Οι Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας για τις προσφυγές κατά της θηροφυλακής. Αριθμός 3943/2001…

0

Αριθμός 3943/2001
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Ε’

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 6η Ιουνίου 2001, με την εξής σύνθεση: Κ.Γ. Χαλαζωνίτης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε’ Τμήματος, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Ν, Ρόζος, Αθ. Ράντος, Αικ. Σακελλαροπούλου, Σύμβουλοι, Κ. Κουσούλης, Ολ. Παπαδοπούλου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Γ, Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε’ Τμήματος.

Διά να δικάσει την από 14 Οκτωβρίου 1999 αίτηση:
των: 1) Κυνηγετικού Σωματείου με την επωνυμία “Κυνηγετικός Σύλλογος Δομοκού Φθιώτιδος”, που εδρεύει στον Δομοκό Φθιώτιδος, οδός Δημοκρατίας αριθμός 96, ο οποίος δεν παρέστη, αλλά με την από 13 Φεβρουαρίου 2000 έγγραφη δήλωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου Χρήστου Πολίτη, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως, 2) Κυνηγετικού Σωματείου με την επωνυμία “Κυνηγετικός Σύλλογος Μακρακώμης Φθιώτιδος”, που εδρεύει στην Μακρακώμη Φθιώτιδος, οδός Βασιλείου Λιάσκα αριθμός 1, ο οποίος δεν παρέστη, αλλά με την από 31 Οκτωβρίου 2000 έγγραφη δήλωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου Νικολάου Μαρνέρη, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως, 3) Κυνηγετικού Σωματείου με την επωνυμία “Κυνηγετικός Σύλλογος Σπερχειάδος Φθιώτιδος”, που εδρεύει στην Σπερχειάδα Φθιώτιδος, οδός Μελίνας Μερκούρη αριθμός2, ο οποίος δεν παρέστη, αλλά με την από 1 Ιουνίου 2001 συμβολαιογραφική πράξη (υπ’ αριθμ, 4874) της Συμβολαιογράφου Βασιλικής Αλεξάνδρου Ζαχάρη Κυρκοπούλου, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως, 4) Ιωάννου Δ. Παπαδημητρίου, κατοίκου Πουρναρίου Δομοκού Φθιώτιδος, ο οποίος παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Χρήστο Πολίτη, ο οποίος δήλωσε ότι ο αιτών παραιτείται από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως, 5) Γεωργίου Α. Παρασκευϊώτη, κατοίκου Καρυών Δομοκού Φθιώτιδος, ο οποίος δεν παρέστη, 6) Αθανασίου Δ. Κοντογιάννη, κατοίκου Μακρακώμης Ν. Φθιώτιδος, ο οποίος παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Χρήστο Πολίτη, ο οποίος δήλωσε ότι ο αιτών παραιτείται από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως, 7) Αθανασίου Κ. Στίγκα, κατοίκου Λαμίας Ν. Μαγνησίας, οδός Εφέσσου αριθμός 18, 8) Δημητρίου Ε. Ντινόπουλου, κατοίκου Λαμίας Ν. Μαγνησίας, οδός Παπαφλέσσα αριθμός 4, οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Χρήστο Πολίτη, που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, 9) Γεωργίου Δ. Μπούρα, κατοίκου Λαμίας Ν. Μαγνησίας, οδός Τανάγρας αριθμός 12, ο οποίος δεν παρέστη, αλλά με την από 5 Ιουνίου 2001 συμβολαιογραφική πράξη (υπ’ αριθμ. 2605) της Συμβολαιογράφου Αλεξάνδρας Κύρκου – Παλέτσου, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφοτης αιτήσεως ακυρώσεως και 10) Κυριάκου Α. Ντούσγου, κατοίκου Λαμίας Ν. Μαγνησίας, οδός Καραϊσκάκη αριθμός 119 Α, ο οποίος παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Χρήστο Πολίτη, που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά του Υπουργού Γεωργίας, ο οποίος παρέστη με τον Ευστράτιο Συνοίκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
και κατά του παρεμβαίνοντος Σωματείου με την επωνυμία “ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ”, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Κοραή αριθμός 2, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ηλία Θεοδωράτο (Α.Μ. 1228), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες ζητούν να ακυρωθούν: 1) η υπ’ αριθμ. 101464/3416/29.7.1999 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας “περί καθορισμού ετησίας συνδρομής των κυνηγών στους Κυνηγετικούς Συλλόγους, διάθεση εσόδων υπέρ φυλάκων θήρας και ρύθμιση λοιπών θεμάτων, 2) η υπ’ αριθμ. 101465/3417/29.7.1999 απόφαση του ιδίου ως άνω Υφυπουργού “περί δικαιολογητικών και διαδικασίας για την έκδοση αδείας κυνηγίου” και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητού, Συμβούλου, Ν. Ρόζου. Συμβούλου, Ν. Ρόζου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο του παρεμβαίνοντος Σωματείου και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια σ υνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου,

Είδε τα σχετικά έγγραφα και εσκέφθη κατά το νόμο
1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθή τα νόμιμα τέλη (διπλότυπα εισπράξεως 19661 ΟΙ και 19661021 1999 Δ.Ο.Υ. Ενσήμων και Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών) και το παράβολο (ειδικό έντυπο γραμμάτιο 1970874/1999).

2. Επειδή οι μεν πρώτος, δεύτερος, τέταρτος και έκτος από τους αιτούντες παραιτήθηκαν με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, οι δε τρίτος και ένατος με δήλωσή τους ενώπιον συμβολαιογράφου. Συνεπώς η δίκη πρέπει να κηρυχθή ως προς αυτούς καταργημένη κατ’ άρθρο 30 παρ. 1 π.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ 8 Α’).

3. Επειδή το δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως υπογράφεται από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των αιτούντων. Κατά τη συζήτηση όμως της υποθέσεως ο πέμπτος των αιτούντων δεν παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε εμφανίστηκε για να δηλώση ότι εγκρίνει την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως ενώ εξ άλλου δεν προσκομίστηκε συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο προς τον υπογράφοντα δικηγόρο. Συνεπώς πρέπει αυτή να απορριφθή ως προς αυτόν ως απαράδεκτη (άρθρο 27 παρ. 1 και 2 π.δ/τος 18/ 1989, όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 2α του άρθρου 4 του Ν. 2479/1997, ΦΕΚ 67 Α’).

4. Επειδή με το άρθρο 262 του Ν .Δ/τος 86/1969 (ΦΕΚ 7 Α’) ορίζεται ότι: “Η θήρα επιτρέπεται μόνον εις τον κάτοχον άδειας θήρας, εκδιδομένης εις τον τόπον της μονίμου κατοικίας του υπό της αρμοδίας δασικής αρχής” (παρ. 1) και ότι για να εκδοθή η ανωτέρω άδεια υποβάλλεται αφ’ ενός μεν γραμμάτιο ή τριπλότυπο εισπράξεως Δημοσίου Ταμείου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφ. Θήρας) αποδεικνύον την καταβολή ποσού αναλόγου του είδους (τοπική, περιφερειακή, γενική) της αδείας (παρ. 3, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του Ν.Δ/τος 99611971, ΦΕΚ 192 Α’), αφ’ ετέρουδε “…..και γραμμάτιον ή τριπλότυπον εισπράξεως του αρμοδίου ταμείου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας)….προς εξασφάλισιν λογαριασμού πληρωμής των εν άρθρο 267 φυλάκων θήρας….” (παρ. 4). Περαιτέρω, με το άρθρο 267 του αυτού Ν.Δ/τος ορίζεται ότι: “Η εφαρμογή και η τήρηση των περί θήρας
διατάξεων ανατίθεται εις την δασικήν υπηρεσίαν…..ασκείται δε υπό των δασικών οργάνων και των διά του παρόντος προβλεπομένων φυλάκων θήρας…..” (παρ. 1), ότι “Δι’ αποφάσεως των Υπουργών……προσλαμβάνονται μέχρι 300 φύλακες θήρας επί μηνιαία αντιμισθία και επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου, αμειβόμενοι εις βάρος του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας). Διά της αυτής ως άνω αποφάσεως καθορίζονται τα καθήκοντα και οι περιορισμοί, τα προσόντα, η πρόσθετος εκπαίδευσίς των, η ηλικία, η έδρα και κατανομή του ως άνω αριθμού ανά την Χώραν….ως επίσης ο τρόπος της προσλήψεως, το ύψος της αντιμισθίας, τα επιδόματα ευδοκίμου υπηρεσίας, τα οδοιπορικά αυτών έξοδα, η ανανέωσις της συμβάσεως και αναπροσαρμογή των αποδοχών των ως και η απόλυσις και ο πειθαρχικός έλεγχος αυτών…. ” (παρ. 2), ότι “κυνηγετικαί οργανώσεις δύνανται δαπάναις των να προσλαμβάνουν ιδιωτικούς φύλακας θήρας. Ούτοι αναγνωρίζονται, μετά πρότασιν της αρμοδίας δασικής αρχής, υπό του Υπουργού Γεωργίας, ως φύλακες θήρας, εξομοιούμενοι εις ό, τι αφορά εις τα καθηκόντα και δικαιώματα με τους εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου τοιούτους, πλην της αντιμισθίας. Η έδρα και η περιφέρειαφυλάξεως ορίζεται εν τη αποφάσει αναγνωρίσεως μετά προηγουμένην σύμφωνον πρότασιν της κυνηγετικής οργανώσεως ” (παρ. 3) και ότι
“Οι κυνηγετικοί σύλλογοι δύνανται δι’ ειδικής εισφοράς των μελών τους, κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργού Γεωργίας, να προμηθεύωνται μεταφορικά μέσα διά την αποτελεσματικήν δίωξιν της λαθροθηρίας, άτινα διατίθενται εις του φύλακας θήρας της περιφερείας των. Αι δαπάναι κινήσεως και συντηρήσεως τούτων βαρύνουν του οικείους κυνηγετικούς συλλόγους” (παρ. 4). Εξ άλλου, με την παρ. 6 του ανωτέρω άρθρου 262 ορίζεται ότι “Δι’ αποφάσεως του επί της Γεωργίας Υπουργού…καθορίζονται
Ο τύπος, η μορφή και τα στοιχεία, άτινα δέον να περιέχη η άδεια θήρας, η διαδικασία εκδόσεως ταύτης, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά προς έκδοσιν ταύτης….” Τέλος, στο υπό τον τίτλο “Κυνηγετικαί οργανώσεις” Κεφάλαιο Δ’ του Ν.Δ. 86/69 περιλαμβανόμενο άρθρο 266 ορίζεται ότι “Διά την σύστασιν κυνηγετικού συλλόγου απαιτείται η τήρησις των περί σωματείων κειμένων διατάξεων, η δε επωνυμία του δέον να είναι “Κυνηγετικός Σύλλογος” προστιθεμένης της ονομασίας της έδρας δασαρχείου ή νομαρχίας ή επαρχείου” (παρ. 1), ότι “Αι κυνηγετικαί οργανώσεις υπάγονται εις το Υπουργείον Γεωργίας, το οποίον ορίζεται ως ανωτέρα εποπτική αρχή” (παρ. 3), ότι “Εις εκάστην περιφέρειαν Διευθύνσεως Δασών άνευ Δασαρχείων ή Νομο δασαρχείου ή Δασαρχείου δύναται να αναγνωρισθούν υπό του Υπουργού Γεωργίας ως συνεργαζόμενοι κυνηγετικοί σύλλογοι” (παρ. 4, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 177/1975, ΦΕΚ 205 Α’), ότι “Εις εκάστην κυνηγετική περιφέρειαν ιδρύεται ανά μια κυνηγετική ομοσπονδία, εις ην υπάγονται υποχρεωτικώς άπαντες οι κυνηγετικοί σύλλογοι της περιφερείας με έδραν την της κυνηγετικής περιφερείας” (παρ. 5), ότι “Ιδρύεται, με έδραντας Αθήνας Κυνηγετική Συνομοσπονδία, εις ην υποχρεωτικώς υπάγονται άπασαι αι Κυνηγετικαί Ομοσπονδίαι” (παρ. 6, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν. 177/1975), ότι “Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας….καθορίζονται αι λεπτομέρειαι της λειτουργίας των κυνηγετικών συλλόγων, των ομοσπονδιών και συνομοσπονδίας, των διοικητικών συμβουλίων, της συνθέσεως αυτών, των προσόντων και ιδιοτήτων των μελών αυτών, της θητείας τούτων, των καταστατικών των, της περιουσίας αυτών, της προσωρινής διοικήσεως αυτών και πάσης συναφούς λεπτομερείας, σκοπούσης εις την καλυτέραν εξυπηρέτησην της θήρας” (παρ. 7) και ότι !’Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται τα των δικαιωμάτων εγγραφής, ετησίων συνδρομών και τα της διαθέσεως των εσόδων των κυνηγετικών συλλόγων πάντως τουλάχιστον το ήμισυ των εσόδων τούτων δέον να διατίθεται υποχρεωτικώς διά σκοπούς φιλοθηραματικούς” (παρ. 10).

5. Επειδή, κατ’ επίκληση των ανωτέρω διατάξεων των παρ. 7 και 1 Ο του άρθρου 266 και των παρ. 3 και 4 του άρθρου 267 του Ν.Δ/τος 86/ 1969 εκδόθηκε η 101464/3416/29.7-10.8.1999 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ 1590 Β’). Με την παρ. 1 αυτής ορίστηκε η συνδρομή των κυνηγών στους κυνηγετικούς συλλόγους από την κυνηγετική περίοδο 1999 -2000 σε εννέα χιλιάδες δραχμές, από τις οποίες “τέσσερις χιλιάδες (4.000) δραχμές για την χρηματοδότηση των αμοιβών, εξόδων κίνησης, εξοπλισμού και λοιπών σχετικών δαπανών φυλάκων θήρας που προσλαμβάνονται από τις Κυνηγετικές Ομοσπονδίες της χώρας και θα αποτελούν εφεξής την Ομοσπονδία Θηροφυλακή”. Περαιτέρω με τις υπόλοιπες παρ. της προσβαλλομένης αποφάσεως ορίζονται τα της οργανώσεως της συνιστωμένης με την ανωτέρω παρ. 1 Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής. Ειδικότερα, με την παρ. 3 ορίζεται ότι το ποσό αυτό των4.000 κατατίθεται κατά τη διαδικασία εκδόσεως ή θεωρήσεως της άδειας θήρας σε ειδικό λογαριασμό της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας με την παρ. 5 ότι η Κυνηγετική Συνομοσπονδία αποστέλλει προς τις Ομοσπονδίες το ποσό που αντιστοιχεί στην καταβολή ενός μηνός μισθοδοσίας και λοιπά έξοδα και αμοιβές ανάλογα με τον αριθμό των υπηρετούντων κάθε φορά φυλάκων θήρας σε κάθε Ομοσπονδία, με την παρ. 7 ότι η έδρα των φυλάκων θήρας είναι συγκεκριμένος κυνηγετικός σύλλογος που καθορίζεται από την Ομοσπονδία έτσι ώστε μέχρι οριστικής κατανομής τους κάθε Ομοσπονδία να έχει στη διάθεσή της ορισμένο αριθμό θηροφυλάκων, με την παρ. 9 ότι οι ήδη υπηρετούντες σε διάφορους κυνηγετικούς συλλόγους φύλακες θήρας εντάσσονται στις διατάξεις της προσβαλλομένης αποφάσεως και με την παρ. 11 ότι τα των προσλήψεων,
το ιδιοκτησιακό καθεστώς του εξοπλισμού και λοιπές ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή της παρούσας θα λαμβάνονται με σχετικές εγκυκλίους του Δ.Σ. της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας στο πλαίσιο της υφιστάμενης απόφασης. Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της ανωτέρω αποφάσεως καθ’ όσον με αυτήν εισάγεται το πρώτον ο θεσμός της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής και καθορίζονται τα της οργανώσεως.

6. Επειδή μετά την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως εκδόθηκε, κατ’ επίκληση των αυτών εξουσιοδοτικών διατάξεων η 99729/3481/124.8.2000 απόφαση του αυτού Υφυπουργού (ΦΕΚ 1046 Β’). Με την παρ. 1 αυτής ορίστηκε η συνδρομή των κυνηγών στους κυνηγετικούς συλλόγους από την κυνηγετική περίοδο 2000 -2001 σε έντεκα χιλιάδες δραχμές, από τις οποίες “έξι χιλιάδες (6.000) δραχμές για τη χρηματοδότηση των αμοιβών, εξόδων κίνησης, εξοπλισμού και λοιπών σχετικών δαπανών φυλάκων θήρας που προσλαμβάνονται από τις Κυνηγετικές Ομοσπονδίες της χώρας και αποτελούν την Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή”. Περαιτέρω, με την παρ. 3 αυτής επαναλαμβάνεται αυτούσιο το κείμενο της παρ. 3 της προσβαλλομένης αποφάσεως, με την παρ. 5 αυτής επαναλαμβάνεται αυτούσιο το κείμενο της παρ. 5 της προσβαλλομένης αποφάσεως και με την παρ. 11 αυτής επαναλαμβάνεται αυτούσιο το κείμενο της παρ. 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως. Τέλος, με το δεύτερο εδάφιο της αυτής παρ. 11 ορίζεται ότι “Η 101464/3416/27.7.1999 απόφαση καταργείται”.

7. Επειδή με την νεώτερη αυτή απόφαση η ρύθμιση της παρ. 1 της προσβαλλομένης αποφάσεως θίγεται μόνο καθ’ όσο με αυτή καθορίζεται μεγαλύτερο ποσό διατιθέμενο για τις ανάγκες της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής (βλ. και ΣτΕ 1502 και 3942/2001), όχι δε και καθ’ όσο με αυτή δημιουργείται για πρώτη φορά (“εφεξής”) η Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή. Δεν θίγεται επίσης με τη νεότερη αυτή απόφαση η ρύθμιση που είχε γίνει με τις παραγράφους 3, 5 και 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως ως προς τα οργανωτικά ζητήματα της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής, διότι επαναλαμβάνεται απλώς το περιεχόμενό της. Εφ’ όσον, κατά συνέπεια, η νεώτερη απόφαση έχει την έννοια αυτή, με την έκδοσή της καταργήθηκε η προσβαλλομένη μόνον ως προς τον καθορισμό του ποσού της συνδρομής που διατίθεται για τις ανάγκες της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής και τις μη αυτουσίως επαναλαμβανόμενες οργανωτικές διατάξεις της. Συνεπώς δεν συντρέχει περίπτωση καταργήσεως, κατά το άρθρο 32 παρ. 1 του π .δ/τος 18/1989, της δίκης καθ’ όσον ζητείται η ακύρωση των παρ. 1, κατά το μέρος της με το οποίο δημιουργείται η Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή, 3, 5 και 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως (πρβλ. ΣτΕ 3505/1986, 3455/1983).

8. Επειδή, κατ’ επίκληση της ανωτέρω διατάξεως της παρ. 6 του άρθρου 262 του Ν.Δ/τος 86/1969 εκδόθηκε η 101465/3417/29.7-10.8. 1999 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ 1590 Β’). Με αυτήν ορίστηκαν η διαδικασία για την έκδοση της άδειας θήρας και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, στα οποία περιλαμβάνεται και “Τραπεζικό παραστατικό κατάθεσης ποσού τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ανά κυνηγετική άδεια σε ειδικό λογαριασμό της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος για κάλυψη των δαπανών των φυλάκων θήρας” (παρ. 1.6.). Με την Κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της ανωτέρω παραγράφου.

9. Επειδή, οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς, εφ’ όσον η πρώτη από αυτές αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση της δεύτερης.

10. Επειδή, μετά την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως εκδόθηκε, κατ’ επίκληση της αυτής εξουσιοδοτικής διατάξεως, η 99731/3483/1.820.9.2000 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ 1163 Β’). Με αυτήν ορίστηκαν η διαδικασία για την έκδοση της άδειας θήρας και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, στα οποία δεν περιλαμβάνεται πλέον το ανωτέρω παραστατικό από τον αιτούμενο την άδεια, αλλά “Τραπεζικό παραστατικό κατάθεσης από τους Κυνηγετικούς Συλλόγους ποσού έξι χιλιάδων (6.000) δραχμών ανά κυνηγετική άδεια σε ειδικό λογαριασμό της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος για την κάλυψη των δαπανών των φυλάκων θήρας καθώς και τραπεζικά παραστατικά κατάθεσης από τους Κυνηγετικούς Συλλόγους σε ειδικούς λογαριασμούς της εισφοράς υπέρ της Κ.Σ.Ε. και των Κυνηγετικών Ομοσπονδιών” (παρ. 1.6.). Με το δε προτελευταίο εδάφιο της νεωτέρας αυτής αποφάσεως ορίζεται ότι “Κάθε προηγούμενη απόφαση επί του θέματος παύει να ισχύει από τη δημοσίευση της παρούσας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.

11. Επειδή με την νεώτερη αυτή απόφαση το επίδικο θέμα ρυθμίστηκε για τον εφεξής χρόνο εκ νέου, εφ’ όσον ορίστηκε διαφορετική διαδικασία (κατάθεση από το Σύλλογο και όχι από τον αιτούμενο την άδεια) και διαφορετικό ποσό. Συνεπώς η δίκη πρέπει να κηρυχθή κατά τούτο καταργημένη κατ’ άρθρο 32 παρ. 1 π .δ/τος 18/1989.

12. Επειδή η κρινόμενη αίτηση ασκείται εμπροθέσμως την πεντηκοστή δεύτερη ημέρα από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

13. Επειδή οι αιτούντες, οι οποίοι είναι μέλη του συνεργαζομένου με το Υπουργείο Γεωργίας Κυνηγετικού Συλλόγου Λαμίας, όπως προκύπτει από την 109/28.5.2001 βεβαίωση αυτού, ασκούν την κρινόμενη αίτηση με προφανές έννομο συμφέρον, εφ’ όσον με την προσβαλλόμενη απόφαση αφ’ ενός μεν τίθεται ρύθμιση που αφορά οποιοδήποτε κυνηγό, αφ’ ετέρου δε η ρύθμιση αυτή, συνισταμένη στην υποχρεωτική πρόσληψη θηροφυλάκων από τις Ομοσπονδίες αντί της δυνητικής από τους συλλόγους, εξαφανίζει τη δυνατότητα των μελών των συλλόγων να αποφασίσουν αμέσως επί του θέματος. ‘Εχοντες δε το κοινό αυτό έννομοσυμφέρον και προβάλλοντες κοινούς λόγους ακυρώσεως που στηρίζονται στην αυτή πραγματική και νομική βάση, ομοδικούν παραδεκτώς.

14. Επειδή με προφανές έννομο συμφέρον παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης αποφάσεως η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος.

15. Επειδή με την ανωτέρω διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 267 του Ν .Δ/τος 86/1969 επιτρέπεται σε κάθε κυνηγετική οργάνωση (σύλλογο, ομοσπονδία, συνομοσπονδία) να προσλαμβάνη δαπάναις της ιδιωτικούς φύλακες θήρας και να προτείνει την έδρα τους και την περιφέρεια φυλάξεως. Της ρυθμίσεως επομένως αυτής θα επιτρεπόταν να αποστή η κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση κατ’ επίκληση εξουσιοδοτικής διατάξεως περιεχομένης στο αυτό Ν.Δ. μόνον αν η τελευταία αυτή διάταξη επέτρεπε ρητώς τούτο, άλλως η ρύθμιση αυτή θα ήταν εκτός εξουσιοδοτήσεως. Η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 266 του Ν. 86/1969 επομένως, με την οποία επιτρέπεται στον Υπουργό Γεωργίας η ρύθμιση, μεταξύ άλλων θεμάτων που δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω, “και πάσης συναφούς λεπτομερείας σκοπούσης εις την καλυτέραν εξυπηρέτησιν της θήρας”, έχει την έννοια ότι επιτρέπει τούτο εν συμφωνία πάντως προς τις ήδη περιεχόμενες στο Ν.Δ. αυτό ρυθμίσεις, άρα και προς εκείνη της παρ. 3 του άρθρου 267, και όχι αντίθετα προς αυτή, διότι τότε η ρύθμιση είναι εκτός εξουσιοδοτήσεως. Επίσης η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 16 του αυτού άρθρου 266 επιτρέπει στον Υπουργό Γεωργίας να καθορίση, μεταξύ άλλων, τις ετήσιες συνδρομές και τα της διαθέσεως των εσόδων των συλλόγων καθώς και ότι το ήμισυ τουλάχιστον αυτών διατίθεται για συγκεκριμένο φιλοθηραματικό σκοπό. Και ο σκοπός της διαθέσεως όμως δεν πρέπει να είναι αντίθετος προς ήδη περιεχόμενες στο αυτό Ν.Δ. ρυθμίσεις, άλλως η ρύθμιση αυτή είναι εκτός εξουσιοδοτήσεως.

16. Επειδή, όπως εκτίθεται ανωτέρω, με τις προσβαλλόμενες ρυθμίσεις αφ’ ενός μεν ιδρύεται Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή χρηματοδοτουμένη από τις Κυνηγετικές Ομοσπονδίες μέσω των συνδρομών των μελών των κυνηγετικών συλλόγων, αφ’ ετέρου δε ρυθμίζονται τα της οργανώσεώς της. Οι ανωτέρω ρυθμίσεις όμως είναι αντίθετες προς εκείνη της παρ. 3 του άρθρου 267, εφόσον με αυτές επιβάλλεται η πρόσληψη θηροφυλάκων από όλες τις κυνηγετικές ομοσπονδίες και η διάθεση εσόδων για το σκοπό αυτό και, συνεπώς, είναι ακυρωτέες ως εκτός εξουσιοδοτήσεως, κατά τον εμμέσως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως.

Διά ταύτα
Καταργεί τη δίκη ως προς τον πρώτο (Κυνηγετικό Σύλλογο Δομοκού Φθιώτιδας), το δεύτερο (Κυνηγετικό Σύλλογο Μακρακώμης Φθιώτιδας), τον τρίτο (Κυνηγετικό Σύλλογο Σπερχειάδας Φθιώτιδας), τον τέταρτο (Ιωάννη Δ. Παπαδημητρίου), τον έκτο (Αθανάσιο Δ. Κοντογιάννη) και τον ένατο (Γεώργιο Δ. Μπούρα), των αιτούντων.
Απορρίπτει την αίτηση ως προς τον πέμπτο (Γεώργιο Α. Παρασκευϊώτη) αιτούντα.
Κηρύσσει τη δίκη καταργημένη καθ’ όσον προσβάλλεται η 101465/3417/29.7-10.8.1999 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ 1590 Β’).
Δέχεται την αίτηση ως προς τον έβδομο (Αθανάσιο Κ. Στίγκα), τον όγδοο (Δημήτριο Ε. Ντινόπουλο) και το δέκατο των αιτούντων (Κυριάκο Α. Ντούσγο).
Ακυρώνει τις εξής παραγράφους της 101464/3416/29.7-10.8.1999 αποφάσεως του Υφυπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ 1590 Β’) : 1, καθ’ όσο με αυτή δημιουργείται η Ομοσπονδιακή Θηροφυλακή, 3, 5 και 11.
Απορρίπτει την παρέμβαση. Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει στο Δημόσιο και την παρεμβαίνουσα ισομέτρως την πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του έβδομου, του όγδοου και του δέκατου των αιτούντων, η οποία ανέρχεται σε διακόσιες εξήντα χιλιάδες(260.000) δραχμές.
Επιβάλλει στον πέμπτο αιτούντα την πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε εκατόν τριάντα χιλιάδες(130.000) δραχμές και της παρεμβαίνουσας, η οποία ανέρχεται σε εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) δραχμές.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 11 Οκτωβρίου 2001 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 12ης Νοεμβρίου 2001.
Ο Πρόεδρος του Ε’ Τμήματος: Κ.Γ. Χαλαζωνίτης
Η Γραμματέας του Ε’ Τμήματος: Γ. Σακελλαρίου

Στο Όνομα του Ελληνικού Λαού

Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Eισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων