ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Επισκόπηση 15 δημοσιεύσεων - 61 έως 75 (από 232 συνολικά)
Απευθείας μετάβαση στη σελίδα:
  • Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    12/03/2004
    Αρ. μηνυμάτων:
    5016
    MICHEL123GR στις #416254

    ΕΘΝΙΚΉ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

    http://www.sansimera.gr/articles/50


    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    12/03/2004
    Αρ. μηνυμάτων:
    5016
    MICHEL123GR στις #417939

    6 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941
    ΄Οταν οι Γερμανοί επιτέθηκαν στην Ελλάδα
    04/06/2013 – 15:40


    13

    Η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της χώρας μας εκδηλώθηκε στις 5:15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 στα οχυρά της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, 45 λεπτά πριν από την προβλεπόμενη ώρα, σύμφωνα με τη γερμανική διακοίνωση που είχε επιδοθεί νωρίτερα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή από τον γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα, πρίγκιπα Έρμπαχ. Επιδίδοντας το τελεσίγραφο, ο Έρμπαχ τόνισε στον Κορυζή ότι ο πόλεμος δεν στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της Αγγλίας, που είχε σπεύσει προς βοήθεια της χώρας μας με 62.000 άνδρες και μεγάλη αεροπορική δύναμη. Ο Κορυζής είπε το δεύτερο ΟΧΙ, αυτή τη φορά στην ιταμή ναζιστική πρόκληση. Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας αποτελεί συνέχεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940 με την ιταλική επίθεση στα ελληνοαλβανικά σύνορα.

    Η γερμανική επίθεση είχε την κωδική ονομασία Μαρίτα και η εντολή για τη σχεδίασή της είχε δοθεί από τον Χίτλερ στις 13 Δεκεμβρίου 1940. Στόχος του γερμανού δικτάτορα ήταν η βοήθεια προς τον σύμμαχό του Μουσολίνι που ήταν στριμωγμένος από τους Έλληνες στην Αλβανία και η εξασφάλιση των νώτων του ενόψει της επικείμενης επίθεσής του στη Ρωσία (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). Το σχέδιοΜαρίτα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα, αλλά και τη Γιουγκοσλαβία, τις μόνες χώρες των Βαλκανίων, μαζί με την Τουρκία, που δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άξονα.

    Τον διμέτωπο αγώνα κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας ανέλαβε η γερμανική 12η Στρατιά υπό τον στρατάρχη Βίλχελμ Λιστ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 680.000 άνδρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα. Η χώρα μας παρέταξε 70.000 άνδρες στα οχυρά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, με επικεφαλής τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, καθώς ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού μαχόταν τους Ιταλούς στην Αλβανία. Οι αγγλικές δυνάμεις έλεγχαν τον άξονα Τεμπών – Βερμίου, όμως το κέντρο του μετώπου ήταν ασθενές και η Θεσσαλονίκη ανοχύρωτη πόλη.

    Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στο μέτωπο των ελληνοβουλγαρικών συνόρων κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Μεταξά στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη. Ταυτόχρονα, γερμανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές έως τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας ανθρώπινα θύματα και τεράστιες ζημιές.

    Η λεγόμενη Γραμμή Μεταξά είναι ένα φιλόδοξο οχυρωματικό έργο, στα πρότυπα της Γραμμής Μαζινό, που είχε κατασκευαστεί με πρωτοβουλία του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, ως ασπίδα αποτροπής του βουλγαρικού κινδύνου. Μεγάλο θαυμασμό και έκπληξη είχαν προκάλεσε στους Γερμανούς επιδρομείς οι κρυφές έξοδοι, χωρίς όμοιες σε άλλη οχύρωση, το σχετικά χαμηλό κόστος και το μικρό διάστημα κατασκευής. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν τα φατνώματα (θυρίδες) των οχυρών πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων και ότι οι Βούλγαροι δεν γνώριζαν τίποτα, εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα η τεχνική απόκρυψη και παραλλαγή, η άριστη ποιότητα σκυροδέματος, η έλλειψη ειδικού οπλισμού οχύρωσης και η τέλεια προσαρμογή του οπλισμού του στρατού εκστρατείας.

    Οι υπερασπιστές των Οχυρών (Νυμφαία, Εχίνος, Λίσε, Ιστίμπεη, Περιθώρι, Ρούπελ, Πυραμιδοειδές, Παλουριώνες κ.ά.) αμύνθηκαν σθεναρά για τρεις ημέρες στις αλλεπάλληλες επιθέσεις των υπέρτερων γερμανικών δυνάμεων. Κάμφθηκαν μόνο όταν οι τεθωρακισμένες γερμανικές μεραρχίες, μετά την αστραπιαία κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού μετώπου, εισέδυσαν στα Σκόπια και από την κοιλάδα του Αξιού πέρασαν τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στις 8 Απριλίου, παρακάμπτοντας τη Γραμμή Μεταξά. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέλαβαν την πόλη.

    Οι υπερασπιστές της Γραμμής Μεταξά, περικυκλωμένοι πλέον, έλαβαν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν (9 Απριλίου). Τον ηρωισμό τους αναγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλοί τους, με εκδηλώσεις θαυμασμού και τιμητικά αγήματα για τους αιχμάλωτους έλληνες μαχητές. Οι ελληνικές απώλειες σε όλο το μέτωπο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε περίπου 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι αντίστοιχες γερμανικές ανήλθαν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο μισό των συνολικών απωλειών τους στη διάρκεια της επιχείρησης Μαρίτα, γεγονός που καταδεικνύει το μέγεθος της ελληνικής αντίστασης.

    Κατά τις επόμενες μέρες, η προέλαση των Γερμανών προς Νότο υπήρξε ραγδαία, με την κατάρρευση και του μετώπου της Αλβανίας. Έως τις 30 Απριλίου είχε καταληφθεί ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα και η χώρα βρέθηκε υπό τριπλή κατοχή: γερμανική, ιταλική και βουλγαρική.

    [Πηγή sansimera.gr]

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    17/08/2011
    Αρ. μηνυμάτων:
    2559
    KYNIGOSDK στις #423084

    ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ: ΗMΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ!!!

    Η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 – 1923 ) με 353.000 νεκρούς αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας.

    Το Φεβρουάριο του 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαϊου ως Ημέρας Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο μικρασιατικό Πόντο την περίοδο 1916-1923. Η αναγνώριση αυτή, παρόλη την εβδομηκονταετή καθυστέρηση, δικαίωσε ηθικά τον ποντιακό ελληνισμό και συνέδεσε το σύγχρονο ελληνισμό με την ιστορική του μνήμη. Γιατί η ήττα του 1922, η “νέα τάξη πραγμάτων” που επικράτησε τότε, με την απόλυτη συνενοχή ολόκληρου του ελλαδικού πολιτικού κατεστημένου, περιόρισαν ουσιαστικά όχι μόνο τα γεωγραφικά όρια του ελληνισμού αλλά και τα διανοητικά.

    Ο περιορισμός των πνευματικών νεοελληνικών οριζόντων είχε άμεση αντανάκλαση στη ελλειματική ιστορική μνήμη των σύγχρονων Ελλήνων.

    Τι εννούμε με τον όρο “γενοκτονία” ; 


    Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. 
Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. 
Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί. Πως και πότε διαπράχθηκε η γενοκτονία; 
Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας ( 1461 ) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση – γενοκτονία του αιώνα μας.
    Επτά χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Τραπεζούντα. Η οθωμανική κατάκτηση του μικρασιατικού Πόντου μπορεί να διαριθεί σε τρεις περιόδους.

    • Η πρώτη αρχίζει με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461 και λήγει στα μέσα του 17ου αιώνα. Την περίοδο αυτή οι Τούρκοι κρατούν μάλλον ουδέτερη στάση κατά των Ελλήνων του Πόντου.
    • Η δεύτερη αρχίζει στα μέσα του 17ου αιώνα και λήγει με το τέλος του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου. Χαρακτηρίζεται με τη θρησκευτική βία κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Κατά την περίοδο αυτή πραγματοποιούνται οι ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών.
    • Η τελευταία περίοδος, που τελειώνει το 1922 υποδιαιρείται σε δύο υποπεριόδους. Η πρώτη αρχίζει με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1774.

    Χαρακτηρίζεται από τη συστηματική προσπάθεια των τοπικών αρχών να μην εφαρμόζουν προς όφελος των χριστιανώντους φιλελεύθερους νόμους. H δεύτερη υποπερίοδος αρχίζει το 1908 και χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού.
    Από τους βαλκανικούς πολέμους και από τους επίσημους συμβούλους, των Γερμανών, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Ελλήνων και Αρμενίων θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Οι διάφορες μορφές βίας δεν αρκούσαν για να φέρουν τον εκτουρκισμό.
    Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μούσταφα Κεμάλ ( 1919 – 1923 ).

    Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο ιδρύθηκε το 1889. Στο συνέδριο τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Η απόφαση αυτή καταδίκασε σε θάνατο διάφορες εθνότητες.

    Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν με την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Παράλληλα αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλματά τους και επί πλέον απαγόρευσαν τους μουσουλμάνους να εργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές Αρχές. 
Κατ΄ αρχάς οι άτακτες ορδές των Τούρκων επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα.

    Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου. 
Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής ανάγκασε χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες.
    Σύμφωνα με μια έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας, με ημερομηνία τον Ιούνιο του 1915 είναι γραμμένα τα εξής:

    Σκοπός των Τούρκων ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολίσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν.
    Το τελικό πλήγμα. 
Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Εκείνος ο διωγμός υπήρξε η χαριστική βολή για τον ποντιακό ελληνισμό.

    Στις 19 Μαϊου, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. 
Με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού. Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια ο Κεμάλ, εξόντωσε τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας.

    Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του αμάχου πληθυσμού. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο.
    Με την επικράτηση του Κεμάλ, οι διωγμοί συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση. Στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του ποντιακού ελληνισμού. Το τέλος του Πόντου πλησιάζει. Οι φωνές λιγοστεύουν.

    Η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο υπήρξε το αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων εθνικιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων.
    Η μοίρα αυτή απετράπη με ένα εξαιρετικά οδυνηρό τρόπο: με τις; γενοκτονίες των χριστιανικών λαών, Ελλήνων και Αρμενίων, με την υποχρεωτική έξοδο όσων επιβίωσαν και με τη βίαιη τουρκοποίηση των μουσουλμανικών εθνοτήτων, όπως οι Κούρδοι, που συνέχισαν να παραμένουν στην τουρκική, πλέον, επικράτεια.

    Οι Έλληνες στον Πόντο ανέρχονταν σε 700.000 άτομα την παραμονή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Ακολουθεί μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα. Ενός ανθρώπου που έζησε τη μεγάλη ανθρωποσφαγή.
    Ένα χωριό των Κοτυώρων

    Ο Σάββας Κανταρτζής εξέδοσε σε βιβλίο τις φοβερές του εμπειρίες το 1975 στην Κατερίνη. Μια από τις συγκλονιστικές αφηγήσεις του αναφέρεται στην καταστροφή του χωριού Μπεϊαλαν, της περιφέρειας Κοτυώρων από τους τσέτες του Τοπάλ Οσμάν. Το Μπεϊαλάν είναι ένα από τα εκατοντάδες ελληνικά χωριά που καταστράφηκαν από τις τουρκικές συμμορίες:

    “Τα χαράματα, στις 16 Φεβρουαρίου 1922, ημέρα Τετάρτη, μια εφιαλτική είδηση, ότι οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν έρχονται στο χωριό, έκανε τους κατοίκους να τρομάξουν και ν’ αναστατωθούν. Οι άντρες, όσοι βρίσκονταν τη νύχτα στο χωριό, βιάστηκαν να φύγουν στο δάσος… Αλλοι άντρες που είχαν κρυψώνες σε σπίτια σε σπίτια και σε σταύλους, τρύπωσαν σ’ αυτές και καμουφλαρίστηκαν έτσι που να μην τους υποπτευθεί κανείς. Τα γυναικόπαιδα και οι γέροι κλείστηκαν στα σπίτια και περίμεναν με καρδιοχτύπι να δούν τι θα γίνει… Δεν πέρασαν παρά λίγα λεπτά κι’ οι τσέτες , περισσότεροι από 150 έμπαιναν στο χωριό κραυγάζοντας και πυροβολώντας. Τους ακολουθούσαν τούρκοι χωρικοί από τα γειτονικά χωριά. Αυτούς τους είχαν μυήσει στο εγκληματικό σχέδιο τους και τους κάλεσαν για πλιάτσικο.
    Μόλις μπήκαν οι συμμορίτες στο χωριό, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε και ο ορίζοντας πήρε τη μορφή θύελλας που ξεσπασε άγρια. Με κραυγές και βρισιές, βροντώντας με τους υποκοπάνους τις πόρτες και τα παράθυρα, καλούσαν όλους να βγουν έξω από τα σπίτια και να μαζευτούν στην πλατεία- αλλοιώς απειλούσαν, θα δώσουν φωτιά στα σπίτια και θα τους κάψουν.
    Σε λίγο, όλα τα γυναικόπαιδα και οι γέροι, βρίσκονταν τρέμοντας και κλαίγοντας στους δρόμους. Οι συμμορίτες με κραυγές και απειλές υποπτεύθηκαν, από την πρώτη στιγμή, το μεγάλο κακό που περίμενε όλους και δοκίμασαν να φύγουν έξω από το χωριό. Οι τσέτες, πρόβλεψαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και είχαν πιάσει από πριν τα μπογάζια, απ’ όπου μπορούσε να φύγει κανείς. Ετσι, μόλις έφτασαν, τρέχοντας, οι κοπέλλες στα μπογάζια, δέχτηκαν, από τσέτες που παραμόνευαν, πυροβολισμούς στο ψαχνό. Μερικές έμειναν στον τόπο σκοτωμένες, ενώ οι άλλες τραυματίστηκαν και γύρισαν πίσω.
    Οι φόνοι αυτοί αποκάλυψαν για καλά τους εγκληματικούς σκοπούς των συμμοριτών κι’ έγιναν το σύνθημα να ξεσπάσει, το τρομοκρατημένο πλήθος των γυναικόπεδων, που είχε ριχτεί στους δρόμους σε ένα βουβό κι’ ασυγκράτητο κλάμα και σε σπαραξικάρδιες κραυγές απελπισίας. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν στάθηκε ικανό να μαλάξει την σκληρότητα του τεράτων, που είχε διαλέξει ο Τοπάλ Οσμάν για την “πατριωτική” του εκστρατεία. Σκληροί σαν ύαινες, που διψούν για αίμα, και διεστραμμένοι σαδιστές, που γλεντούν με τον πόνο και τα βασανιστήρια των θυμάτων τους, χύμιξαν μανιασμένοι στα γυναικόπαιδα και τους γέρους, κραυγάζοντας, βρίζοντας, χτυπώντας, κλωτσώντας και σπρώχνοντάς τους να μαζευτούν στην πλατεία.
    Η πυρπόληση
    Οι μητέρες αναμαλλιασμένες, κατάχλωμες από το τσουχτερό κρύο και το φόβο, με τα βρέφη στην αγκαλιά και τα νήπια μπερδεμένα στα πόδια τους. Οι κοπέλλες άλλες με τους γέρους γονείς κι’ άλλες με γριές ή άρρωστους αγκαλιασμένες, περιμαζεύτηκαν με τον χτηνώδη αυτόν τρόπο, στην πλατεία σαν πρόβατα για τη σφαγή, μέσα σε ένα πανδαιμόνιο από σπαραχτικές κραυγές και θρήνους και κοπετούς. Η πρώτη φάση της απερίγραπτης τραγωδίας του Μπεϊαλάν έκλεισε, έτσι, θριαμβευτικά για τους θλιβερούς ήρωες του νεοτουρκικού εγκλήματος γενοκτονίας.
    Οταν πια όλα τα γυναικόπαιδα κ’ οι γέροι μαζεύτηκαν στην πλατεία, οι τσέτες έβαλαν μπρός την δεύτερη φάση της σατανικής τους επιχείρησης. Διάταξαν να περάσουν όλοι στα δίπατα σπίτια, που βρίσκονταν στην πλατεία και τα είχαν διαλέξει για να ολοκληρώσουν τον εγκληματικό τους σκοπό. Η απροθυμία, που έδειξε το τραγικό αυτό κοπάδι των μελλοθανάτων να υπακούσει στην διαταγή, γιατί ήταν πια ολοφάνερο ότι όλους τους περίμενε ο θάνατος, εξαγρίωσε τους συμμορίτες που βιάζονταν να τελειώσουν γρήγορα την μακάβρια επιχείρηση. Και τότε, σαν λυσασμένα θεριά, ρίχτηκαν στις γυναίκες, τα μωρά και τους γέρους, και με γροθιές, με κοντακιές και κλωτσιές έχωσαν και στρίμωξαν στα δύο σπίτια τα αθώα και άκακα αυτά πλάσματα, που ο αριθμός τους πλησίαζε τις τρεις εκατοντάδες.
    Κι’ όταν, έτσι, ήταν σίγουροι πως δεν έμεινε έξω κανένας, σφάλισαν τις πόρτες, ενώ ο άγριος αλαλαγμός από τα παράθυρα, οι σπαραξικάρδιες κραυγές, το απελπισμένο κλάμα κι’ οι βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, σχημάτιζαν μια άγριας τραγικότητας μουσική συναυλία, που ξέσκιζε τον ουρανό κι’ αντιβούϊζε στα γύρω βουνά και δάση…
    Και τώρα δεν έμενε παρά η τρίτη και τελική φάση της πατριωτικής… επιχείρησης των θλιβερών ηρώων-συμμοριτών του Τοπάλ Οσμάν. Δεν χρειάστηκαν παρά μια αγκαλιά ξερά χόρτα και μερικά σπασμένα πέταυρα (χαρτόματα) ν’ ανάψει η φωτιά. Και σε λίγο τα δύο σπίτια, έγιναν πυροτέχνημα και ζώστηκαν, από μέσα κι’ απ’ έξω, από πύρινες γλώσσες και μαυροκόκκινο καπνό. Το τί ακολούθησε την ώρα εκείνη δεν περιγράφεται.
    Οι μητέρες ξετρελλαμένες, έσφιγγαν, αλλαλάζοντας και τσιρίζοντας με όλη τη δύναμη της ψυχής τους, στην αγκαλιά τα μωρά τους, που έκλαιγαν και κράυγαζαν “μάνα, μανίτσα!”. Οι κοπέλλες και οι άλλες γυναίκες με τους γέρους γονείς, τα παιδιά και τους αρρώστους, κραύγαζαν και αρπάζονταν μεταξύ τους σαν να ήθελαν να πάρουν και να δώσουν κουράγιο και βοήθεια, καθώς έπαιρναν φωτιά τα μαλλιά και τα ρούχα τους κι’ άρχισαν να γλύφουν το κορμί οι φλόγες. Κραυγές, που ξέσκιζαν το λαρύγγι και τ’ αυτιά, φωνές μανιακές και κλάμματα βροντερά, άγρια ουρλιαχτά ανθρώπων, που έχασαν από τρόμο και πόνο τα μυαλά τους, χτυπήματα στα στήθη, στον πυρακτωμένο αέρα και στους τοίχους – χαλασμός κόσμου, ένα ζωντανό κομμάτι από την κόλαση στη γη! Αυτή την εφιαλτική εικόνα παρίσταναν, τα πρώτα λεπτά, τα δύο σπίτια που τα είχαν αγκαλιάσει οι φλόγες.
    Μερικές γυναίκες και κοπέλλες στον πόνο, την φρίκη και την απελπισία τους, δοκίμασαν να ριχτούν από τα παράθυρα, προτιμώντας να σκοτωθούν πέφτοντας κάτω ή με σφαίρες από όπλο, παρά να υποστούν τον φριχτό θάνατο στην φωτιά. Οι τσέτες που απολάμβαναν με κέφι και χαχανητά το μακάβριο θέαμα, έκαναν το χατήρι τους – πυροβόλησαν και τις σκότωσαν.
    Δεν κράτησε πολλά λεπτά, αυτή η σπαραξικάρδια οχλοβοή, από τους αλαλαγμούς, τις άγριες κραυγές, τα τσουχτερά ξεφωνητά και το ξέφρενο κλάμα. Στην αρχή ο τόνος της οχλοβοής ανέβηκε ψηλά, ως που μπορούν να φτάνουν κραυγές, ξεφωνητά και ξελαρυγγίσματα από τρεις περίπου εκατοντάδες ανθρώπινα στόματα. Γρήγορα όμως ο τόνος άρχισε να πέφτει, ως που μονομιάς κόπηκαν κι’ έσβησαν οι φωνές και το κλάμα. Κι’ ακούγονταν μονο τα ξύλα, που έτριζαν από τη φωτιά και οι καμμένοι τοίχοι και τα δοκάρια, που έπεφταν με πάταγο πάνω στα κορμιά, που κείτονταν τώρα σωροί κάρβουνα και στάχτη κάτω στο δάπεδο, στα δύο στοιχειωμένα σπίτια το Μπεϊαλάν”.

    Μαρτυρίες Σοβιετικών
    Οι σοβιετικοί υπήρξαν οι βασικοί σύμμαχοι του κεμαλικού εθνικισμού τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του. Πιθανότατα, οι μπολσεβίκοι να αντάλλαξαν με τον τρόπο αυτό την υποστήριξη του παντουρκιστικού κινήματος που δρούσε στη Ρωσία στην Οκτωβριανή τους Επανάσταση.
    Οι σοβιετικοί λοιπόν προμήθευσαν τους κεμαλικούς με όπλα, χρήματα, στρατιωτικούς συμβούλους. Η τουρκική αντεπίθεση στο μικρασιατικό μέτωπο κατά τωνελληνικών στρατευμάτων το 1921, οργανώθηκε από τον Μ. Φρούνζε, στρατιωτικό απεσταλμένο των σοβιετικών. Κατά συνέπεια, οι μαρτυρία των αποσταλμένων αυτών έχει ιδιαίτερη αποδεικτική σημασία.
    O Φρούνζε, έδωσε μια από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες: “Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60-70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο… Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι’ αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμαύχι του… Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου”. Ο Φρούνζε περιέγραψε και άλλο ένα περιστατικό. Οταν περνούσαν δίπλα από μια ομάδα αιχμάλωτων Ελλήνων στη Μερζιφούντα, ένας από τους αιχμαλώτους φώναξε στη σοβιετική αντιπροσωπεία ότι ήταν και αυτοί ένοχοι γιατί ενίσχυαν τον Κεμάλ και τους Τούρκους. Το συναίσθημα αυτό των ανταρτών του δυτικού Πόντου ήταν εξαιρετικά έντονο. Ο οπλαρχηγός Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδης) διακύρησσε: “… oι Ρώσοι κομμουνιστές δώσανε όπλα στον Κεμάλ για να χτυπήσει εμάς, του έδωσαν υποστήριξη, απελευθέρωσαν όλους τους Τούρκους στρατιώτες που είχαν συλλάβει αιχμαλώτους όταν μπήκαν στην Τραπεζούντα”. Υποστήριζε ότι οι κομμουνιστές κατέδιδαν τις προσπάθειες προμήθειας οπλισμού των ανταρτών από τη Ρωσία και παρέδιδαν Πόντιους στους Τούρκους.

    Ο Φρούνζε έγραφε τα εξής για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν: “…όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ’ όλο τον ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απόμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή.”
    Ο Αράλοβ, σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Έλληνες που είχαν σφαγιαστεί, “βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες -γέρους, παιδιά, γυναίκες”. Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ για το τι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει πάνω στους δρόμους.

    Για το θέμα αυτό ο Αράλοβ είχε ιδιαίτερη συνομιλία με τον Κεμάλ. Αναφέρει ο ίδιος: “Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Εχοντας υπ’ όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου…” Ο Κεμάλ απάντησε ως εξής στις “επισημάνσεις” του Φρούνζε: “Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Εχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο… Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοί πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα “Ποντιακό κράτος” στην Τουρκία…”
    Ο Φρούνζε στο βιβλίο του “Αναμνήσεις από την Τουρκία” γράφει: “Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Οσμάν Αγά (σ.τ.σ. Τοπάλ Οσμάν) έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Παντού υπήρχαν σημάδια γκρεμίσματος. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ’ ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωταίας κοπέλλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ’ ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου.”

    Οι Τούρκοι αρνούνται σήμερα τη σφαγή του 1922 – τη σφαγή των Ελλήνων. Κι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αδιάσειστα ντοκουμέντα, τα αποδίδουν στις αναπόφευκτες ακρότητες του πολέμου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική.
    Η γενοκτονία των Χριστιανών ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο εξόντωσης όλων των μεινοτήτων της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας. Ένα σχέδιο που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1914, με τον πρώτο διωγμό. Και ολοκληρώθηκε μετά την καταστροφή του 1922.

    ΠΗΓΗ. http://us.geocities.com/pontos1923/pages/genoktonia.html.

    Ανενεργός
    Ημ. εγγραφής:
    26/12/2009
    Αρ. μηνυμάτων:
    9371
    blanco στις #423097

    ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ: ΗMΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ!!!

    χωρίς λόγια 😥 😥

    Ανενεργός
    Ημ. εγγραφής:
    25/09/2007
    Αρ. μηνυμάτων:
    7067
    Ανώνυμος στις #423129

    Η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 – 1923 ) με 353.000 νεκρούς αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας.

    Ευχαριστούμε για την υπενθύμιση….

    Είναι ιερό μας καθήκον να έχουμε ¨ζεστή¨την ιστορική μας  μνήμη  και να μην ξεχνάμε ποτέ πως ξεριζώθηκε ο Ελληνισμός απο την Μ.Ασία ύστερα απο χιλιάδες χρόνια.

     

    υγ .επίσης πρέπει να υπενθυμίζουμε τα ¨πιστεύω¨ μερικών βουλευτών που ¨εμείς¨ βάλαμε να μας αντιπροσωπεύουν!!!!!!!!    http://www.protothema.gr/politics/article/?aid=198577

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    22/10/2007
    Αρ. μηνυμάτων:
    4563
    ΜΠΕΦ στις #423151

    Οι Ελληνες ημασταν παντα μαγκες και μερακληδες γιατι πολεμαγαμε για τα ιερα και οσια δικαια μας.Δεν καναμε αυτο που εκαναν αλλοι βαρβαροι λαοι στο παρελθον οπου κοιταζαν τι θα κανουν να παρουν το αιμα των διπλανων για να περασουν αυτοι καλυτερα και ας ψοφαγε ολος ο ντουνιας.

    Γι’αυτο και οταν πολεμαγαμε ειχαμε συνηδειση καθαρη και δεν γυριζαμε απο τον πολεμο με ψυχασθενειες οπως σημερα οι αμερικανοι μισθοφοροι ανα την οικουμενη.Σημερα αλλοι λαοι οι οποιοι ξεκινησαν να συννενοουνται με κραυγες και ιαχες πανω στα δεντρα οταν εμεις αναλυαμε και εφευρισκαμε τις παντος ειδους επιστημες συνεχιζουν να αιματοκυλιζουν τον κοσμο και να ζουν βαρβαρικα αφου πιστευουν στο δικαιο του ισχυρου και τον νομο της ζουγκλας.Καποτε οι γερμανοι σφαγιασαν τον κοσμο 2 φορες σε λιγα μονο χρονια μεσα,οχι μονο δεν διδαχτηκαν απο την βαρβαροτητα τους που γυρισε εναντιων τους αλλα συνεχιζουν με την ανοχη αλλων ισχυροτερων να προσπαθουν να βαλουν κατω απο την μοτα της αλαζονιας τους ολους τους λαους ανεξερετως.

    Αρα το μονο που μπορει να αντισταθει σε αυτους τους ληδτρικους λαους ειναι η δυναμη της κατανοησης τηε ενοιας του δικαιου και του εξισου δικαιωματος για αξιοπρεπη-ειρηνικη συνηπαρξη ολων των λαων χωρις ρατσιστικες διαθεσεις που εχουν οι ισχυροι.

    Αν καταλαβει ο μεσος Ελληνας ποιος ειναι τι δικαιο εχει και πως καταφορα καταπατειται η αξιοπρεπεια του και ο αδικος πολεμος που γινεται κατα του απο απαρχης κοσμου τοτε μονο θα ξυπνησει και θα πει ως εδω φιλοι μου.

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    12/03/2004
    Αρ. μηνυμάτων:
    5016
    MICHEL123GR στις #424423

    ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ
    Οι τελευταίες στιγμές της Βασιλεύουσας
    05/28/2013 – 18:20
    60

    Θεοδοσιανά τείχη. Μέγα τείχος. Βράδυ Δευτέρας.28 Μαΐου. Ο Ιωάννης Ιουστινιάνης άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί στην γεμάτη άταφα πτώματα, πεδιάδα του Λύκου. Σε λίγη ώρα θα ξημέρωνε. Η Πόλη των πόλεων, θα ζούσε άλλη μια ημέρα σκληρής πολιορκίας. 

    Ο καιρός δεν ήταν πολύ κρύος, είχε όμως μια υγρασία που τρυπούσε τα κόκαλα.

    Τύλιξε τον βαρύ μαύρο μανδύα του πάνω από την πανοπλία του. Ήταν κουρασμένος. Όλα τα μέλη του πονούσαν φρικτά. Στην σκουρόχρωμη μεταλλική του πανοπλία, η υγρασία σχημάτιζε μικρά αυλάκια νερού που έπεφταν στο έδαφος.

    Στο βάθος, στο στρατόπεδο του Αμιρά, η νύχτα είχε γίνει μέρα από τις εκατοντάδες φωτιές που είχαν ανάψει. Τα τύμπανα δεν σταματούσαν λεπτό να χτυπούν. Οι κραυγές και οι επικλήσεις στον Θεό τους, ακουγόταν καθαρά μέχρι τα τείχη που στέκονταν ο ίδιος.

    Οι δερβίσηδες έκλαιγαν και υπόσχονταν στους στρατιώτες του εχθρού πιλάφι και γυναίκες στον παράδεισο, εάν πεθάνουν τιμημένα στη μάχη Ένα άσχημο προαίσθημα έκανε το στομάχι του να σφιχτεί. Έφερε το χέρι του στο τεράστιο σπαθί του και χάιδεψε τη λαβή. Έστριψε το κεφάλι του δεξιά και αριστερά και είδε ότι στα υπερήφανα τείχη, είχαν απομείνει ελάχιστοι υπερασπιστές.

    Οι περισσότεροι εξουθενωμένοι κοιμόντουσαν με τις πανοπλίες τους και τα σπαθιά στο χέρι. Κάποιοι είχαν αφήσει τα αρκεβούζια τους επάνω στις πολεμίστρες και απλά περίμεναν. Όλοι ήξεραν ότι η μέρα που ξημέρωνε θα ήταν η πιο δύσκολη και η καθοριστικότερη από όλες τις ημέρες της πολιορκίας.

    Από τις 7 Απριλίου πολεμούσαν αδιάκοπα έναν δυνατότερο και πολυάριθμο εχθρό. Και όμως άντεχαν. Κάθε ημέρα στις επάλξεις θέριζαν όποιον τολμούσε να πλησιάσει. Η τεράστια τάφρος από κάτω είχε γεμίσει και αυτή πτώματα. Κι όμως εκείνοι δεν τα παρατούσαν και με περισσότερη λύσσα κάθε φορά επιχειρούσαν εξ εφόδου να καταλάβουν τα τείχη. Ξημέρωνε η 29η Μαΐου, του Σωτήριου έτους 1453 Σε λίγη ώρα στα τείχη θα εμφανιζόταν να πάρει τη θέση του στις πολεμίστρες ανάμεσα στους συμπολεμιστές του, σαν απλός στρατιώτης ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Ο τελευταίος αυτοκράτορας της χιλιόχρονης Πόλης…

    Ο Γενουάτης Ιωάννης Ιουστινιάνης συνέχιζε να κοιτά προς το στρατόπεδο του Αμιρά. Δεν ήταν λίγες οι φορές που άνθρωποι του σουλτάνου, εκείνου του νεαρού με τη γαμψή μύτη και τα σχιστά παμπόνηρα μάτια, τον είχαν πλησιάσει και του είχαν προτείνει να παρατήσει τον Αυτοκράτορα και να πάει με το μέρος τους. Θα τον έπνιγαν στα χρυσάφια. Και εκείνον και τους 800 συντρόφους του που τον ακολουθούσαν πιστά χρόνια τώρα.

    Ο μικρός στρατός μισθοφόρων που είχε δημιουργήσει ήταν ο καλύτερος στην Ευρώπη για την υπεράσπιση κάστρων. Ο 21 ετών Μεχμέτ του είχε διαμηνύσει σε τόνο που δεν σήκωνε αμφισβήτηση: “Έλα μαζί μου και θα έχεις ότι ζητήσεις. Πράγματα που ούτε έχεις φανταστεί. Μείνε με τον Αυτοκράτορα και σε περιμένει ο θάνατος” Έφθασε στην Πόλη στα μέσα του χειμώνα στις 26 του Γενάρη.

    Τα δυο πλοία του με τους 800 σιδερόφραχτους ατρόμητους πολεμιστές του, έδεσαν στο λιμάνι του Βουκολέωντα. Όταν κατέβηκαν και παρατάχθηκαν μπροστά στον προβλήτα περιμένοντας τον Αυτοκράτορα, ο κόσμος τους αγκάλιαζε και έκλαιγε από χαρά. Στα πρόσωπα τους έβλεπε τη σωτηρία τους. Ο αυτοκράτορας τον εμπιστεύτηκε και τον έχρισε αμέσως Πρωτοστράτορα. Είχε υπό τη διοίκηση του ολόκληρη την άμυνα της Πόλης. Ο Κωνσταντίνος του έδειξε απεριόριστη εμπιστοσύνη και ο Ιωάννης Ιουστινιάννης δεν επρόκειτο να τον προδώσει. Στην Ευρώπη όλη, οι βασιλιάδες και οι ευγενείς τον ήξεραν με το όνομα του Giovanni Guistiniani Longo.

    Οι Βυζαντινοί τον φώναζαν Καπετάν-Γιουστουνιά, οι εχθροί του, που τον έτρεμαν τον φώναζαν “Μαύρο Άγγελο”. Η σκουρόχρωμη γκρίζα βαριά μεταλλική του πανοπλία, ο μαύρος μανδύας του και το επιβλητικό του παρουσιαστικό, ειδικά όταν “έριχνε” την περικεφαλαία του να καλύψει το πρόσωπο του, τον έκαναν να δείχνει σαν Άγγελος θανάτου… Αμέσως έπιασε δουλειά. Χώρισε και αναδιάταξε τον στρατό.

    Τους εκπαίδευσε όσο μπορούσε καλύτερα, στα σύγχρονα όπλα, και ζήτησε να επιδιορθωθούν τα τείχη. Απαίτησε από τον αυτοκράτορα να πάρει δια της βίας όσους από τους νέους της Κωνσταντινούπολης είχαν κλειστεί σε μοναστήρια, για να μην πολεμήσουν και δυστυχώς ήταν πολλοί. Έδωσε στον κάθε στρατιώτη ρόλο. Όρισε το σημείο των τειχών που θα υπερασπιζόταν ο κάθε ευγενής Και τοποθέτησε τους δικούς του 800 ιππότες στα πιο καίρια και επικίνδυνα σημεία. Κάθε βράδυ δειπνούσε με τον αυτοκράτορα και κατέστρωναν σχέδια για να μην αφήσουν τα Θεοδοσιανά τείχη να τα πατήσει ο εχθρός. Κάθε βράδυ ζούσαν σαν να ήταν το τελευταίο.

    Οι υπερασπιστές ήταν αυτό που λέμε “μετρημένα κουκιά”: 5.000 Βυζαντινοί και 2.500 Γενουάτες, Ενετοί, Ισπανοί ακόμη και Τούρκοι. Σύνολο με τις εφεδρείες το πολύ 9.000 ψυχές. Και οι απέναντι; Αναρίθμητοι. Ξεπερνούσαν τις 150.000. Οι περισσότεροι Τούρκοι, αλλά και πολλοί Βούλγαροι, Σέρβοι, Ούγγροι, Βόσνιοι, Αγαρηνοί, Αμπχάζιοι, ακόμη και …Έλληνες. Τον Ιουστινιάνη όμως όπως και τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο δεν τους απασχολούσε η μεγάλη μάζα του στρατού του Μεχμέτ. Ούτε οι Βασιβουζούκοι, ούτε οι Σπάχηδες μπορούσαν να συγκριθούν με τους Βυζαντινούς και τους Λατίνους.

    Τον Αυτοκράτορα και τον Πρωτοστράτορα τους έκαιγαν τα 20.000 εξισλαμισμένα χριστιανόπουλα που είχε σαν προσωπική φρουρά ο Μεχμέτ. Τους ονόμαζαν Γενίτσαρους. Αυτούς έπρεπε να εξολοθρεύσει ο Βυζαντινός στρατός… Το τελευταίο βράδυ μετά τη λειτουργία στην Αγία Σοφία και πριν πάρει το δρόμο του προς τα τείχη, ο Ιουστινιάνης συναντήθηκε στο “Αυγουσταίον”, με τον Αυτοκράτορα. Περπάτησαν μαζί τη Μέση Οδόν και στα αριστερά τους είχαν τον Ιππόδρομο.

    Η φρουρά του Κωνσταντίνου είχε μείνει διακριτικά λίγο πιο πίσω, μαζί με τη φρουρά του Μαύρου Άγγελου. Δίπλα στον Αυτοκράτορα βρισκόταν ο άνθρωπος που ο Ιουστινιάννης μισούσε περισσότερο από οποιονδήποτε. Ο Μέγας Δούξ, ο Λουκάς Νοταράς. Ο άνθρωπος που προτιμούσε το “Τούρκικο Σαρίκι από την Λατινική καλύπτρα”.

    Ο Ιουστινιάννης ζήτησε από τον Αυτοκράτορα το πρωί όταν θα ξεκινούσε η μάχη να τον κλειδώσει αυτόν και τους άλλους στρατιώτες, στην Πύλη που υπερασπιζόταν για να μην μπορέσει κανείς να φύγει: “Ή θα νικήσουμε ή θα πεθάνουμε όλοι μας επάνω στην Πέμπτη (Πύλη) και στον Άγιο Ρωμανό” του είπε και κάρφωσε δολοφονικά τα μάτια του στον Μέγα Δούκα. Ο κόσμος που συνέχιζε να βγαίνει εκείνη την ώρα από την Αγία Σοφία είδε τον Αυτοκράτορα του, Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να δακρύζει και να αγκαλιάζει τον Πρωτοστράτορα του.

    Ο Λουκάς Νοταράς χαμογέλασε ειρωνικά… Ο Μέγας Δούκας της Κωνσταντινούπολης ποτέ δεν συμπάθησε τον Γενουάτη Ιουστινιάνη. Ποτέ δεν του άρεσε οτιδήποτε προέρχονταν από τη Δύση και οτιδήποτε ήταν λατινικό. Προτιμούσε τους Οθωμανούς και τον νέο σουλτάνο Μεχμέτ. Εξάλλου ήταν μόλις 21 ετών και σε μια ενδεχόμενη κατάληψη της Πόλης από εκείνον θα μπορούσε εύκολα να τον χειραγωγήσει… Ήταν ο Μεγας Δούκας της Πόλης και εάν πέθαινε ο αυτοκράτορας εκείνος θα αναλάμβανε…

    Ο Λουκάς Νοταράς, όχι μόνο δεν συμπαθούσε τον Ιουστινιάνη αλλά τον φοβόταν κιόλας. Όχι τόσο λόγω παρουσιαστικού. Τον φοβόταν γιατί λίγες ημέρες πριν λίγο έλειψε να του κόψει το κεφάλι μπροστά στον Κωνσταντίνο. Εκείνο το απόγευμα που ο Αυτοκράτορας και ο Πρωτοστράτορας πολεμούσαν για ώρες στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Εκείνο το απόγευμα που οι Οθωμανοί λίγο έλειψε να μπούν στην θεοφύλακτη Πόλη.

    Τότε που ο Πρωτοστράτορας του έστειλε αγγελιοφόρο στα Θαλασσινά τείχη όπου βρισκόταν: “ Μεγάλε Δούκα χρειαζόμαστε επειγόντως τα κανόνια και τους πολεμιστές σου. Εκεί που τα κρατάς σήμερα δεν γίνεται μάχη. Πρέπει να έρθουν όλοι ΑΜΕΣΩΣ προς βοήθεια, στην Πύλη του Αγίου (Ρωμανού). Το ρήγμα στα τείχη είναι μεγάλο. Δεν θα αντέξουμε για πολύ. Τα σκυλιά θα μπουν μέσα” Η απάντηση του Νοταρά ήταν λιτή. “Κανείς δεν θα πάει πουθενά. Τους χρειάζομαι εδώ”.

    Τελικά ο αυτοκράτορας και οι υπερασπιστές στα τείχη αν και πολεμούσαν από το πρωί κατάφεραν το απόγευμα να τσακίσουν όλους τους εχθρούς. Λίγοι πάτησαν τα τείχη και εκείνοι μακελεύτηκαν αμέσως. Το βράδυ στο παλάτι στις Βλαχέρνες ο Ιουστινιάνης μπήκε στη Μεγάλη αίθουσα βρώμικος και κατάκοπος από την πολύωρη μάχη. Με συννεφιασμένο βλέμμα έψαξε τον Νοταρά. Ήταν ο μοναδικός στην αίθουσα, ντυμένος με καθαρά ρούχα και “ατσαλάκωτος”.

    Στεκόταν δίπλα στον εξουθενωμένο Παλαιολόγο. Η μεταλλική μαύρη φορεσιά του Γενουάτη έτριξε καθώς εκείνος πλησίαζε με δυο δρασκελιές τον Νοταρά. Το σκοτεινό βλέμμα του, τρόμαξε μέχρι και τον αυτοκράτορα. Ο Ιουστινιάνης έβγαλε το τεράστιο σπαθί του από τη θήκη με ασύλληπτη ταχύτητα. Κανένα μάτι δεν κατάλαβε πως. Η παχιά και κοφτερή σαν ξυράφι λεπίδα πίεσε δυνατά και μάτωσε τον λαιμό του Νοταρά.

    Τα λόγια του Γενουάτη δεν σήκωναν αμφισβήτηση. Του ψιθύρισε: “Έδω μπροστά στον βασιλιά σου θα σου πάρω το κεφάλι. (traditor et che me tien che adesso non te scanna cum questo pugnal . “Ω προδότη, δεν ξέρω τι με κρατεί και δεν σε σφάζω μ’ αυτό το μαχαίρι”).Σκυλί γιατί δεν έστειλες βοήθεια που σου ζήτησα. Αφού στα Θαλασσινά δεν πολεμούσες.

    Όχι για μένα αλλά για τον Αυτοκράτορα σου, Λουκά Νοταρά.” Το πρόσωπο του Ιουστινιάνη έγινε κατακόκκινο από το θυμό καθώς ξαναθυμήθηκε τι είχε συμβεί λίγες ώρες πριν στον Άγιο Ρωμανό. Λίγο έλειψε να πεθάνει το απόγευμα της 7ης Μαΐου πάνω στα τείχη.

    Εκείνη την ημέρα που οι Τούρκοι έκαναν την μεγαλύτερη επίθεση τους. Τουλάχιστον 40.000 Οθωμανοί όρμηξαν λυσσασμένα προς τα τείχη για να τα καταλάβουν…Πολεμούσε πλάι στον αυτοκράτορα από το πρωί. Κάποια στιγμή τον άφησε και με 20 δικούς του έτρεξε λίγα μέτρα βορειότερα.

    Οι Οθωμανοί είχαν στήσει σκάλες και ανέβαιναν. Οι άλλοι υπερασπιστές ήταν νεκροί σε εκείνο το σημείο. Έπεσε πάνω τους όπως ο θεριστής στα στάχυα. Τους μεκέλευε έναν προς έναν μαζί με τους 20 συντρόφους του. Όταν ξαφνικά ένας γενίτσαρος ανέβηκε τις σκάλες και εμφανίστηκε στα τείχη. Ο Αμουράτ μόνος άνοιξε δρόμο ανάμεσα στους σιδερόφραχτους και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Πρωτοστράτωρα.

    Ο Ιουστινιάνης ήταν ψήλος επιβλητικός με χέρια σαν κορμούς δέντρου και σβέρκο σαν δαμάλι. Όμως έδειχνε σαν παιδάκι μπροστά στον Αμουρατ. Ο τεράστιος Γενίτσαρος με το κυρτό σπαθί του επιτέθηκε με μανία στον Ιουστινιάνη. Κάθε χτύπημα τον έκανε να υποχωρεί. Δεν μπορούσε να αντέξει για πολύ την επίθεση του. Το σπαθί έπεφτε με δύναμη πάνω στην πανοπλία.

    Ο Γενουάτης δεν άντεξε, δεν πρόλαβε να ανταποδώσει καν ένα χτύπημα. Παραπάτησε και έπεσε. Ο Τούρκος χαμογέλασε με κακία και σήκωσε το σπαθί του. Ο Ιουστινιάνης βλαστήμησε και έκλεισε τα μάτια…

    Ο θάνατος όμως δεν ήρθε. Περίμενε με κλειστά τα μάτια και κομμένη την ανάσα τον Τούρκο να του κόψει το κεφάλι αλλά παρέμενε ζωντανός. Άνοιξε τα μάτια και το πρώτο που αντίκρισε ήταν το πρόσωπο του γενιτσάρου πεσμένο δίπλα του με τα μάτια του ορθάνοιχτα γεμάτα έκπληξη να τον κοιτούν. Γύρισε και είδε το τεράστιο κορμί του Τούρκου να έχει πέσει στα γόνατα. Από τον λαιμό του ξεπηδούσαν πίδακες αίματος. Δίπλα όρθιος στεκόταν με ματωμένο το σπαθί του ένας νέος και χαμογελούσε.

    Ήταν δεν ήταν 17 χρονών. Αν και όρθιος δεν ξεπερνούσε στο ύψος το άψυχο ακέφαλο γονατιστό κορμί του Αμουράτ. Ένα ατρόμητο Ελληνόπουλο είχε δει από την αρχή τον γενίτσαρο να επιτίθεται στον Πρωτοστράτορα. Παράτησε το πόστο του και με φτερά στα πόδια έφτασε την κατάλληλη στιγμή. “Με λένε Ραγκαβή, Πρωτοστράτορα μου…” πρόλαβε να πει πριν η πανοπλία του τρυπηθεί σε πολλά σημεία από βροχή από βέλη. Κάτω από τα τείχη οι Οθωμανοί τοξότες είχαν δει τι είχε συμβεί και εκδικήθηκαν.

    Ο Ιουστινιάνης σηκώθηκε ουρλιάζοντας και με το γυμνό σπαθί του πέταξε μόνος του όσους γενίτσαρους είχαν απομείνει στα τείχη. Τα μάτια του είχαν γεμίσει δάκρυα για τον θάνατο του μικρού Έλληνα που του έσωσε τη ζωή. Ένα χέρι τον άγγιξε και τον επανέφερε στην πραγματικότητα. Βρισκόταν και πάλι μπροστά στον Νοταρά. Το χέρι που έπιανε απαλά το σπαθί του, ήταν του αυτοκράτορα: “Σας παρακαλώ αδέλφια. Ας αφήσουμε κατά μέρους τις διαφορές που μας χωρίζουν”.

    Για άλλη μια φορά προσπάθησε να τους έχει όλου ενωμένους ενάντια στον κοινό εχθρό, αν και ήξερε πολύ καλά ποιος ήταν ο ρόλος του καθένα…

    Ο Μεχμέτ ο Β, δεν άκουγε τους συμβούλους του που μιλούσαν γύρω του. Είχε καθίσει αναπαυτικά επάνω στο παχύ χαλί της σκηνής του, στη μεγάλη και κεντημένη με χρυσές κλωστές μαξιλάρα και είχε αφήσει το νου του να ταξιδέψει.

    Ήταν ο τρίτος γιος του Σουλτάνου Μουράτ και η τύχη το έφερε έτσι να γίνει εκείνος Σουλτάνος μετά τον θάνατο του πατέρα του. Η αλήθεια είναι ότι ο Μουράτ τον τελευταίο καιρό πριν πάει να συναντήσει τον Αλλάχ, είχε γίνει εξαιρετικά μαλθακός.

    Είχε συνάψει συμφωνίες φιλίας με του Βυζαντινούς και είχε αποσυρθεί στην Αδριανούπολη, όπου και είχε επιδοθεί σε ένα ανελέητο “αγώνα” απολαύσεων και φιλοσοφίας. Βέβαια πριν από αυτό είχε κατατροπώσει τους πάντες στα Βαλκάνια και είχε εκτοπίσει τους Βυζαντινούς σε 2 θύλακες.

    Στον Μυστρά ή Μυζηθρά και στην Κωνσταντινούπολη. Την Πόλη που για 1000 χρόνια δεν είχε καταλάβει κανείς σε 27 πολιορκίες. Ο Μεχμέτ συνέχιζε να αναπολεί. Ήθελε να γίνει ο νέος Ισκεντέρ. Ο Μέγας Αλέξανδρος που θαύμαζε από μικρός. Αυτός στα 21 του χρόνια θα κατάφερνε, ότι μόνο ο Αλέξανδρος είχε καταφέρει. Θα γινόταν ο κυρίαρχος του κόσμου. Ήταν ήρεμος. Μόλις τον είχαν πληροφορήσει ότι οι “Μουγκοί” που έστειλε ο ίδιος στον μικρότερο ετεροθαλή αδελφό του είχαν κάνει τη δουλειά τους.

    Με μεταξωτά κορδόνια τον έπνιξαν. Και δεν χύθηκε το τιμημένο αίμα του οίκου του Οσμάν και εκείνος τώρα δεν θα είχε κανένα που εν δυνάμει θα μπορούσε να αμφισβητήσει τα δικαιώματα του στον θρόνο. Το μόνο που έπρεπε τώρα, ήταν να καταλάβει την “Κωσταντιγιέ” όπως έλεγαν τη βασιλεύουσα μέχρι τότε οι Οθωμανοί.

    Εάν αποτύγχανε ήξερε καλά ότι οι “Μουγκοί” θα τον επισκέπτονταν και εκείνον κάποιο βράδυ σταλμένοι από κάποιον Βεζίρη του. Έδιωξε γρήγορα τη σκέψη αυτή: “όταν μπω στην Πόλη νικητής θα της αλλάξω και ονομασία. Θα την ονομάσω Ιστανμπούλ, ή Ισλαμπόλ δεν ξέρω, θα αποφασίσω μετά” σκέφτηκε. Στο συμβούλιο τον λόγο είχε πάρει ο Μεγάλος Βεζίρης και πιστός σύντροφος του πατέρα του, Μουράτ, ο ηλικιωμένος Χαλίλ Τσανταρλί Πασάς. Τον άκουγε να λέει ότι η Πόλη δεν πέφτει και ότι όσο είναι καιρός να μαζέψουμε τις σκηνές μας και να επιστρέψουμε στο Ετιρνέ ( Αδριανούπολη). Ο Μεχμέτ έσφιξε τα χείλη του και σκέφτηκε: “Χαλίλ Πασά όταν πέσει η Πόλη ετοιμάσου να αποχωριστεί το κεφάλι από το σώμα σου. Νομίζεις γέρο ότι δεν ξέρω πως ο Παλαιολόγος σε δωροδοκεί για να σπείρεις διχόνοια στον στρατό μου και να με καταφέρεις να φύγω”

    Ο Μεχμέτ σηκώθηκε χτύπησε μια φορά παλαμάκια και όλοι σιώπησαν και κατέβασαν τα κεφάλια στο πάτωμα. Ίσιωσε την χρυσοπράσινη κελεμπία του και με ήρεμη φωνή είπε: “ Μοιράστε διπλές μερίδες φαγητού στο στράτευμα. Στείλτε δερβίσηδες σε κάθε γωνιά του στρατοπέδου να τους πουν ότι αύριο το βράδυ θα κοιμηθούν σε απαλά στρώματα μέσα στην Πόλη.

    Θέλω οι δερβίσηδες να τους κάνουν να κλάψουν. Να τους πουν ότι όποιος πεθάνει θα πάει στον παράδεισο. Όλο το βράδυ θα χτυπάνε τα τύμπανα. Ανάψτε και φωτιές παντού. Ο πρώτος που θα πατήσει τα τείχη και θα ανεβάσει τη σημαία μου στις επάλξεις θα πάρει το βάρος του σε χρυσάφι. Οι υπόλοιποι έχουν 3 μέρες δικές τους να κάνουν ότι θέλουν μέσα στην Πόλη. Να πάρουν σκλάβες να πάρουν σπίτια να πάρουν χρυσάφια. Τους ανήκουν όλα. Σε εμένα ανήκουν τα δημόσια κτίρια και η ίδια η Πόλη.

    Τώρα πλησιάστε όλοι να σας πω το σχέδιο επίθεσης που σκέφτηκα…” Λίγη ώρα αργότερα ο Μεχμέτ αποφάσισε να μιλήσει ο ίδιος στους στρατιώτες του. Ζήτησε να συγκεντρωθούν. Μια τεράστια ανθρώπινη θάλασσα γέμισε τον χώρο. Ο Σουλτάνος με σταθερή φωνή, άρχισε να λέει:

    «Αγαπημένα μου παιδιά, εύχομαι και σας παρακαλώ, στο όνομα του Θεού, του προφήτη του Μωάμεθ και στο δικό μου, το δούλου τους να κάνετε αύριο ένα έργο που θα μείνει στην αιωνιότητα, όπως έκαναν μέχρι τώρα παντού οι πρόγονοί μας. Να ανεβείτε με τις σκάλες στα τείχη σαν πουλιά με όλη τη γενναιότητα, το θάρρος και την προθυμία που διαθέτετε για να μη χάσουμε τη φήμη που κέρδισαν οι πρόγονοί μας με τη χάρη του Θεού. Αντίθετα, τώρα ήρθε η ώρα να την κάνουμε ακόμη μεγαλύτερη» Το αλλόκοτο και ανομοιογενές πλήθος παραληρούσε και ζητωκραύγαζε.

    Η ώρα της τελικής εφόδου πλησίαζε…

    Μέγα Παλάτιον Βλαχέρνες. Βράδυ Δευτέρας.28 Μαΐου

    Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ζήτησε από τον καλό και πιστό του φίλο Γεώργιο Φραντζή να δώσει εντολή να συγκεντρωθούν μπροστά του, στην «Αίθουσα του Θρόνου», όλοι οι άρχοντες, οι στρατηγοί και οι Πρωτοσπαθάριοι της Πόλης. Μέχρι να έρθουν ζήτησε να μην τον ενοχλήσει κανείς. Άφησε το κουρασμένο του κορμί να πέσει βαριά στην μεγάλη αναπαυτική πολυθρόνα. Έσκυψε και έφερε τα δυο του χέρια στο πρόσωπο του.

    Η Πόλη του, άντεχε 50 συνεχόμενες ημέρες. Ως πότε όμως. Τα μαλλιά του είχαν γκριζάρει από τότε που στέφθηκε Αυτοκράτορας. Ώρες ώρες ένιωθε εντελώς μόνος. Το βάρος που έφερε καθημερινά ήταν δυσβάσταχτο. Ένιωθε ότι μαχόταν σε έναν πόλεμο που από την αρχή του, το αποτέλεσμα είχε κριθεί. Κανείς δεν τον βοηθούσε. Τα θησαυροφυλάκια ήταν άδεια.

    Η Πόλη που κάποτε αριθμούσε περισσότερο από μισό εκατομμύριο ψυχές και ήταν το κέντρο του κόσμου, τώρα ήταν ένα μια νεκροζώντανη σκιά του εαυτού της. Τα πλοία, όσα είχαν απομείνει σάπιζαν στα νεώρια. Πολλά σπίτια ήταν πλέον άδεια…Φαντάσματα στα χαλάσματα. Κοράκια έκραζαν στον ουρανό.

    Οι άρχοντες δεν έδιναν χρήματα λες και όταν ο Σουλτάνος θα έμπαινε στην Βασιλεύουσα θα τους άφηνε να τα κρατήσουν. Αναγκάστηκε να εκποιήσει μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Τα τάματα του λαού του. Προσπάθησε να καλέσει τη Δύση για βοήθεια. Ακόμη την περίμενε…Κανένα πλοίο από τους Λατίνους δεν εμφανιζόταν στον ορίζοντα, παρά τις διαβεβαιώσεις.

    Ευτυχώς που εμφανίσθηκε και ο Ιουστινιάνης. Βέβαια εάν η Πόλη άντεχε, ο Γενουάτης θα έπαιρνε σαν πληρωμή ολόκληρη τη νήσο Λήμνο. Πόσο θα ήθελε να είχε χρήματα στο κρατικό θησαυροφυλάκιο. Θα μπορούσε να πληρώσει εκείνον τον τεχνίτη κανονιών τον Ουρβάνο. Η μεγάλη Μπομπάρδα θα ήταν μέσα από τα τείχη και όχι απέξω. Δεν είχε… Ο Ουρβάνος πήγε στον Σουλτάνο και η Μπομπάρδα έκανε τη γη να τρέμει σε κάθε κανονιοβολισμό. Έμαθε μάλιστα ότι στην Αδριανούπολη μια γυναίκα έχασε το παιδί που είχε στην κοιλιά της από τον φόβο της. Τόσο μακριά ακουγόταν ο ήχος του ορειχάλκινου τέρατος.

    Η μπομπάρδα διέλυε αργά αλλά σταθερά τα τείχη. Χαμογέλασε ειρωνικά όταν στην αρχή οι κανονιέρηδες έριχναν στα τείχη και δεν τους προκαλούσαν την παραμικρή φθορά, Μέχρι εκείνο το πρωινό που εμφανίστηκαν οι Ούγγροι τεχνίτες που του έστειλε ο σύμμαχος του, ο Ιωάννης Ουνιάδης για να τον βοηθήσουν στην άμυνα της Βασιλέυουσας. Αντί να έρθουν μέσα στην Πόλη όπως έπρεπε, εκείνοι έτρεξαν στον Σουλτάνο. Του είπαν και έδειξαν στο στρατό του, τον τρόπο να ρίξουν τα τείχη.

    Ο Σουλτάνος τους πλήρωσε αδρά. Το δικό του θησαυροφυλάκιο ήταν γεμάτο. Οι τεχνίτες τους είπαν να ρίχνουν την πρώτη βολή σε ένα σημείο. Η δεύτερη θα έπρεπε να πέσει στην ίδια ευθεία με την πρώτη αλλά λίγα μέτρα πιο δίπλα. Η τρίτη κανονιά θα έπεφτε στη μέση και λίγο χαμηλότερα. Σαν ανάποδο τρίγωνο. Τα τείχη έπεφταν και διαλύονταν πια σαν να ήταν από άμμο.

    Ευτυχώς που ο λαός του, δεν έκανε πίσω και τα βράδια, τα επιδιόρθωνε. Τα γέμιζε με πέτρες με άμμο ακόμη και με ρούχα και μάλλινα υφάσματα για να απορροφούν τους κραδασμούς… Ο λαός του τον λάτρευε το ένιωθε, ήταν όμως διχασμένος. Άλλοι τον υποστήριζαν και άλλοι τον κατηγορούσαν για «ενωτικό», τον κατηγορούσαν ότι πούλησε την ορθόδοξη πίστη στον Πάπα.

    Κάποιες στιγμές αναρωτιόταν και για τον ρόλο του μοναχού Γεννάδιου Σχολάριου που είχε κλειστεί στη Μονή του Παντοκράτωρα και κατακεραύνωνε με πύρινους λόγους, εκείνον, τον ίδιο τον Αυτοκράτορα, τη Δύση και οποιαδήποτε προσπάθεια άμυνας στον Μεχμέτ. « Η Πόλη είναι αμαρτωλή και θα πληρώσει για αυτό. Μετανοείτε τίποτε δεν θα μας σώσει από την οργή του Κυρίου» έλεγε και ο κόσμος συγκεντρωνόταν έξω από τη Μονή και τον πίστευε… Αναρωτήθηκε τι θα γινόταν ο Σχολάριος εάν ο Μεχμέτ έπαιρνε τη Βασιλεύουσα…

    Για λίγο σκέφτηκε την πρώτη του σύζυγο τη Θεοδώρα, ανιψιά του Δεσπότη της Ηπείρου. Την έχασε το 1430. Ο θάνατος της, τον τσάκισε. Δώδεκα χρόνια μετά αποφάσισε να δέσει τη ζωή του με μια άλλη γυναίκα, την Κατερίνα Κατιλούζιο από τη Λέσβο. Η μοίρα του έπαιζε περίεργα παιχνίδια. Η Κατερίνα πέθανε και εκείνη. Παιδιά, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν επρόκειτο ποτέ να αποκτήσει. Βούρκωσε. Ο πιστός του φίλος Φραντζής, διέκοψε τις μαύρες σκέψεις του. «Είναι όλοι εδώ. Σας περιμένουν » του είπε.

    Ο Κωνσταντίνος σηκώθηκε από την καρέκλα του και έδωσε εντολή να περάσουν Όταν η «αίθουσα του Θρόνου» γέμισε ασφυκτικά άρχισε να τους μιλάει:

    «Ευγενέστατοι άρχοντες, εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, γενναιότατοι στρατιώτες, τιμημένοι και πιστοί πολίτες, ξέρετε όλοι πολύ καλά ότι έφτασε η ώρα που ο εχθρός της πίστης μας αποφάσισε να μας πιέσει ακόμα περισσότερο με όλα τα πολεμικά μέσα και τεχνάσματα που διαθέτει. Θέλει να αρχίσει γενική επίθεση και πόλεμο από την ξηρά κι από τη θάλασσα, έτοιμος να μας δαγκώσει σαν φαρμακερό φίδι και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι.

    Γι’ αυτό το λόγο σας παρακαλώ να φερθείτε με γενναιότητα και θάρρος, όπως κάνατε μέχρι τώρα, απέναντι στους εχθρούς της πίστης μας. Αφήνω στα χέρια σας την τύχη της δοξασμένης και λαμπρής πατρίδας μας, της μεγαλοπρεπέστατης και ευγενούς βασιλεύουσας όλων των πόλεων.

    Οι εχθροί μας διαθέτουν όπλα, ιππικό, δύναμη και πλήθος, αλλά εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο όνομα του Κυρίου και Σωτήρα μας, στα χέρια μας και στη γενναιότητα που μας χάρισε ο Θεός. Ξέρω ότι η τεράστια αγέλη των απίστων θα επιτεθεί εναντίον μας, όπως συνηθίζει, με βάναυση ορμή, αλαζονεία και θράσος επειδή είμαστε λίγοι, ώστε να μας τρομάξουν, να μας κουράσουν και να μας κάνουν να χάσουμε το ηθικό μας με τις φωνές και τους αλαλαγμούς τους. Εσείς όμως γνωρίζετε καλά πόσο ανόητα είναι αυτά και δε χρειάζεται να σας τα θυμίσω.

    Σε λίγο θα επιτεθούν και θα ρίξουν εναντίον μας πέτρες και βέλη αμέτρητα σαν την άμμο της θάλασσας, αλλά ελπίζω ότι δεν θα πετύχουν τίποτα.»

    Η φωνή του Αυτοκράτορα έσπασε αλλά εκείνος συνέχισε: «Σας βλέπω και χαίρομαι επειδή, αν και λίγοι, όλοι σας είστε έμπειροι, γενναίοι, αποφασιστικοί, δυνατοί και καλά προετοιμασμένοι. Να καλύψετε καλά το κεφάλι σας με τις ασπίδες τη στιγμή της συμπλοκής και να χρησιμοποιείτε με επιτυχία το δεξί σας χέρι με το σπαθί.

    Οι περικεφαλαίες, οι θώρακες, οι πανοπλίες και ο υπόλοιπος οπλισμός σας είναι σε θέση να σας βοηθήσουν αποτελεσματικά σ’ όλη τη διάρκεια της μάχης, επειδή οι εχθροί δεν διαθέτουν ανάλογο εξοπλισμό.

    Ήρθε λοιπόν αδέρφια μου ο σουλτάνος, μας πολιόρκησε και έχει ορθάνοιχτο το τεράστιο στόμα του για να καταβροχθίσει τόσο εμάς όσο και την πόλη που έχτισε ο αείμνηστος μεγάλος αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος την αφιέρωσε στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, εκφράζοντας την ευχή να την έχουμε πάντα βοηθό και προστάτη της πατρίδας μας, που αποτελεί καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά των Ελλήνων, και καύχημα όλου του κόσμου»

    dogma.gr

    ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣΟ μαρμαρωμένος τελευταίος ΑυτοκράτοραςΠρόσωπα Σάββατο, 25 Μαϊου, 2013 | 16:11

    ΚείμενοΛουδάρος Ανδρέας

     

    Ο τελευταίος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο μαρμαρωμένος Βασιλιάς που η παράδοση τον θέλει να περιμένει κάπου υπομονετικά τη στιγμή που θα ξανακαθίσει στο θρόνο της Βασιλεύουσας Πόλης, γεννήθηκε πριν από 609 χρόνια στις 9 Φεβρουαρίου 1404.

    Γιός του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄του Παλιολόγου και της Ελένης Δραγάση φόρεσε το στέμα του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου στις 6 Ιανουαρίου 1449. Ήταν 45 ετών. Η στέψη του πραγματοποιήθηκε στον Μυστρά, στην Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, εκεί όπου σήμερα ένας μαρμάρινος δικέφαλος αετός μαρτυρά την ιστορία της στέψης του τελευταίου Αυτοκράτορα.

    Ήδη οι Οθωμανοί είχαν αρχίσει να απειλούν την Βασιλεύουσα την οποία προσπάθησε να οχυρώσει όσο το δυνατόν καλύτερα ενισχύοντας τα οχυρωματικά έργα.

    Την παραμονή της «μαύρης» 29ης Μαΐου 1453, ο Κωνσταντίνος γνωρίζοντας πως η τελική μάχη πλησίαζε λειτουργήθηκε στην Αγία Σοφία, κοινώνησε και προσπάθησε να ενθαρρύνει τους λιγοστούς, σε σχέση με τη «θάλασσα» των εχθρών, υπερασπιστές της Βασιλεύουσας.

    Οι ιστορικοί γράφουν πως μετά τον τραυματισμό του Γενουάτη Ιωάννη Ιουστινιάνη, στον οποίο είχε στηρίξει τις ελπίδες του για την σωτηρία της Πόλης, ο Κωνσταντίνος είχε καταλάβει πως πλέον η μάχη είχε χαθεί.

    Τον συμβούλεψαν να φύγει, να τρέξει μακρυά για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών. Εκείνος αρνήθηκε. Παρέμεινε μέχρι τέλους. Πολέμησε δίπλα δίπλα με τους απλούς στρατιώτες χωρίς να υπολογίζει τη ζωή του.
    Το πρωί της 29ης Μαΐου 1453, η Πόλη έπεσε. Ο στρατός του Μωάμεθ Β΄ ξεχύθηκε μέσα στην Βασιλεύουσα, καταστρέφοντας, λεηλατώντας, δολοφονώντας.

    Ακόμη και εκείνη τη στιγμή, ο Κωνσταντίνος δεν υποχώρησε.

    Έπεσε στη μάχη μαζί με τους στρατιώτες του. Ο Μωάμεθ έδωσε εντολή να βρουν το σώμα του Αυτοκράτορα. Τον αναζήτησαν ανάμεσα στις σορούς των τελευταίων υπερασπιστών της Βασιλεύουσας προσπαθώντας να τον αναγνωρίσουν από τα διάσημα του.

    Τελικά όταν τον αναγνώρισαν από τους αετούς που ήταν χαραγμένοι στις βασιλικές περικνημίδες, ο Μωάμεθ, τιμώντας τον άξιο αντίπαλο του, έδωσε εντολή να του γίνει βασιλική κηδεία. Απαγόρευσε όμως να ανακοινωθεί ο τόπος της ταφής του.

    Ο ΘΡΥΛΟΣ

    Μέσα στους καπνούς της καταστροφής και τις λίμνες του αίματος που πότισαν τη γη της Πόλεως των πόλεων, ο χαμός του τελευταίου Αυτοκράτορα στάθηκε αφορμή για να γεννηθεί ένας θρύλος.

    Σύμφωνα με αυτόν, τη στιγμή που οι εχθροί είχαν κυκλώσει τον Αυτοκράτορα και ήταν έτοιμοι να τον σκοτώσουν, ένας Άγγελος σταλμένος από τον ουρανό, τον μαρμάρωσε και τον πήρε μαζί του.

    Τον έκρυψε λένε σε μια σπηλιά μέχρι να έρθει «το πλήρωμα του χρόνου». Τότε ο Άγγελος θα τον ξυπνήσει, και θα του δώσει το σπαθί του, για να απελευθερώσει την Πόλη.

    Για την θυσία του τελευταίου Αυτοκράτορα και το θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά έγραψαν ποιήματα πολλοί. Ένα από αυτά είναι του Κωνσταντίνου Καρυωτάκη που ακολουθεί.

    Μαρμαρωμένε Βασιλιά
    Κωνσταντίνος Καρυωτάκης

    Και ρίχτηκε με τ’ άτι του μες στων εχθρών τα πλήθια,
    το πύρινο το βλέμμα του σκορπούσε την τρομάρα,
    και το σπαθί του τη θανή. Στα χάλκινά του στήθια,
    εξέσπασε η όργητα σε βροντερή κατάρα.

    Εθόλωσαν τα μάτια του. Τ’ αγνό το μέτωπό του,
    θαρρείς ο φωτοστέφανος της Δόξας τ’ αγκαλιάζει.
    Κι έπεσε χάμου ο Τρανός! Θρηνήστε το χαμό του.
    Μα, μη! Σε τέτοιο θάνατο ο θρήνος δεν ταιριάζει.

    Κι έπεσε χάμου ο Τρανός! Κυλίστηκε στο χώμα,
    ένας Τιτάν π’ ακόμα χτες εστόλιζ’ ένα θρόνο,
    κι εσφάλισε – οϊμένανε! – για πάντ’ αυτό το στόμα,
    που κάθε πίκρα ρούφαγε κι έχυν’ ελπίδες μόνο,

    Μαρμαρωμένε Βασιλιά, πολύ δε θα προσμένεις.
    Ένα πρωί απ’ τα νερά του Βόσπορου κει πέρα
    θε να προβάλει λαμπερός, μιας Λευτεριάς χαμένης,
    ο ασημένιος ήλιος. Ω, δοξασμένη μέρα!

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    26/11/2003
    Αρ. μηνυμάτων:
    5753
    Prowler ® στις #424649

    ΑΚΡΟΠΟΛΗ, 30 ΜΑΗ 1941
    Δύο φοιτητές αποκαθηλώνουν τη γερμανική σημαία

    Στα τέλη Μαΐου του 1941 είχε συμπληρωθεί ένας μήνας από την παράδοση της Αθήνας στους Γερμανούς, που ολοκλήρωναν τις επιχειρήσεις τους στην Ελλάδα με την κατάληψη της Κρήτης. Ο Μανώλης Γλέζος (9/9/1922) και ο Λάκης Σάντας (22/2/1922) ήταν δύο νεαροί φοιτητές, που δάκρυζαν, όπως και χιλιάδες Αθηναίοι, βλέποντας τη γερμανική σβάστικα να κυματίζει στην Ακρόπολη. Το χιτλερικό σύμβολο προκαλούσε την ελληνική υπερηφάνεια. Έπρεπε, λοιπόν, να κατέβει…

    Το παράτολμο σχέδιο γεννήθηκε στο μυαλό τους ένα ανοιξιάτικο σούρουπο στο Ζάππειο, καθώς αντίκριζαν την Ακρόπολη και στρώθηκαν στη δουλειά για να το υλοποιήσουν. Πήγαν στην Εθνική Βιβλιοθήκη και διάβασαν ό,τι σχετικό με τον Ιερό Βράχο. Στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια ανακάλυψαν όλες τις σπηλιές και τις τρύπες της Ακρόπολης. Γρήγορα, αντιλήφθηκαν ότι η μόνη διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσουν για να μην γίνουν αντιληπτοί από τους γερμανούς φρουρούς ήταν μέσω του Πανδρόσειου Άντρου.

    Το πρωί της 30ης Μαΐου 1941, ο Γλέζος και ο Σάντας πληροφορήθηκαν από το ραδιόφωνο ότι η Κρήτη είχε πέσει. Οι Γερμανοί με προκηρύξεις κόμπαζαν για το κατόρθωμά τους. Οι δύο νέοι αποφάσισαν να δράσουν το ίδιο βράδυ. Όπλα δεν είχαν, παρά μόνο ένα φαναράκι κι ένα μαχαίρι. Η ώρα είχε φθάσει 9:30 το βράδυ. Η μικρή φρουρά της Ακρόπολης ήταν μαζεμένη στην είσοδο των Προπυλαίων και διασκέδαζε με νεαρές Ελληνίδες, που πουλούσαν τον ερωτά τους, πίνοντας μπύρες και μεθοκοπώντας.

    Με άγνοια κινδύνου, πήδηξαν τα σύρματα, σύρθηκαν ως τη σπηλιά του Πανδρόσειου Άντρου και άρχισαν να σκαρφαλώνουν από τις σκαλωσιές, που είχαν φτιάξει οι αρχαιολόγοι για τις ανασκαφές. Φθάνοντας σε απόσταση ολίγων μέτρων από τον ιστό της σημαίας δεν αντιλήφθηκαν κανένα φρουρό και με γρήγορες κινήσεις κατέβασαν από τον ιστό το μισητό σύμβολο του ναζισμού. Ήταν μία τεράστια σημαία, διαστάσεων 4×2 μ. Είχαν φθάσει πια μεσάνυχτα. Οι δύο «κομάντος» δίπλωσαν και πήραν μαζί τους τη σημαία και ακολουθώντας το ίδιο δρομολόγιο απομακρύνθηκαν από την Ακρόπολη, χωρίς και πάλι να γίνουν αντιληπτοί από τους Γερμανούς, που συνέχιζαν τη διασκέδασή τους.

    Με έκπληξη η γερμανική φρουρά αντιλήφθηκε νωρίς το πρωί ότι η σβάστικα έλειπε από τον ιστό. Οι γερμανικές αρχές πανικοβλημένες διέταξαν ανακρίσεις. Μόλις στις 11 το πρωί ανάρτησαν μια νέα σημαία στον κενό ιστό.

    Γλέζος και Σάντας καταδικάσθηκαν ερήμην σε θάνατο, οι άνδρες της φρουράς εκτελέστηκαν, οι έλληνες διοικητές των αστυνομικών τμημάτων της περιοχής απαλλάχθηκαν από τα καθήκοντά τους, ενώ για τους φύλακες της Ακρόπολης δεν προέκυψε κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο.

    Η υποστολή της σβάστικας από την Ακρόπολη αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη Αθήνα, μία ενέργεια με συμβολικό χαρακτήρα, αλλά τεράστια απήχηση στο ηθικό των δοκιμαζόμενων Ελλήνων. Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ιδρύθηκαν οι δύο μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΔΕΣ.

    Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Μανώλης Γλέζος συνελήφθη τρεις φορές από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε και κατόρθωσε να δραπετεύσει, ενώ ο Λάκης Σάντας ξέφυγε από τους διώκτες του και κατετάγη στον ΕΛΑΣ.

    Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/articles/146#ixzz2UktRe36R

    http://www.sansimera.gr/articles/146

    Ανενεργός
    Ημ. εγγραφής:
    25/09/2007
    Αρ. μηνυμάτων:
    7067
    Ανώνυμος στις #424705

    Πως εξαφανίστηκε η αρχαία Σπάρτη;

    Μια απίστευτη βαρβαρότητα. Θησαυροί της αρχαίας ελληνικής τέχνης καταστραφήκαν και λεηλατηθήκαν, όπως είναι γνωστό… από ρωμαίους, φράγκους σταυροφόρους, από τον ενετό στρατηγό Μοροζινι και από τον Άγγλο (Σκωτο για την ακρίβεια) Έλγιν. Εξίσου μεγάλη καταστροφή επήλθε από περιηγητές και απεσταλμένους μουσείων, πανεπιστημίων και βασιλιάδων της Ευρώπης, που ηλθαν στην Ελλάδα στους χρόνους της τουρκοκρατίας, για να αποθησαυρίσουν νομίσματα, χειρόγραφα, επιγραφές και έργα τέχνης.Όλους αυτούς υπέρβαλε σε απληστία και σε καταστροφές που προκάλεσε στους προγονικούς θησαυρούς της Ελλάδας ο αββας Michel Fourmont (1690/1746), απεσταλμένος του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου IE’. Ο αββάς Fourmont ξεπερνάει και τον Έλγιν όσο αφορά στο βάναυσο τρόπο της καταστροφής των μνημείων, που κυριολεκτικά αφάνισε, αλλά και στον απίστευτο αριθμό των αρχαιοτήτων που κατάστρεψε. Στην προσπάθειά του να φανεί αρεστός στο βασιλιά του και να εξασφαλίσει αποκλειστικά για εκείνον μονό το δικαίωμα της μελέτης και της ερευνάς επιγραφών και μνημείων, μετά την καταγραφή τους επιδιδόταν με, παρανοϊκή στην κυριολεξία, μανία στην καταστροφή τους επιχαίροντας μάλιστα γι’ αυτήν. Ο Fourmont αναζήτησε επιγραφές στην Αθηνά, στη Σαλαμίνα, στα Μέγαρα και στην Πελοπόννησο, οπού διείσδυσε ακόμη και στα αγριότερα μέρη της Μάνης.Ο ίδιος ομολογεί σε χειρόγραφο του, που σώζεται μαζί με το ημερολόγιο του, ότι συγκέντρωσε πάνω από 1.500 επιγραφές στην περιήγηση του το 1729 στην Ελλάδα. Σε επιστολή του προς τον κόμη Maurepas, o Fourmont καυχιέται ότι κατέστρεψε(!) τις επιγραφές, για να μην αντιγραφούν από μελλοντικό περιηγητή!!! (…)(…) Όσα γραφεί ο fourmont για την καταστροφή που έκανε στη Σπαρτή εξηγούν και τη σπανιότητα των αρχαιοτήτων σήμερα στη φημισμένη πόλη.Σημειώνει λοιπόν ο αββας τα εξής απίστευτα: “επί 30 μέρες και πλέον 30, 40 και 60 εργάτες εκθεμελιώνουν, καταστρέφουν, εξαφανίζουν την πόλη της Σπάρτης. Μου υπολείπονται 4 μονό πύργοι να καταστρέψω… Προς το παρόν ασχολούμαι με την καταστροφή των τελευταίων αρχαιοτήτων της Σπάρτης. Καταλαβαίνετε (αποτείνεται στο Maurepas) τι χαρά δοκιμάζω(!). Αλλά να η Μαντινεία, η Στυμφαλία, η Τεγέα και ιδιαίτερα η Νεμέα και η Ολυμπία αξίζουν την εκ βάθους εκθεμελίωση. (!!!!!!!!!)Έκανα πολλές πορείες αναζητώντας αρχαίες πόλεις αυτής της χωράς και έχω καταστρέψει μερικές. Ανάμεσα τους την Τροιζηνα, την Ερμιόνη, την Τύρινθα (tyrins στο χειρόγραφο αντί tiryns), τη μισή ακρόπολη του Άργους, τη Φλιασιά, το φενέο… Εισέδυσα στη Μάνη.Εδώ και έξι εβδομάδες ασχολούμαι με την ολοκληρωτική καταστροφή της Σπάρτης! Γκρεμίζοντας τα τείχη, τους ναούς της, μην αφήνοντας πέτρα στην πέτρα θα κάνω και την τοποθεσία της άγνωστη στο μέλλον, για να την ξανακάνω εγώ γνωστή. Έτσι θα δοξάσω το ταξίδι μου. Δεν είναι αυτό κάτι;”.Και πιο κάτω: “η Σπάρτη είναι η πέμπτη πόλη που κάτεσκαψα. Ασχολούμαι τώρα με την καταστροφή των βαθύτερων θεμελίων του ναού του Αμυκλαίου Απόλλωνα. Θα κατέστρεφα και άλλους αρχαίους τόπους το ίδιο εύκολα, αν με άφηναν. Τον πύργο τον γκρέμισα ολοκληρωτικά.”.Για την Τροιζήνα αναφέρει: “γκρέμισα ότι απέμεινε από τα οχυρά και τους ναούς της.”. Και με απίστευτη αφέλεια ομολογεί: “από τους περιηγητές που προηγήθηκαν δεν θυμάμαι να τόλμησε κανείς να κατεδαφίσει πύργους και άλλα μεγάλα κτίρια!”παρανοϊκός; ημιμαθής; φανατικός εχθρός του αρχαίου πνεύματος εξαιτίας και της ιδιότητας του ως κληρικού; δεν ξέρει κανείς την ακριβή απάντηση. Ίσως λίγο από όλα.Το βέβαιο ωστόσο είναι πως η καταστροφή που προκάλεσε είναι κολοσσιαία και σ’ αυτήν οφείλεται η εξαφάνιση της αρχαίας Σπάρτης, της Τροιζήνας και της Ερμιόνης. Σύμφωνα με τα στοιχεία, που ο ίδιος δίνει, μόνο στη Σπάρτη πλήρωσε 1.200 ημερομίσθια για το γκρέμισμα των μνημείων και των κτιρίων που σώζονταν ακόμη. Ανατριχιάζει κανείς με τη σκέψη ότι θα μπορούσε ο Fourmont να μεταφέρει το βαρβαρικό μένος στην Ολυμπία, που την επίσκεψη της μάλιστα είχε προγραμματίσει.Αλλά ανακλήθηκε, ευτυχώς, στη Γαλλία λίγο αργότερα. (…)

    Πηγη: περιοδικο “αρχαιολογια”, τευχος 9, αυγουστος 1983, σελιδες 93-94.

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    18/05/2003
    Αρ. μηνυμάτων:
    8660
    victz στις #424707

    Oμολογω δεν την ηξερα την ιστορια.

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    10/09/2012
    Αρ. μηνυμάτων:
    485
    panos citori στις #424712

    εγω αυτο το αρθρο το ειχα διαβασει λιγο παλιοτερα!!!! ισως να υπιρξαν και αλλοι πριν τον αββα που και αυτοι κατι να κατεστρεψαν και

    ισως για αυτο υπαρχουν ερωτηματα για καποιες περηοχες και το χαρακτιριζουν ως μυθος, θρηλος κ.τ.λ.

    η Ελλας ειχε και εχει πολλους εχθρους!!!

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    26/11/2003
    Αρ. μηνυμάτων:
    5753
    Prowler ® στις #425594

    ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
    ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ

    Έτσι καθώς εστέκονταν ορθός μπροστά στην Πύλη κι άπαρτος μες στη λύπη του
    Μακριά του κόσμου που η ψυχή του γύρευε να λογαριάσει στο φάρδος Παραδείσου

     Και σκληρός πιο κι απ’ την πέτρα που δεν τον είχανε κοιτάξει τρυφερά ποτέ – κάποτε τα στραβά δόντια του άσπριζαν παράξενα
    Κι όπως περνούσε με το βλέμμα του λίγο πιο πάνω απ’ τους ανθρώπους κι έβγανε απ’ όλους Έναν που του χαμογελούσε τον Αληθινόν που ο χάρος δεν τον έπιανε
    Πρόσεχε να προφέρει καθαρά τη λέξη θάλασσα έτσι που να γυαλίσουν μέσα της όλα τα δελφίνια 

    Κι η ερημιά πολλή που να χωρά ο Θεός κι η κάθε μια σταγόνα σταθερή στον ήλιο ν’ ανεβαίνει
    Νέος ακόμα είχε δει στους ώμους των μεγάλων τα χρυσά να λάμπουν και να φεύγουν 

    Και μια νύχτα θυμάται σ’ ώρα μεγάλης τρικυμίας βόγκηξε ο λαιμός του πόντου τόσο που θολώθη μα δεν έστερξε να τού σταθεί
    Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε.


    II
    Θεέ μου και τώρα τι

    Που ‘χε με χίλιους να παλέψει χώρια με τη μοναξιά του ποιος αυτός που ‘ξερε μ’ ένα λόγο του να δώσει ολάκερης της γης να ξεδιψάσει τι
    Που όλα τού τα ‘χαν πάρει

    Και τα πέδιλά του τα σταυροδετά και το τρικράνι του το μυτερό και το τοιχίο που καβαλούσε κάθε απομεσήμερο να κρατάει τα γκέμια ενάντια στον καιρό σαν ζόρικο και πηδηχτό βαρκάκι
    Και μια φούχτα λουίζα που την είχε τρίψει στα μάγουλα ενός κοριτσιού μεσάνυχτα να το φιλήσει (πως κουρναλίζαν τα νερά του φεγγαριού στα πέτρινα τα σκαλοπάτια τρεις γκρεμούς πάνω απ’ τη θάλασσα…)
    Μεσημέρι από νύχτα

     Και μήτ’ ένας πλάι του
    Μονάχα οι λέξεις του οι πιστές που ‘σμιγαν όλα τους τα χρώματα ν’ αφήσουν μες στο χέρι του μια λόγχη από άσπρο φως
    Και αντίκρυ σ’ όλο των τειχών το μάκρος μυρμηκιά οι χυμένες μες στο γύψο κεφαλές όσο έπαιρνε το μάτι του
    «Μεσημέρι από νύχτα – όλ’ η ζωή μια λάμψη!» φώναξε κι όρμησε μες στο σωρό σύρνοντας πίσω του χρυσή γραμμή ατελεύτητη
    Και αμέσως ένιωσε ξεκινημένη από μακριά η στερνή χλωμάδα να τον κυριεύει.

    III
    Τώρα καθώς του ήλιου η φτερωτή ολοένα γυρνούσε και πιο γρήγορα οι αυλές βουτούσαν μέσα στο χειμώνα κι έβγαιναν πάλι κατακόκκινες απ’ τα γεράνια
    Κι οι μικροί δροσεροί τρούλοι όμοια μέδουσες γαλάζιες έφταναν κάθε φορά και πιο ψηλά στ’ ασήμια που τα ψιλοδούλευε ο αγέρας γι’ άλλων καιρών πιο μακρινών το εικόνισμα
    Κόρες παρθένες φέγγοντας η αγκαλιά τους ένα θερινό ξημέρωμα φρέσκα βαγιόφυλλα και της μυρσίνης της ξεριζωμένης των βυθών σταλάζοντας ιώδιο τα κλωνάρια
    Του ‘φερναν Ενώ κάτω απ’ τα πόδια του άκουγε στη μεγάλη καταβόθρα να καταποντίζονται πλώρες μαύρων καραβιών τ’ αρχαία και καπνισμένα ξύλα όθε με στυλωμένο μάτι ορθές ακόμη Θεομήτορες επιτιμούσανε
    Αναποδογυρισμένα στις χωματερές αλόγατα σωρός τα χτίσματα μικρά μεγάλα θρουβαλιασμός και σκόνης άναμμα μες στον αέρα
    Πάντοτε με μια λέξη μες στα δόντια του άσπαστη κειτάμενος

    Αυτός ο τελευταίος Έλληνας!

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    12/03/2004
    Αρ. μηνυμάτων:
    5016
    MICHEL123GR στις #426231

    Ελπίζω οι γνωστοί ελληνάρες που ξαναφτιάχνουν την ιστορία μειώνοντας το έθνος μας αυτό το συμβάν να μην το βαφτίσουν δεν ξέρω και εγώ μύθος; αφού οι Γερμανοί είναι τα φιλαράκια μας….

    http://news247.gr/eidiseis/afieromata/monadiko_kinhmatografiko_ntokoymento_apo_th_nazistikh_thhriwdia_-_69_xronia_apo_th_sfagh_sto_distomo.2289492.html

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    12/03/2004
    Αρ. μηνυμάτων:
    5016
    MICHEL123GR στις #427409

    Ποιος ήταν ο Νενέκος; Σαν σήμερα ο Κολοκοτρώνης έλεγε το “φωτιά και τσεκούρι”
    19.06.2013 | 00:32
    <!– Σε µεταλλικά κοντέινερ θα µεταφερθούν αµέσως µόλις βγουν στην επιφάνεια οι 33 µεταλλωρύχοι, προκειµένου να προστατευτούν από το φως του ηλίου. –>


     
    Tweet

     
    Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σαν σήμερα το 1828 μίλησε για “νενέκους” και είπε το “φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους. Από τότε το “νενέκος” είναι η χειρότερη προσβολή που μπορεί να δεχτεί πολιτικός. Πολλοί την έχουν εκστομίσει την προσβολή.

    Ποιος ήταν ο Νενέκος και γιατί το όνομά του έγινε συνώνυμο της εθνικής προδοσίας;

    Οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821.

    Ο Δημήτριος Νενέκος καταγόταν από το χωριό Ζουμπάτα των Πατρών κι έγινε οπλαρχηγός του προκρίτου της Πάτρας Βενιζέλου Ρούφου , αφού προηγουμένως δολοφόνησε τους πολεμιστές Σπανοκυριάκο και Σαγιά που διεκδικούσαν το ίδιο αξίωμα.
    Διακρίθηκε στις πολιορκίες της Πάτρας και του Μεσολογγίου, αλλά μετά την άλωση του, συνεργάστηκε με τον αλβανικής καταγωγής, Αιγύπτιο στρατηγό Ιμπραήμ, ο οποίος του προσέφερε προνόμια. Το 1826 προσκύνησε και συμπαρέσυρε μαζί του και πολλούς άλλους. Το 1827, επικεφαλής των Τουρκοπροσκυνημένων πολέμησε εναντίον των Ελλήνων και τους νίκησε. Για αυτά τα «κατορθώματα» του και με τη μεσολάβηση του Ιμπραήμ, έγινε με διαταγή του Σουλτάνου, «μπέης».

    Ο Γέρος του Μοριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, βλέποντας τις θυσίες και τους αγώνες των Ελλήνων, να πηγαίνουν χαμένοι, , αντέτεινε το ιστορικό «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!» και «ξαναζωντάνεψε» την ετοιμοθάνατη Επανάσταση. Απάντησε με μια χωρίς προηγούμενο τρομοκρατία στην τρομοκρατία του Ιμπραήμ. Όσα χωριά αρνούντο να επανέλθουν στο ελληνικό στρατόπεδο, δέχονταν αιφνιδιαστικές επιθέσεις από τους άνδρες του Γέρου. Σε όλο τον Μοριά οι πρωτεργάτες του προσκυνήματος συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν.

    Όταν ο Ιμπραήμ από την Πάτρα ξεκινούσε για τα Καλάβρυτα με τον στρατό του και το Νενέκο με 2.000 δικούς του στο χάνι του Βερβένικου ο Ιμπραήμ παραδρόμησε και περαπλανήθηκε μέσα στο δάσος ώσπου έπεσε πάνω στο Νενέκο και τους Αρβανιτάδες του. Στου Δεσπότη τη Βρύση καθώς προχωρούσε αυτός με τη νέα του συνοδεία κοιμήθηκε. Στην διάρκεια του ύπνου του όμως τον φύλαγαν καλά οι Νενεκαίοι γι’ αυτό σαν έφτασε στο στρατόπεδό του «επήνεσε τον Νενέκον δια την πίστην του,και παρρήσια μάλιστα τον εχάιδευσε με τα χέρια του ενώπιον των επισήμων Τούρκων». Ο Κολοκοτρώνης μαθαίνοντας ότι ο Νενέκος είχε τον Ιμπραήμ στα χέρια του και δεν τον σκότωσε, «…ωρκίσθει παρρησία ημών εις τον Μεγάλον Θεόν των Ελλήνων και είπεν, ότι επιθυμεί τον φόνον του Νενέκου, και αν τον εύρισκε πουθενά με τα ίδια του τα χέρια τον εφόνευεν, πράγμα πολύ παράξενον και πρωτάκουστον απο το στόμα του Κολοκοτρώνη να ομιλή περί φόνου, και ότι μόνος του θέλει να τον κάμη».
    Η εκτέλεση του Νενέκου, έγινε τελικά το 1828, κατ’ εντολήν του Κολοκοτρώνη, από τον αδελφό του δολοφονημένου Σαγιά.

    Συμμετέχων
    Ημ. εγγραφής:
    22/10/2007
    Αρ. μηνυμάτων:
    4563
    ΜΠΕΦ στις #427436

    Και ελεγα τι μου θυμιζει το πιο πανω μυνημα….Κατι αιωρειται στην ατμοσφαιρα η οποια ειναι πολυ ωραια τελευταια…χε χε χε.

Επισκόπηση 15 δημοσιεύσεων - 61 έως 75 (από 232 συνολικά)
Απευθείας μετάβαση στη σελίδα:

Πρέπει να είστε συνδεδεμένοι για να απαντήσετε σ' αυτό το θέμα.


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων