ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΠΟΛΥ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ PRINCE ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΑ ΝΑ ΤΟ ΑΝΟΙΞΩ ΣΑΝ ΘΕΜΑ …………………….ΑΝΤΕ ΒΑΛΤΕ ΟΛΟΙ
XΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΜΑΣ , ΥΓΕΙΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ , ΠΑΘΟΣ ΜΕΡΑΚΙ ΟΣΦΡΗΣΗ ΣΤΑ ΜΠΕΚΑΤΣΟΣΥΛΑ ΜΑΣ. ΤΣΟΥΝΑΜΙ ΤΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΜΟΡΦΑ ΒΟΥΝΑ ΜΑΣ ,ΖΩΗ ΝΑ ΜΑΣ ΧΑΡΙΖΟΥΝΕ ΩΣ ΤΑ ΓΕΡΑΜΑΤΑ ΜΑΣ .
ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ – ΣΟΦΑ ΛΟΓΙΑ
-
Ο μπαμπάς μου κάθε μέρα
με βροχή καί με αέρα
στα βουνά πάει στη φύση
μπεκάτσα γιά να κυνηγήση
κι όταν έρθει μεσημέρι
λέω κάτι θα ‘χει φέρει
ψάχνω μέσα στο μπουφάν του
καί αντί γιά τη μπεκάτσα
δυστυχία,πάλι μου ‘φερε….φουγάτσα!
Χρόνια πολλά από την κόρη του τουφεκαλεύρη.
Είσαι στα πόδια γρήγορος και πρώτος στο σημάδι,
πρωί – πρωί χτυπάς λαγό και τις μπεκάτσες βράδυ.
Μ’ απ’ όλα τα κυνήγια σου, ένα μονάκριβο σου!
Ετούτη δω η πέρδικα είν’ το καλύτερο σουΚράτα την πέρδικα σφιχτά, ποτέ μην τη μαλώνεις,
μονάχα να την αγαπάς και να την καμαρώνεις.
Ο ήλιος, ο αυγερινός, η πούλια, το φεγγάρι
σίγουρα σας ζηλεύουνε που γίνατε ζευγάρι.Περδικοφασσομπεκατσοκυνήγια και Λαχανομαζέματα
Γεια και χαρά αδέλφια μου λεβέντες τιμημένοι
οργώνεται ακόμα τα βουνά ή ήσαστε πιασμένοι.
Όλη η εβδομάδα βρε παιδιά, λιακάδα καλοσύνη
μα σαν ερχόταν Κυριακή έπιασε το μπουρίνι.
Να κυνηγούν οι πέρδικες, να βρέχεται όλη μέρα
να πέφτουν τα’ αστραπόβροντα, θεούλη μου φοβέρα
συμμάχησε φαίνεται ο θεός, με τις “αλαφροπατούσες”.
Γιατί αλλιώς θα κλαίγανε και οι μακρυμαλλούσες
Ευρέθηκαν όμως μερικοί, με τύχη στο “βρακί τους”
και κάνουν και “νούμερα”, Αλί και τρις Αλί τους.
Του χρόνου βρε ανεγκέφαλοι, θα πάτε για κυνήγι;
αφήσατε μια πέρδικα; πάει το πανηγύρι;
Για τους φασσάδες τι να πω; ευχάριστα τα νέα.
Φάσσες παρουσιαστήκανε, έξω απ’ την Νεμέα.
Αλλάξανε το πρόγραμμα κι αντί για βελανίδι
γλυκό κρασί θα πίνουνε, θα γίνονται κουνουπίδι.
Έτσι λοιπόν αδέλφια μου, καθώς θα το γλεντάνε
θα έρχονται απάνω μας, κουβέλια να μας φάνε.
σας συμβουλεύω αδέλφια μου, στον καρτεριού την μπούκα
να στήσετε μυδράλιο, να πάρετε μπαζόυκα.
Τη κι αν μεθάνε οι άτιμες, τη κι αν χαμηλοπετάνε
ατσάλινο είναι το κορμί, σκάγια δεν το τρυπάνε.
Η φάσα θέλει ντουφεκιά, θέλει χοντρό φυσίγγι
γιατί το ξέρετε καλά, πως κοτσιλιά αφήνει.
τώρα να πάμε αδέλφια μου, στα χαλαρά κυνήγια
τσιχλίτσες παρουσιάστηκαν, μικρούλες σαν μυρμήγκια.
Μην ντουφεκάτε βρε παιδιά, της τσίχλες τον Οκτώβρη
γιατί θα ψάχνετε μετά, να γίνετε αγκιστρολόγοι.
υπομονή αδέρφια μου, σηκώστε το κεφάλι
ο μήνας ο καλύτερος, μπροστά μας είναι πάλι
μπεκάτσες – φάσες – πέρδικες, λαγούς με πετραχήλια
πάντα μες το Νοέμβριο, μας κάνουνε παιχνίδια.
Πάρτε λοιπόν τα άρματα, τα διπλοενισχυμένα
γιατί του Νοέμβρη τα πουλιά, είναι διβολεμένα.
Μάγκνουμ να είναι οι κάνες σας, μάγκνουμ και τα φυσίγγια
παπιά σαν θα θελήσετε, να βάλτε στα σακίδια.
καιρός είναι να αναφερθώ και σε μερικούς “κεφάλες”
γιατί χαλάτε τα πουλιά, ρίχνοντας μπαλοθιάδες.
η φάσα θέλει υπομονή και το παπί το ίδιο
για την μπεκάτσα μας, κρατάτε ένα ξύλο.
και δώστε και καμιά ξυλιά, σ’ αυτόν που περπατάει
πιο γρήγορα απ’ τα σκυλιά, και μας τις ξεπρογκάει.
το μάθημα αδέλφια μου, εδώ θα πάρει τέλος
και εύχομαι αντί για τα πουλιά, να βλέπεται αγγέλους.
σαν τελευταία είδηση, άφησα τούτη δω
λάχανα γεμάτα είναι τα βουνά, μαζεύετε κάνα δύο.
ρώτησα και να ντόκτορα, πάνω στο ζήτημα αυτό.
Να τρώτε λάχανα παιδιά, να πίνετε και το ζωμό.
σας αγαπώ αδέλφια μου, να μην με λησμονάτε
φέρτε μου και κάνα πουλί, αφού πολλά βαράτε.
Ο καρακαψούλης
4-11-2002
από την Κυνηγετική Φωνή Καλαμάτας
Αφιέρωση σε μια βελουδομάτα
Καημό μεγάλο απόκτησα
για μια μικρή κυρούλα
Που ήταν σε όλα πλουμιστή
με γαλλική μυτούλα
Κάθε πρωί της έκανα
διακριτικό καμάκι
Μα εκείνη δε μου έριχνε
ούτε ένα βλεματάκι
Μα απ΄ τον πολύ μου τον κορσέ
την όμορφη φατσούλα
Ένα πρωί στα χέρια μου
έπεσες μπεκατσούλα
Χρήστος Τσάμης (μέγας στιχοπλόκος ο αδελφός μου)
Κι ένα παραδοσιακό δημοτικό τραγούδι που τραγουδάει παρά πολύ ωραία ο Τάσος Χαλκιάς.
Τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια,
τώρα οι πέ/ τώρα οι πέρδικες.
Τώρα οι πέρδικες
γλυκολαλούν και λένε
ξύπνα αφέ/ ξύπνα αφέντη μου.
Ξύπνα αφέντη μου,
ξύπνα γλυκιά μου αγάπη,
ξύπνα αγκά/ ξύπνα αγκάλιασε.
Ξύπνα αγκάλιασε κορμί κυπαρισσένιο,
κάτασπρο/ κάτασπρο λαιμό.
Κάτασπρο λαιμό
σαν του Μαγιού το δρόσο,
σαν κρύο/ σαν κρύο νερό.Είναι γλυκιά και όμορφή
Δεν κάνει για παρέα
Γυρνά επάνω στα βουνά
Θαρρεί πως ην μοιραία
Τον κυνηγό σιχαίνεται
Τον σκύλο κοροϊδεύει
Και σαν βρεθεί σε κίνδυνο
Σηκώνετε και φεύγει
Θέλουν πολλοί να την χαρούν
Να πάρουν τα φτερά της
Μα οι λύγοι μόνο τη γεύονται
ξέρουν τα μιστηκά της
Κυνηγούσα μια μπεκάτσα, κάπου στον Ορχομενό.
Είχα το ποτάμι φάτσα, δίπλα μου τον ουρανό
και στην άδεια μου σακούλα, έναν μαύρο πετεινό.
Κάπου στην Πετρομαγούλα, κάπου στον Ορχομενό.Τι ‘θελε χωρίς αιτία
το πουλί στη Βοιωτία;
Tι ΄θελε, πανάθεμά το!,
στην ακρόπολη από κάτω;
Πρέπει να είστε συνδεδεμένοι για να απαντήσετε σ' αυτό το θέμα.