατάσσουν τα πυροβόλα όπλα σε περισσότερες κατηγορίες μπορούν, βάσει της αρχής της επικουρικότητας, να διατηρούν τα ισχύοντα εκεί συστήματα κατάταξης.

(18) Η χορήγηση αδειών για απόκτηση και κατοχή πυροβόλου όπλου θα πρέπει, κατά το δυνατόν, να ακολουθεί μια ενιαία διοικητική διαδικασία.

(19) Υπενθυμίζοντας ότι το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ εξαιρεί, μεταξύ των άλλων, από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, από συλλέκτες και φορείς που ενδιαφέρονται για τα πυροβόλα όπλα από πολιτιστική και ιστορική άποψη και αναγνωρίζονται ως τέτοιοι από το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου είναι εγκατεστημένοι.

(20) Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (5) , τα κράτη μέλη πρέπει να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Κοινότητας, δικούς τους πίνακες οι οποίοι να αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

(21) Συνεπώς, πρέπει να τροποποιηθεί η οδηγία 91/477/ΕΟΚ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1) Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:
a) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “πυροβόλο όπλο” νοείται οποιοδήποτε φορητό όπλο με κάνη το οποίο εξακοντίζει, είναι σχεδιασμένο να εξακοντίζει ή μπορεί να μετατραπεί ώστε να εξακοντίζει σφαίρα, βολίδα ή βλήμα μέσω της ενέργειας εκρηκτικής ύλης, εκτός εάν ικανοποιεί τον παρόντα ορισμό αλλά εξαιρείται για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο Μέρος III του Παραρτήματος I. Τα πυροβόλα όπλα κατατάσσονται σε κατηγορίες στο Μέρος II του Παραρτήματος I .
– έχει τη μορφή πυροβόλου όπλου, και
– λόγω της κατασκευής του ή του υλικού από το οποίο είναι κατασκευασμένο, μπορεί να υποστεί αυτή τη μετατροπή.

β) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: ”
1α. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “μέρη” νοούνται οποιαδήποτε στοιχεία ή ανταλλακτικά είναι ειδικά σχεδιασμένα για πυροβόλα όπλα και απαραίτητα για τη λειτουργία τους, μεταξύ των οποίων κάνη, σκελετός ή δοχείο, ολκός ή κύλινδρος, περόνη ή κλείστρο καθώς και οποιαδήποτε διάταξη είναι σχεδιασμένη ή προσαρμοσμένη ώστε να μειώνει τον θόρυβο που προκαλείται από τον πυροβολισμό με το πυροβόλο όπλο.
1β. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “πυρομαχικά” νοούνται τα πλήρη φυσίγγια ή τα συστατικά μέρη τους, συμπεριλαμβανομένων του κάλυκα, του εμπυρεύματος, της προωθητικής πυρίτιδας, των σφαιρών ή των βλημάτων που χρησιμοποιούνται σε ένα πυροβόλο όπλο, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπόκεινται σε χορήγηση αδείας στο σχετικό κράτος μέλος.
1γ. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, “ιχνηλάτηση” σημαίνει η συστηματική ανίχνευση των πυροβόλων όπλων και, ει δυνατόν, των μερών και πυρομαχικών τους, από τον κατασκευαστή έως τον αγοραστή, προκειμένου να βοηθούνται οι αρμόδιες αρχές των κρατών στη διερεύνηση, παρακολούθηση και ανάλυση της παράνομης κατασκευής και του λαθρεμπορίου όπλων.
1δ. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “μεσίτης” νοείται οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πλην του οπλοπώλη, του οποίου η εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην αγορά, την πώληση ή τη διευθέτηση μεταφορών όπλων.”
γ) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “οπλοπώλης” νοείται οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην κατασκευή, εμπορία, ανταλλαγή, μίσθωση, επισκευή ή μετατροπή πυροβόλων όπλων, μερών και εξαρτημάτων τους, καθώς και πυρομαχικών.”
δ) ║ μετά την παράγραφο 2, προστίθενται οι ακόλουθες δύο νέες παράγραφοι:”
2 bis. 2α . Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “παράνομη κατασκευή” νοείται η κατασκευή ή η συναρμολόγηση πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους ή των πυρομαχικών: από ουσιώδη εξαρτήματα και μέρη που αποτέλεσαν αντικείμενο παράνομης διακίνησης• χωρίς άδεια ή εξουσιοδότηση, η οποία να έχει χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2 και το άρθρο 4 της οδηγίας , από αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η κατασκευή ή συναρμολόγηση, ή χωρίς σήμανση των συναρμολογημένων πυροβόλων όπλων τη στιγμή της κατασκευής τους σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1.
2β . Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “παράνομη διακίνηση” νοείται η αγορά, η πώληση, η παράδοση, η μεταφορά ή η μετακίνηση πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών από την επικράτεια ενός κράτους μέλους ή μέσω αυτής προς την επικράτεια άλλου κράτους μέλους εάν ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη δεν την επιτρέπει σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή εάν τα συναρμολογημένα πυροβόλα όπλα δεν είναι καταγεγραμμένα σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1.
ε) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
Το “Ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου” είναι έγγραφο το οποίο χορηγείται κατόπιν αιτήσεως από τις αρχές ενός κράτους μέλους σε πρόσωπο το οποίο καθίσταται νόμιμος κάτοχος και χρήστης πυροβόλου όπλου. Η μέγιστη περίοδος ισχύος του είναι πέντε έτη. Η περίοδος ισχύος δύναται να παραταθεί. Το δελτίο αυτό περιέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ. Το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου είναι προσωπικό έγγραφο που δεν μεταβιβάζεται, επί του οποίου αναγράφονται το ή τα πυροβόλα όπλα που κατέχει και χρησιμοποιεί ο κάτοχος του δελτίου. Το πρόσωπο που χρησιμοποιεί το πυροβόλο όπλο πρέπει να έχει πάντοτε στην κατοχή του το δελτίο. Στο δελτίο αναγράφονται οι αλλαγές της κατοχής ή των χαρακτηριστικών του πυροβόλου όπλου καθώς και η απώλεια ή η κλοπή του.

2) Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

Άρθρο 4

1. Για τους σκοπούς της αναγνώρισης και της παρακολούθησης της διακίνησης κάθε συναρμολογημένου πυροβόλου όπλου, τα κράτη μέλη, τη στιγμή της κατασκευής κάθε πυροβόλου όπλου ║ απαιτούν ενιαία σήμανση στην οποία περιλαμβάνεται το όνομα του κατασκευαστή, η χώρα ή ο τόπος κατασκευής, ο αριθμός σειράς και το έτος κατασκευής (εάν δεν αποτελεί μέρος του αριθμού σειράς). Αυτό δεν αποκλείει την ενδεχόμενη προσθήκη του εμπορικού σήματος. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν τις διατάξεις της Σύμβασης της 1ης Ιουλίου 1969 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των σφραγίδων γνησιότητας των φορητών πυροβόλων όπλων (CIP), ή να διατηρήσουν οποιαδήποτε ενιαία και εύχρηστη σήμανση η οποία φέρει συνδυασμό απλών γεωμετρικών συμβόλων σε αριθμητικό ή αλφαριθμητικό κωδικό, που επιτρέπει σε όλα τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν εύκολα τη χώρα κατασκευής. Η σήμανση πρέπει να εμφανίζεται σε ουσιώδες τμήμα του πυροβόλου όπλου, ώστε η καταστροφή της να καθιστά το όπλο άχρηστο.

Τα κράτη μέλη απαιτούν τη σήμανση κάθε στοιχειώδους μονάδας συσκευασίας πυρομαχικών, με μνεία του ονόματος του κατασκευαστή, του αναγνωριστικού αριθμού παρτίδας, του διαμετρήματος και του τύπου πυρομαχικού. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν τις διατάξεις της Σύμβασης CIP .

Επιπλέον, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε σε περίπτωση μεταβίβασης ενός πυροβόλου όπλου από τα κρατικά τους αποθέματα με σκοπό τη μόνιμη χρήση από πολίτες, το εν λόγω όπλο να διαθέτει ενιαία κατάλληλη σήμανση που θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν εύκολα τη χώρα της εν λόγω μεταφοράς.

2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν σε έγκριση την άσκηση της δραστηριότητας του οπλοπώλη στο έδαφός τους, βάσει τουλάχιστον ελέγχου όσον αφορά την προσωπική και επαγγελματική εντιμότητα και ικανότητα του οπλοπώλη. Εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, ο έλεγχος αφορά το πρόσωπο που διευθύνει την επιχείρηση.

3. Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, το αργότερο πριν την 31η Δεκεμβρίου 2014, διατηρεί ένα μηχανοργανωμένο σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων, είτε αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο, που θα εξασφαλίζει την πρόσβαση των εξουσιοδοτημένων αρχών σε αυτά τα συστήματα όπου θα είναι καταχωρημένες όλες οι αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με κάθε μεμονωμένο πυροβόλο όπλο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Το σύστημα αρχειοθέτησης καταγράφει και διατηρεί, για περίοδο όχι μικρότερη των 20 ετών, τον τύπο, την μάρκα, το μοντέλο, το διαμέτρημα, τον αριθμό σειράς και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή ή του κατόχου του όπλου .

Οι οπλοπώλες, όσο διάστημα ασκούν τη δραστηριότητά τους, διατηρούν μητρώο στο οποίο καταγράφονται όλα τα εισερχόμενα και εξερχόμενα πυροβόλα όπλα που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας οδηγίας, με τα στοιχεία που επιτρέπουν τον εντοπισμό και την ιχνηλάτηση, κυρίως του τύπου, της μάρκας, του μοντέλου, του διαμετρήματος και του αριθμού σειράς κάθε πυροβόλου όπλου, καθώς και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή. Με την παύση των δραστηριοτήτων του, ο οπλοπώλης παραδίδει το μητρώο στην εθνική αρχή που είναι αρμόδια για το σύστημα καταχώρησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο, μέρος τοποθετείται στην αγορά, είτε έχει σημανθεί και καταχωρηθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, είτε είναι απενεργοποιημένο.

3a . Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μπορεί να υπάρξει σύνδεση όλων των πυροβόλων όπλων με τους τρέχοντες κατόχους τους. Ωστόσο, όσον αφορά τα πυροβόλα όπλα που κατατάσσονται στην κατηγορία Δ, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ, το αργότερο στις [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο], κατάλληλα μέτρα ιχνηλάτησης περιλαμβανομένων, από την 31η Δεκεμβρίου 2014, μέτρων που θα επιτρέπουν τη σύνδεση με τον τρέχοντα κάτοχο πυροβόλων όπλων που τοποθετούνται στην αγορά μετά την [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο].
3) προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 4α:
Άρθρο 4α

Με την επιφύλαξη του άρθρου 3, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων μόνον από πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί σχετική άδεια ή, όσον αφορά τις κατηγορίες Γ ή Δ, από πρόσωπα που έχουν λάβει συγκεκριμένη σχετική άδεια, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

4) προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 4β: ”
Άρθρο 4β

Τα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο θέσπισης ενός συστήματος για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων των μεσιτών. Στο σύστημα αυτό μπορούν να περιλαμβάνονται ένα ή περισσότερα μέτρα όπως:
α) υποχρέωση καταγραφής των μεσιτών που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά τους,
β) υποχρέωση απόκτησης άδειας ή έγκρισης της δραστηριότητας μεσιτείας.

5) Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

Άρθρο 5

Με την επιφύλαξη του άρθρου 3, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων μόνο σε πρόσωπα που έχουν βάσιμο λόγο και τα οποία:
a) έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών εκτός από την περίπτωση της απόκτησης (πλην της αγοράς) και κατοχής πυροβόλου όπλου για την άσκηση της σκοποβολής και του κυνηγίου υπό την προϋπόθεση ότι τα άτομα κάτω των 18 ετών διαθέτουν γονική άδεια ή είναι υπό γονική επίβλεψη, ή υπό την επίβλεψη ενηλίκου κατόχου έγκυρης άδειας κυνηγίου ή σκοποβολής, ή βρίσκονται εντός εγκεκριμένου προπονητικού κέντρου ή άλλου είδους εγκεκριμένου κέντρου•
β) δεν ενδέχεται να είναι επικίνδυνα για τον εαυτό τους, για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια. Προηγούμενη καταδίκη για σκόπιμη διάπραξη βίαιου εγκλήματος θεωρείται ένδειξη τέτοιου κινδύνου.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αφαιρέσουν την άδεια κατοχής του πυροβόλου όπλου, εφόσον παύει να πληρούται κάποιος από τους όρους βάσει των οποίων χορηγήθηκε.

Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύσουν σε άτομα που κατοικούν στην επικράτειά τους την κατοχή όπλου το οποίο αποκτήθηκε σε άλλο κράτος μέλος, παρά μόνο εάν απαγορεύουν την απόκτηση του ιδίου όπλου στην επικράτειά τους.

6) στο άρθρο 6, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α: ”
1α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, με εξαίρεση των περίπτωση των οπλοπωλών, η απόκτηση πυροβόλων όπλων, των μερών τους και πυρομαχικών μέσω επικοινωνιών εξ αποστάσεως, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 97/7/ΕΚ, εάν επιτρέπεται, βρίσκεται υπό αυστηρό έλεγχο.”
7) στο άρθρο 7, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: ”
3a. Τα κράτη μέλη μπορούν εξετάσουν το ενδεχόμενο να χορηγούν, στα άτομα για τα οποία βεβαιώθηκε ότι πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης αδειών για όπλα, πολυετή άδεια για την απόκτηση και την κατοχή όλων των πυροβόλων όπλων που υπόκεινται σε αδειοδότηση, υπό την επιφύλαξη της υποχρέωσης ενημέρωσης των αρμοδίων αρχών όσον αφορά τις μεταβιβάσεις, την περιοδική επαλήθευση της πλήρωσης των όρων, καθώς και των μεγίστων περιόδων κατοχής που προβλέπονται από τις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες.
3β. Τα κράτη μέλη εγκρίνουν κανόνες προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που διαθέτουν άδεια για όπλα της κατηγορίας Β βάσει της εθνικής νομοθεσίας, κατά τη στιγμή της έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, δεν χρειάζεται να υποβάλουν εκ νέου αίτηση άδειας για κατοχή όπλων που ανήκουν στις κατηγορίες Γ ή Δ λόγω της έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, για οποιαδήποτε μετέπειτα μεταβίβαση όπλου των κατηγοριών Γ ή Δ, ο εκχωρών πρέπει να αποκτήσει ή να διαθέτει άδεια, ή να του έχει επιτραπεί συγκεκριμένα η κατοχή του σύμφωνα με την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία.”
8) στο άρθρο 11, παράγραφος 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
Πριν από την ημερομηνία της μεταφοράς, εντός χρονικής περιόδου επαρκούς για τις αρχές του κράτους μέλους από το οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η μεταφορά, ο οπλοπώλης γνωστοποιεί στις αρχές αυτού του κράτους μέλους όλα τα στοιχεία που εκτίθενται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2. Οι δημόσιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους διενεργούν επιθεωρήσεις οι οποίες, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, μπορούν να είναι επιτόπιες, για να εξακριβώσουν κατά πόσον υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ των πληροφοριών που κοινοποιεί ο οπλοπώλης και των πραγματικών χαρακτηριστικών της μεταφοράς.”
9) στο άρθρο 12, παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι κυνηγοί, όσον αφορά τις κατηγορίες Γ και Δ και οι σκοπευτές, όσον αφορά τις κατηγορίες Β, Γ και Δ, δύνανται να φέρουν, χωρίς προηγούμενη άδεια, ένα ή περισσότερα πυροβόλα όπλα κατά τη διάρκεια ταξιδιού μέσω δύο ή περισσότερων κρατών μελών προκειμένου να ασκήσουν τις δραστηριότητές τους, υπό την προϋπόθεση ότι φέρουν ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου στο οποίο εμφαίνονται τα συγκεκριμένα πυροβόλα όπλα, και είναι σε θέση να τεκμηριώσουν τους λόγους του ταξιδιού τους, παρουσιάζοντας ιδίως μια πρόσκληση ή άλλη απόδειξη της κυνηγετικής ή σκοπευτικής δραστηριότητάς τους στο κράτος μέλος προορισμού τους.
Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να θέτουν ως προϋπόθεση για την αποδοχή του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου την πληρωμή οποιουδήποτε τέλους ή χρέωσης.”
10) Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:
a) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
2. Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνουν τα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 11 για τις μεταφορές πυροβόλων όπλων, στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8, παράγραφος 2 για την απόκτηση και την κατοχή πυροβόλων όπλων από μη κατοίκους, θα ανακοινώνονται, το αργότερο κατά τη μεταφορά, στο κράτος μέλος προορισμού και, κατά περίπτωση, το αργότερο κατά τη μεταφορά, στα κράτη μέλη διαμετακόμισης.”
β) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
3. Για την αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας, τα κράτη μέλη πραγματοποιούν τακτικές ανταλλαγές πληροφοριών. Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή συγκροτεί, το αργότερο …*, ομάδα επαφής για την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για τις εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για τη μεταφορά και την παραλαβή πληροφοριών και για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που εκτίθενται στο άρθρο 11, παράγραφος 4.
___________
* Ένα έτος μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.”
11) προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 13α: ”
Άρθρο 13α
1. Η Επιτροπή επικουρείται από συμβουλευτική επιτροπή.
2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 5 και 7 της απόφασης αριθ. 1999/468/ΕΚ, λαμβανόμενων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.
Η διάρκεια της περιόδου στην οποία αναφέρεται το άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται τρίμηνη.
3. Η συμβουλευτική επιτροπή εγκρίνει τον κανονισμό λειτουργίας της.”

12) Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

Άρθρο 16

║ Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς των κυρώσεων που επιβάλλονται για τη μη εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίζονται κατ” εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι εν λόγω προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και αποτρεπτικές.

13) Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

Άρθρο 17

Εντός προθεσμίας πέντε ετών από την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σχετικά με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συνοδευόμενη ενδεχομένως από προτάσεις.

Εντός προθεσμίας τεσσάρων ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή πραγματοποιεί έρευνα και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σχετικά με τα πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα μιας μείωσης σε δύο των κατηγοριών πυροβόλων όπλων (απαγορευμένων ή επιτρεπομένων), με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των ανωτέρω προϊόντων, μέσω μιας ενδεχόμενης απλούστευσης.

Εντός δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, υποβάλλεται έκθεση στην οποία παρουσιάζονται τα συμπεράσματα μελέτης σχετικά με την τοποθέτηση στην αγορά αντιγράφων πυροβόλων όπλων, ώστε να προσδιορισθεί κατά πόσο η συμπερίληψη τέτοιων προϊόντων στην παρούσα οδηγία είναι εφικτή και επιθυμητή.

14) Το Παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:
a) στο μέρος Ι, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο, όπως ορίζεται στο άρθρο 1,

β) στο μέρος II, τμήμα A, το σημείο 5 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: ”
5. Τα πυρομαχικά για πιστόλια και περίστροφα με διαστελλόμενα βλήματα καθώς και αυτά τα βλήματα, με εξαίρεση τα όπλα κυνηγίου ή σκοποβολής για άτομα που έχουν άδεια να τα χρησιμοποιούν.

γ) στο μέρος III, το σημείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:”
α) έχουν γίνει οριστικά ακατάλληλα για χρήση με την εφαρμογή τεχνικών μεθόδων οι οποίες εξασφαλίζουν ότι όλα τα βασικά μέρη του πυροβόλου όπλου κατέστησαν οριστικά ακατάλληλα για χρήση και μη δυνάμενα να αφαιρεθούν, να αντικατασταθούν ή να τροποποιηθούν με σκοπό οποιαδήποτε επανενεργοποίηση.

δ) στο μέρος ΙΙΙ , το ακόλουθο εδάφιο προστίθεται μετά το πρώτο εδάφιο:”
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις που αποσκοπούν στην επαλήθευση των μέτρων απενεργοποίησης που προβλέπονται στο σημείο α) από αρμόδια αρχή, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι τροποποιήσεις που πραγματοποιούνται σε ένα πυροβόλο όπλο το καθιστούν αμετάκλητα ακατάλληλο για χρήση. Τα κράτη μέλη προβλέπουν, στο πλαίσιο της εν λόγω επαλήθευσης, τη χορήγηση πιστοποιητικού ή εγγράφου που επιβεβαιώνει ότι το πυροβόλο όπλο έχει καταστεί ακατάλληλο για χρήση, ή την εν προκειμένω σήμανση του όπλου με σχετικό ευδιάκριτο σήμα. Η Επιτροπή εκδίδει κοινές κατευθυντήριες γραμμές, ακολουθώντας τη διαδικασία που εκτίθεται στο άρθρο 13α, παράγραφος 2, σχετικά με πρότυπα και τεχνικές απενεργοποίησης έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα απενεργοποιούμενα πυροβόλα όπλα έχουν καταστεί δια παντός ακατάλληλα για χρήση.”

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο [24 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της ]. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο αυτών των διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών και της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από σχετική παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι τρόποι της αναφοράς αυτής αποφασίζονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στο πεδίο που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει είκοσι ημέρες μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων