Όχληση, ένα ζήτημα χωρίς τέλος

0

1611-pelica.jpg

του Αλέξανδρου – Ιωάννη Γιαπή
Γεωπόνου – Ιχθυολόγου PhD
Επιστημονικού συνεργάτη της ΚΟΜΑΘ
(ΠΑΝ-ΘΗΡΑΣ)

Είναι αλήθεια ότι το θέμα της όχλησης αναφέρεται συνεχώς και αναλύεται επανειλημμένα σε βαθμό που ίσως για κάποιους να γίνεται κουραστικό. Ποιος ο λόγος, λοιπόν αυτής της τόσο συχνής αναφοράς στην όχληση;

Ο λόγος είναι προφανής σε όσους παρακολουθούν τις ευρωπαϊκές κυρίως εξελίξεις σχετικά με το κυνήγι και διαπιστώνουν μια επικίνδυνη, όχι πάντα αθώα υποκινούμενη, εμμονή των ευρωπαίων ιθυνόντων και μάλιστα όταν αυτή συνδυάζεται με την επιστημονικά ανεύθυνη θέση της «απόλυτης προστασίας» των αποδημητικών πτηνών, βασιζόμενοι κυρίως σε αναφορές της Οδηγίας 79/409 αλλά και σε προηγούμενες αποφάσεις του ευρωπαϊκού δικαστηρίου. Την παύση δηλαδή της κυνηγετικής δραστηριότητας στην πρώτη εμφάνιση ακόμη και ενός ατόμου ενός είδους, που βρίσκεται σε διαδικασία προετοιμασίας της μετανάστευσης του.

Η απάντηση στο ερώτημα αν υφίσταται θέμα όχλησης των πτηνών, αλλά και κατ’ επέκταση της άγριας πανίδας είναι εύκολη και σαφής. Φυσικά ναι! Θα ήταν ανόητο κάποιος να ισχυριστεί πως οι ανθρώπινες δραστηριότητες είναι τόσο φιλικές προς το περιβάλλον που δεν ενοχλούν την άγρια ζωή. Αλλά το ερώτημα δεν τίθεται σωστά. Το σωστό ερώτημα, που αφορά τον κυνηγετικό κόσμο, είναι αν η κυνηγετική δραστηριότητα προκαλεί ενόχληση στα πτηνά και κυρίως σε ποιο βαθμό αυτά επηρεάζονται από το κυνήγι ή αν έχουν αναπτύξει τρόπους προσαρμογής σε αυτήν. Σε αυτό το σκεπτικό πρέπει κάποιος να αναλογιστεί ότι το κάθε είδος ζώου έχει αντιμετωπίσει και αντιμετωπίζει συνεχώς πολλές προκλήσεις και κίνδυνους και αντεπεξέρχεται σε αυτούς με μια σειρά εξελικτικών μεθόδων, οι οποίες του έχουν επιτρέψει να υπάρχει μέχρι τις ημέρες μας.

Είναι σαφές ότι, όταν αποδεδειγμένα στην Ευρώπη ένα σημαντικό ποσοστό ασθενειών στους πολίτες (2-5%) αποδίδεται στο θόρυβο κυρίως λόγω των μεταφορικών μέσων που χρησιμοποιούμε, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η όχληση δεν αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για όλα τα έμβια. Από την άλλη πλευρά όμως όλοι έχουμε παραδείγματα από τον εαυτό μας στις περιπτώσεις που αλλάξουμε κατοικία και βρεθούμε σε μια πιο θορυβώδη περιοχή, όπου μπορεί να μας φανεί αδύνατον τις πρώτες μέρες ότι θα μπορέσουμε να κοιμηθούμε, όταν διαπιστώνουμε λίγες μέρες αργότερα ότι έχουμε πάψει να αντιλαμβανόμαστε τον θόρυβο που επικρατεί παρότι αυτός στην ουσία δεν έχει μειωθεί.

Ακόμη και στα ίδια τα πουλιά τα παραδείγματα που έχει ο καθένας μας, κυνηγός και μη, από την καθημερινότητα του, αποδεικνύουν τους διαφορετικούς τρόπους προσαρμογής που έχουν αναπτύξει για να αντεπεξέλθουν στην όχληση. Παρατηρώντας τα περιστέρια σε διαφορετικές πόλεις εύκολα μπορεί κάποιος να διαπιστώσει ότι αυτά που ζουν στο πολυσύχναστο κέντρο μεγάλων πόλεων δείχνουν εντυπωσιακή προσαρμογή στην όχληση και μικρότερες αποστάσεις ανοχής προσέγγισης από αυτά που ζουν σε πιο ήσυχες πόλεις ή ακόμη και σε πιο ήσυχες περιοχές της ίδια πόλης.

Το θέμα της όχλησης είναι κάτι το οποίο οι επιστήμονες αντιλήφθηκαν ότι πρέπει να διερευνηθεί σε βάθος, αλλά ο βαθμός δυσκολίας ποσοτικοποίησης ενός τέτοιου παράγοντα όπως η όχληση είναι αυτό που δίνει περιθώρια ερμηνειών ανάλογα με το ζητούμενο στόχο.
Για το λόγο αυτό παραθέτονται στη συνέχεια μερικά αποτελέσματα και παρατηρήσεις επιστημόνων τα οποία όντας μετρήσιμα θεωρείται ότι είναι αδιαμφισβήτητα. Σε μια σχετικά πρόσφατη εργασία των Boos and Robin (2002) γίνεται μια πλήρης βιβλιογραφική ανασκόπηση παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει από πολλές εργασίες και μελέτες της επίδρασης της όχλησης σε υδρόβια πτηνά (πρασινοκέφαλη, κύκνος κ.α) αλλά και σε άλλα είδη (κοινό σπουργίτι κ.α.). Έχει μελετηθεί η επίδραση της σε διάφορα κρίσιμα στάδια της βιολογίας των πουλιών ως ενέργεια που δαπανάται από τα πουλιά για την πτήση λόγω όχλησης, η δυνατότητα αναπλήρωσης αυτής της ενέργειας μέσω των διαθεσίμων τροφής και ο χρόνος που απαιτείται για να αναπληρωθεί, η αντίδραση των λειτουργιών της φυσιολογίας των πουλιών στην όχληση κτλ. Μερικά από αυτά τα συμπεράσματα είναι:

• Η επίδραση της όχλησης έχει διαφορετική σημασία ανάλογα με την εποχή που συμβαίνει. Έτσι οι τουριστικές δραστηριότητες και τα σπορ στο νερό έχουν ιδιαίτερα σημαντική και άμεση επίδραση κατά τη περίοδο αναπαραγωγής των πουλιών αποφέροντας μια μείωση στην αναπαραγωγική επιτυχία τους (Burger 1991, Fox & Madsen 1997).

• Για τα υδρόβια είδη η απόσταση την οποία διανύουν λόγω όχλησης από μηχανοκίνητη βάρκα είναι 6 φορές μεγαλύτερη από αυτή που διανύουν (100 μ) λόγω όχλησης από τις θέσεις των κυνηγών (Madsen 1998a).

• Τα πουλιά αντιδρούν σε πυροβολισμό που συμβαίνει σε απόσταση μικρότερη των 80 μέτρων (Van den Tempel 1992, αναφορά στους Fox & Madsen 1997). Αυτό σημαίνει ότι τα πουλιά είναι πιο ευαίσθητα και οχλούνται περισσότερο από μια μηχανοκίνητη βάρκα που τα πλησιάζει παρά από την δραστηριότητα των κυνηγών.

• Μεταξύ των ανθρωπογενών οχλήσεων τα αεροπλάνα, οι μοτοσικλέτες και τα σκάφη έχουν επίδραση στη διάρκεια της πτήσης και του αριθμού των πτηνών που οχλούνται, μεγαλύτερη από αυτή που προκαλείται από το κυνήγι από σταθερές θέσεις στην ακτή (Ward et al 1994, Riddington et al 1996).

• Εντός μια ομάδας πουλιών που αναπαύονται και θα οχληθούν, τα πουλιά που θα αντιδράσουν πρώτα και πιο έντονα στην όχληση είναι αυτά που βρίσκονται σε καλύτερη φυσική κατάσταση (Platteeuw & Henkens 1997).

• Σε ξαφνική μικρής χρονικής διάρκειας όχληση (πυροβολισμός) τα πουλιά αντιδρούν αλλά επανέρχονται στο ίδιο σημείο μετά από χρονικό διάστημα μερικών λεπτών σε αντίθεση με την περίπτωση της διαρκούς όχλησης που τα πουλιά προτιμούν να μετακινηθούν σε ένα άλλο σημείο (Bélanger & Bedard 1990).

• Ανάλογα με το ερέθισμα η ενέργεια που δαπανάται για τις εντονότερες και συχνότερες οχλήσεις (2,5 φορές την ώρα, για 10 ώρες την ημέρα και με μέγιστο χρόνο πτήσης απομάκρυνσης διάρκειας 2 λεπτών) αντιπροσωπεύει λιγότερο του 26% της ενεργείας που λαμβάνει το πτηνό ημερησίως [αναφορές για δύο τάξεις (βαδιστικά, περιστεροειδή) και έξι οικογένειες (Μπεκάτσες, Παρυδάτια, Πάπιες -Χήνες, Τσιχλοειδή, Καλημάνα, Σιταρίθρα) (Norberg 1996, Riddington et al 1996)]. Για μια μέση όχληση της μιας διατάραξης την ώρα με πτήση απομάκρυνσης μικρότερη των 2 λεπτών η ενέργεια που απαιτείται είναι λιγότερη από το 12% της ημερήσιας προσλαμβανόμενης ανεξαρτήτων είδους. Το ποσό αυτό είναι ίσο με την ποσότητα ενέργειας που απαιτεί ένα πτηνό να προσλάβει ημερησίως για τη θερμορύθμιση του σώματος του σε μια αύξηση της ταχύτητας του ανέμου κατά 2 μέτρα το δευτερόλεπτο.

• Υπολογίστηκε ότι κατά μέσο όρο μια πάπια 2 κιλών, πετώντας 30 λεπτά την ημέρα (δηλαδή 1,5 όχληση την ώρα με διάρκεια πτήσης αποφυγής 2 λεπτά ανά όχληση) δαπανά ενέργεια την οποία αντισταθμίζει με διατροφή 30 λεπτών επιπλέον σε σχέση με την περίπτωση μη όχλησης (Bryant & Westerterp 1980 αναφορά στους Klasing 1998 και Norberg 1996). Ωστόσο ο χρόνος αυτός μπορεί να μειωθεί έως και 8 φορές ανάλογα με το είδος της τροφής που θα λάβει το πτηνό (Lanchon-Aubrais 1992) και όπως αναφέρουν οι Watmouth (1983) (αναφορά στους Madsen & Fox 1995) και Bélanger & Bedard (1990) είδη όπως η χιονόχηνα και η πρασι-νοκέφαλη μπορούν να αντισταθμίσουν αυτή την ενέργεια πολύ εύκολα. Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι κάποια είδη αλλάξουν το διαιτολόγιο τους με ποιο περιεκτικά σε ενέργεια είδη τροφής αντισταθμίζοντας έτσι την ενέργεια αυτή, την ίδια κιόλας ημέρα (Swennen et al 1989).

• Λόγω του απρόβλεπτου της διαθεσιμότητας της τροφής στη φύση, τα πουλιά έχουν την τάση να εξασφαλίζουν περισσότερα ενεργειακά αποθέματα με σκοπό να προλάβουν μια ενδεχόμενη έλλειψη τροφής τις επόμενες μέρες. Αυτό καθορίζεται φυσιολογικά από ένα μηχανισμό δράσης της ορμόνης κορτικοστερόνης, η οποία παράγεται σε συνθήκες στρες (Astheimer et al 1992). Η όχληση, ως παράγοντας στρες, μπορεί να θεωρηθεί ότι προωθεί μέσω της παραγωγής της κορτικοστερόνης από τον οργανισμό, την αύξηση της τροφοληψίας ακόμη και πριν την προμεταναστευτική περίοδο.

• Τα διάφορα είδη πτηνών (υδρόβια αλλά και άλλα είδη όπως το κοινό σπουργίτι) επιδεικνύουν στρατηγικές προσαρμογής της τροφοληψίας με διατροφή το βράδυ ή αντίστροφα ώστε να καλύπτουν τις ενεργειακές ανάγκες τους (Tamisier 1976, Bélanger & Bedard 1989, Goss-Gustard & Verboven 1993). Για παράδειγμα η πρα-σινοκέφαλη με κατανάλωση 40 γραμμαρίων σπόρων καλαμποκιού που μπορεί να καταναλωθεί σε διάστημα 20 – 50 λεπτών, ικανοποιεί το 50% των ημερήσιων αναγκών της σε ενέργεια (Lanchon-Aubrai 1992). Με δεδομένο λοιπόν ότι η εντονότερη όχληση απαιτεί λιγότερο του 25% των ημερήσιων αναγκών σε ενέργεια, αυτή αντιστοιχεί με λήψη τροφής μέσα σε 10-25 λεπτά (Riddington et al 1996).

• Οι Stock & Hofeditz (1996) διαπίστωσαν ότι σε περιοχές όχλησης η ασπρομαγουλόχηνα παρουσίαζε 50% περισσότερο χρόνο πτήσης απ’ ότι το ίδιο είδος σε αδιατάρακτες περιοχές. Παρ’ όλα αυτά τα άτομα και στις δύο περιοχές δεν παρουσίαζαν διαφορές στη φυσική τους κατάσταση και στην επιτυχία αναπαραγωγής. Σύμφωνα με τους ερευνητές αυτό οφειλόταν σε τροποποίηση του ρυθμού και της έντασης τροφοληψίας των δύο ομάδων.

• Έχει βρεθεί επίσης μια σημαντική επίδραση του κινδύνου της αρπακτικότητας στον έλεγχο της μάζας τους σώματος στα πτηνά (Gosier et al 1995). Αυτή μεταφράζεται σε μια προσαρμογή και ισορροπία μεταξύ της ενέργειας που απαιτεί το πουλί και του βάρους που πρέπει να έχει ώστε να είναι ικανό να αποφύγει τον άρπαγα (Biebach 1996). Όταν δηλαδή τα πτηνά δέχονται όχληση μπορεί να αντιδρούν φυσιολογικά με μια μείωση του βάρους τους η οποία δεν οφείλεται κατ’ ανάγκη σε μη ικανοποιητική λήψη τροφής.

• Η ανάπτυξη των αδένων αναπαραγωγής δεν ξεκινά στα πτηνά νωρίτερα από τον Φεβρουάριο (Witter et al 1995). Για το λόγο αυτό η οποιαδήποτε όχληση δεν επηρεάζει την επιτυχία της αναπαραγωγής και η παρεμπόδιση της προετοιμασίας των πουλιών για τη φωλεοποίηση δεν ευσταθεί στην ουσία, ως λόγος απαγόρευσης της θήρας κατά το Μάρτιο.

• Σε περιοχές με έντονη όχληση διατηρούνται μικρότεροι πληθυσμοί απ’ όσους η περιοχή μπορεί να διατηρήσει (Tamisier & Dehorter 1999) με αποτέλεσμα μεγάλα αποθέματα τροφής να είναι διαθέσιμα ακόμη και στα πιο αδύναμα άτομα (Lanchon-Aubrais 1992) μια και ο ανταγωνισμός για την τροφή είναι μικρότερος (Anderson & Ohmart 1988, Aebischer 1997)

Συμπερασματικά οι ερευνητές καταλήγουν ότι:

• Στο θέμα της διαχείρισης των πληθυσμών, στον τομέα της όχλησης που προκαλείται από πολλές ανθρωπογενείς δραστηριότητες, ο παράγοντας του στρες είναι αυτός που διερευνάται όλο και περισσότερο και τονίζεται ότι πέραν όλων προέχει η ανάπτυξη και εγκαθίδρυση ζωνών και περιοχών ανάπαυσης για τα πτηνά (Fox & Madsen 1997, Rodgers & Smith 1997, Madsen 1998b).

• Η όχληση που προκαλείται από τους άρπαγες έχει πολύ μεγαλύτερη επίδραση στα πτηνά απ’ ότι οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες (Tamisier 1976, Ward et al 1994) διότι τα πουλιά συνηθίζουν με μεγαλύτερη δυσκολία τις επιθέσεις των αρπάγων (Quinn 1997).

• Η όχληση από τους άρπαγες είναι υπεύθυνη για περισσότερο από το 50% των ενοχλήσεων (Triplet et al 1999) όλων των τύπων προέλευσης.

Απ’ όλα τα παραπάνω διαφαίνεται ότι όχληση των πτηνών και κυρίως των θηρεύσιμων, σαφώς υφίσταται αλλά δεν είναι η μόνη όχληση την οποία η άγρια πανίδα δέχεται. Είναι κατανοητό ότι, όπως σε όλες τις περιπτώσεις που ένα είδος έχει να αντιμετωπίσει μια απειλή ή έναν κίνδυνο, η φύση λειτουργεί με τρόπους που αποδεικνύουν την ικανότητα προσαρμογής και εξέλιξης οι οποίοι και στο παρελθόν έχουν λειτουργήσει με εκπληκτική σοφία. Είναι αυτή η σοφία την οποία οι κυνηγοί διαπιστώνουν και αναγνωρίζουν συχνά στις εξορμήσεις τους και πολλές φορές αποτελεί την αιτία της επιστροφής τους με άδεια τσάντα, πάρα τους μεγάλους αριθμούς πουλιών που συνάντησαν.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων