Οκτώβριος του 1976 .Ενας πιτσιρίκος ακολουθεί από μικρή απόσταση τα βήματα του πατέρα του που ταράζουν την ησυχία του δάσους πατόντας τα ξερά φύλλα
της αγριοκαστανιάς και της βελανιδιάς που σαν φυσικό χαλί απλώνονται παντού,προμήνυμα του δύσκολου χειμώνα που έρχεται.Στα λιγοστά έλατα ,στις κορφές τους
τα πολλά κουκουνάρια,σύμφωνα με τους γέροντες του χωριού, προιδεάζουν γιά το βαρύ χειμώνα που θάρθει.Βόρεια και ψήλα τό Σαράι(κορυφογραμμή της περιοχής) έχει ασπρίσει με το πρώτο πασπάλι της χρονιάς.
Ξάφνου ένα πέπλο ομίχλης απ΄το πουθενά σκεπάζει τις κορφές των δέντρων και τυλίγει πατέρα και γιό μέσα στην μαγική του μυσταγωγία.Μια βουή απο
φτεροκοπήματα πουλιών σπάει την ηρεμία του δάσους.Ο πατέρας λουφάζει πίσω απ΄το γέρικο κορμί μιά βελανιδιάς, ο μικρος τρυπώνει στή ρίζα ενός κέδρου.
Το τουφέκι βροντάει δυό φορές απανωτά.Δυό πουλιά στροβιλίζονται στο αέρα ,δυό υπόκουφοι γδούποι ακούγονται στό έδαφος.
Ο πιτσιρίκος με δέος και θαυμασμό γιά την τέχνη του πατέρα, πέρνει στα χέρια του τίς πρώτες Φάσσες τις χρονιάς.Ήταν αυτές που σήμερα μετά μετά 34 χρόνια,πατέρας κι αυτός πιά,
κάθε χρόνο στό ίδιο μέρος τυλίγετε από τη μαγεία της Φθινοπωρινής ομιχλης καρτερόντας τα πουλιά.
Το κείμενο αυτό το αφιερώνω σε όλους τους συναδέλφους κυνηγούς ,με την ευχή τα παιδιά τους να ακολουθήσουν τα ΄χνάρια τους