Κατά την άποψή μου και μετά από συνεχείς εξόδους τα τελευταία χρόνια ο τρόπος κυνηγίου της τσίχλας(κελαϊδότσιχλα) έχει
γίνει κάτι σαν μαραθώνιος αγώνας δρόμου,όπου οι επίδοξοι θηρευτές της πρέπει να συνδυάζουν υψηλή σκοπευτική δυνατότητα
και άριστη φυσική κατάσταση(εάν κάποιος δεν διαθέτει αυτές τις ικανότητες τότε πρέπει να έχει πολλά “καντάρια τρέλας”) για
να καρπωθεί ένα καλό αριθμό πουλιών(10-15 πουλιά).
Ο καιρός κατά την άποψή μου κρατά έναν σημαντικό αριθμό τσιχλών σε υψόμετρα 800-1500 μέτρων.Η παρατεταμένες βροχοπτώσεις και οι υψηλές θερμοκρασίες ευνοούν την ανεύρεση τροφής σε περιοχές που πριν 20-30 χρόνια ήταν σκεπασμένες με χιόνια η λόγο παγετού αφιλόξενες για τα πουλιά που έπρεπε να αναζητήσου την τροφή τους σε χαμηλά υψόμετρα στους λεγόμενους παραδοσιακούς τσιχλότοπους.
Όσον αφορά το θέμα του αριθμού μετακίνησης των πουλιών από και προς τους τόπους τροφοληψίας έχω να πω ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει . Τα πουλιά δεν μετακινούνται εύκολα και οι τόποι παραμονής -κούρνιες είναι και τόποι τροφοληψίας.
Να πω και κάποια προσωπικά βιώματα . Την δεκαετία του 70( 1976-1979) η περιοχή του χωριού μου ήταν περιοχή κουρνιάσματος των τσιχλών που επέστρεφαν από τον κάμπο της Αγιάς για να περάσουν το βράδυ μέσα στα έλατα που περιτριγύριζαν το χωριό.
Αυτό που ακόμη “ηχεί” στα αυτιά μου είναι ο θόρυβος από τις τσαρτσάρες που κατά κοπάδια (50-100) και για δυο και πλέον ώρες
περνούσαν πάνω από την Παναγιά(μαχαλάς του χωριού)και πάνω από το παιδικό μου κεφάλι( το 1976 ήμουν 8 χρονών) ,ενώ εγώ
αποσβολωμένος με τα μάτια καρφωμένα πάνω τους τις ακολουθούσα με το βλέμμα ,μέχρι που χάνονταν στον ορίζοντα η μέσα στα
έλατα της πέρα από το χωριό ράχης.