Καλπακλής… το χαμένο παπί

0

Σύμφωνα με τα όσα ανακοινώνονται σχετικά με τη νέα ρυθμιστική, το θήραμα που θυσιάσαμε φέτος με αντάλλαγμα την υπογραφή της είναι ο καλπακλής. Ας ελπίσουμε ότι είναι το τελευταίο θήραμα που πέφτει θύμα των αστήρικτων οικολογικών εκβιασμών.

Η Φλυαρόπαπια είναι ένα ακόμα είδος από τα καταδυτικές αγριόπαπιες αρκετά διαδεδομένο στην Ευρώπη αλλά και σε ορισμένες περιοχές της χώρας μας. Στην χώρα μας απαντάται με μια σειρά από τοπικές ονομασίες με πιο γνωστές αυτές όπως γαλάνι ή την περισσότερο γνωστή καπακλής.

Γεωγραφική εξάπλωση: Οι Φλυαρόπαπια είναι κατά κύριο λόγω μεταναστευτικό είδος με μια αρκετά μεγάλη γεωγραφική εξάπλωση παγκοσμίως. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού βρίσκονται κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο, Ευρώπη, Ασία και Βόρεια Αμερική, ενώ τον χειμώνα μεταναστεύουν στο νότιο ημισφαίριο, Αφρική, νότια Αμερική κλπ. Βασικότεροι μεταναστευτικοί σταθμοί των Φλυαρόπαπιων στην Ευρώπη, με συγκέντρωση πολύ μεγάλων και εντυπωσιακών αριθμών είναι, ο Ροδανός (Camargue) ποταμός στη Γαλλία και το Coto Doρana στην Ισπανία.

Περιγραφή: Η Φλυαρόπαπια είναι μια μεσαίου μεγέθους αγριόπαπια, το μήκος της κυμαίνεται από 46 έως 57 εκατ., η έκταση των φτερών της από 78 – 90 εκατ. και έχει βάρος από 500 έως 1250 γραμμάρια. Και σε αυτό το είδος όπως στα περισσότερα των αγριόπαπιων υπάρχει σεξουαλικός διμορφισμός, δηλαδή μορφολογικές διαφορές μεταξύ αρσενικού και θηλυκού.

Το αρσενικό έχει έναν σχετικά ασυνήθιστο για αρσενική αγριόπαπια μονότονο γκρίζος-καφετί χρωματισμό στο φτέρωμά του, που διακόπτεται μόνο από τα ολόμαυρα οπίσθια του και ένα λευκό μπάλωμα που δημιουργείται από τα δευτερεύοντα φτερά του, καθώς επίσης και από τον ολόασπρο καθρέφτη του ο οποίος είναι αρκετά εμφανή κατά την πτήση ή την ανάπαυση του. Το στήθος του διατηρεί τον καφετί χρωματισμού του γενικότερου συνόλου, ενώ η κοιλία του είναι άσπρου χρώματος. Οι γλουτοί όπως και παραπάνω είπαμε είναι μαύρου χρώματος, ενώ ο καθρέφτης έχει ένα λαμπερό άσπρο χρώμα. Το ράμφος του είναι μαύρο, ενώ τα πόδια τους έχουν ένα κίτρινο-πορτοκαλί χρωματισμό.

Κατά την περίοδο της πτερόρροιας ομοιάζει αρκετά με το θηλυκό.

Τα θηλυκά έχουν ένα σχεδόν μονότονο θαμπό καφετί-γκρίζο χρώμα, όπως και οι περισσότερες από τις θηλυκές αγριόπαπιες. Ένα χρώμα εξαιρετικά λειτουργικό το οποίο αποτελεί εξαιρετικό καμουφλάζ κατά το διάστημα της εκκόλαψης και ανατροφής των νεοσσών. Μοιάζουν παρά πολύ με την θηλυκή πρασινοκέφαλη, με μοναδικές διαφορές τους το σκουρότερο πορτοκαλί ράμφος τους, το μικρότερο μέγεθος τους, και την έλλειψη εντόνου καθρέφτη. Το ράμφος του θηλυκού είναι γκριζωπό με πορτοκαλί άκρες.
Οι νεοσσοί έχουν ανάλογο χρωματισμό με αυτών των θηλυκών.

Αναπαραγωγή: Η εποχή ζευγαρώματος για τις Φλυαρόπαπιες ξεκίνα γύρω στις αρχές Μαΐου. Στο ξεκίνημα της εποχή της αναπαραγωγής μεγάλες ομάδες αρσενικών θα επιδοθούν σε επίγεια αλλά και εναέρια ανεύρεση θηλυκών. Πολλές φορές θα δούμε διάφορες ομάδες αρσενικών οι οποίες κολυμπούν γύρω γύρω σε μικρούς κύκλους, καλώντας και σπρώχνοντας το ένα το άλλο. Συχνά, αλλά όχι πάντα, στο κέντρο ενός τέτοιου κύκλου θα υπάρχει ένα θηλυκό. Τα αρσενικά θα επιδοθούν σε ένα τελετουργικό καλέσματος του θηλυκού επιδεικνύοντας τα μαύρα οπίσθια τους, βουτώντας στο νερό και ανασηκώνοντας την ουρά τους επιδεικνύοντας τον άσπρο καθρέφτη τους, καθώς επίσης και με κάποιες ακροβατικές πτήσεις ερωτοτροπίας.

Η φλυαρόπαπια είναι μονογαμικό είδος και θα επιλέξει για να αναπαραχθεί υδροβιότοπους γλυκού νερού όπως λίμνες, έλη, καθώς και διάφορα νησιά εντός των λιμνών. Περιστασιακά θα επιλέξει και κάποιες θαμνώδεις περιοχές μακριά από το περιοχές με νερό. Το θηλυκό χτίζει τη φωλιά του σε κάποιο καλά καλυμμένο σημείο με ψηλή βλάστηση, όπως καλαμιώνες. Η φωλιά αποτελείται από τη βλάστηση που βρίσκετε στην τριγύρω περιοχή και το θηλυκό συνεχίζει να την «επισκευάζει» ακόμα και κατά την διάρκεια της επώασης των αυγών.

Οκτώ έως 11 άσπρα αυγά γεννιούνται, και επωάζονται από το θηλυκό για 24 έως 27 ημέρες. Το αρσενικό θα εγκαταλείψει το θηλυκό περίπου στο μέσω της περιόδου επώασης. Αφότου εκκολάπτουν οι νεοσσοί, η θηλυκή θα οδηγήσει τους νεοσσούς στο νερό όπου θα ψάξουν για νεκρά έντομα στην επιφάνεια του. Οι νεοσσοί θα είναι έτοιμοι για την πρώτη τους πτήση μετά από 48 έως 56 ημέρες.

Συμπεριφορά: Η φλυαρόπαπια είναι ένα πουλί που συνήθως το συναντούμε σε μεγάλους και ανοιχτούς υδροβιότοπους. Είναι μια αγριόπαπια κατάδυσης και όπως αυτό δηλώνει θα αναζητήσει την τροφή της καταδυόμενη. Κατά την αναζήτηση της τροφής της θα βουτήξει το μπροστινό μισό του σώματος της, ενώ το υπόλοιπο μισό και η ουρά θα είναι έξω από το νερό. Έχουν γρήγορο πέταγμα και είναι επίσης ικανότατοι κολυμβητές και άριστοι δύτες. Όταν κοιμούνται έχουν ανάλογη συμπεριφορά με τα άλλα είδη παπιών. Όπως το να κοιμούνται όρθια με το ράμφος τους πλαγιασμένο επάνω στα πίσω φτερά τους.

Δεν είναι και τόσο κοινωνικό είδος όπως άλλα είδη αγριόπαπιων, εκτός από την εποχή αναπαραγωγής τους, οπούς όπως και παραπάνω είπαμε, μικρά κοπάδια κυρίως από αρσενικά δημιουργούνται με σκοπό την ανεύρεση θηλυκών. Είναι αρκετά ήρεμο και ήσυχο είδος, η κλήση του αρσενικού έχει την μορφή ενός βραχνού σφυρίγματος, ενώ το θηλυκό έχει την ίδια σχεδόν κλήση με την θηλυκιά Πρασινοκέφαλη.

Σίτιση: Η διατροφή της Φλυαρόπαπιας αποτελείται από χόρτα, διάφορα υδρόβια φυτά, σπόρους, καθώς και διάφορους καρπούς. Συμπληρώνεται συχνά με τα υδρόβια ασπόνδυλα, και περιστασιακά τα μικρά σπονδυλωτά. Το χειμώνα, η διατροφή αποτελείται κατά ένα μεγάλο μέρος της από υδρόβια φυτά και φύκια.

Η σίτιση των νεοσσών κατά το πρώτο διάστημα της ζωής τους αποτελείται κυρίως από έντομα και ασπόνδυλα και αργότερα με σπόρους και διάφορα φυτά.

Βιότοπος: Ο Βιότοπος της Φλυαρόπαπιας είναι κυρίως οι μεγάλοι ανοιχτοί υδροβιότοποι συχνά καλυμμένη με βλάστηση, όπως λίμνες γλυκού νερού, παράκτια έλη με τη έντονη βλάστηση και εκβολές ποταμών. Προτιμά τις περιοχές με την άφθονη βλάστηση γύρω από το νερό και πολύ σπάνια τις συναντούμε σε περιοχές με μεγάλα υψόμετρα ή την θάλασσα

Διάφορα
Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός των Φλυαρόπαπιων έχει υπολογιστεί στα 25-30 χιλιάδες ζευγάρια
Είναι ένα από τα λίγα είδη παπιών των οποίων ο βορειοαμερικανικός πληθυσμός έχει αυξηθεί απ’ την δεκαετία του ’50

Εχθροί: Βασικοί εχθροί τους είναι τα περισσότερα από τα φτερωτά αρπακτικά όπως, τα γεράκια, οι κουκουβάγιες, οι μπούφοι και οι αετοί. Επίσης μεγάλες απώλειες προκαλούν ιδιαίτερα στα αυγά και τους νεοσσούς και διάφοροι άλλοι καιροσκόποι θηρευτές όπως, οι κουρούνες, οι γλάροι οι κίσσες, οι αλεπούδες οι ασβοί κλπ.
Βασικότερος όμως όλων, είναι η σχεδόν δραματική συρρίκνωση των πρωταρχικών βιοτόπων τους.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων