aris_kalamata wrote:
ΚΑΛΑ ΔΕΣ Κ ΕΝΑ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΝΕΡΟ ΜΠΑΣ Κ ΣΕ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΕΙ… http://www.youtube.com/watch?v=_F1EXTJsabQΤι μου κάνεις τώρα, βροχούλα είδα, φέρνω θύμησες στο νού μου και ταράζομαι. Έχουμε κατέβει από την βάρκα, ο Δημήτρης έφυγε αμέσως για το σημείο που ήθελε να κάτσει. Εγώ κοντοστάθηκα πίσω από ένα γιαλγκίνι με σκοπό να «κόψω» λίγο κίνηση και μετά να αποφασίσω που θα κάτσω. Ένα ζευγάρι κουταλάδες φάνηκαν από μακριά να έρχονται κατά πάνω μου. Είχα τον αέρα να λυσσομανάει από δεξιά μου και τα πουλιά ερχόντουσαν κοντραριστά από αριστερά. Έδιναν αγώνα και ολοένα πλησίαζαν αλλά όχι royal, σε δεξιά τραβέρσα. Μόλις έφτασαν καμιά 30αριά μέτρα μπροστά μου, σηκώθηκα και σημάδεψα το πρώτο, ενώ σκεφτόμουν πως ήταν εύκολοι στόχοι και με λίγη προσοχή θα μπορούσα να τα πάρω και τα δύο. Πατάω την σκανδάλη «τσακ», τραβάω το κλείστρο πίσω, αφού το μυαλό μου πήγε στην εμπλοκή, πάλι «τσακ»….! Δεν είχα γεμίσει το όπλο. Η θέα των πουλιών κατά την διάρκεια της διαδρομής με είχε συνεπάρει τόσο που ξέχασα το αυτονόητο. Κρίμα, σίγουρα πουλιά. Ο Δημητράκης ωστόσο έφτασε εκεί που ήθελε να κάτσει και δεν άργησε να ρίξει τις πρώτες τουφεκιές κατεβάζοντας μια καστανιά από ένα ζευγάρι. Μετά από λίγα λεπτά άλλα δύο σαρσέλια πήραν τον κατήφορο προς το νερό. Τα πουλιά είχαν πορεία από αριστερά προς τα δεξιά, κόντρα στον αέρα. Πέρναγαν ανοιχτά μπροστά μου αλλά σε μακρινή απόσταση. Φεύγω λοιπόν και γω προς τα εκεί. Αυτό που με προβλημάτιζε ήταν άλλο…! Που να κρυφτείς εκεί; Δεν έχει τίποτα για να κρυφτείς και τα ρημάδια παίζουν σαν τρελά σε κείνο το σημείο. Κάτι τέτοιες στιγμές μετανιώνω που είμαι ψηλός. Αυτές ήταν οι πρώτες σκέψεις μόλις έφτασα κοντά του και μια κραυγή «κρύψου» ήρθε στα αυτιά μου για να με αγχώσει κάπως. Που να κρυφτείς όμως; Ξάφνου, ενώ περπατάω και ψάχνω να βρω την ποιο ψηλή αρμυρήθρα για να κρυφτώ στοιχειωδώς, πέφτω μέσα σε ένα καναλάκι που είχε καλυφθεί από το νερό. Όχι πολύ βαθύ αλλά ικανό να κρύψω τον μεγαλύτερο όγκο του σώματος μου. Το σκαμνί βουλιαγμένο κάτω από το νερό, σχεδόν όλος από την μέση και κάτω μέσα στο νερό, με το στήθος να κοντεύει να ακουμπήσει στους μηρούς από το σκύψιμο. Κάτι χορταράκια και πράσινα καλαμάκια στην μια μεριά από το καναλάκι βοηθάνε αλλά παρόλα αυτά νιώθω ότι φαίνομαι. Ποτέ δεν έχω νοιώσει ότι είμαι αρκετά κρυμμένος για τα πουλιά αυτά. Νεροποντή, κατακλυσμός, το ένα μου μάτι είναι στον ουρανό και το άλλο στην στάθμη της μαρίτσας πίσω μου. Δεν είναι λίγες οι ιστορίες που έχω ακούσει για απότομα φουσκώματα των νερών με άσχημες συνέπειες. Ο Δημήτρης καμιά σαρανταριά μέτρα δεξιά μου, αλλά το συνεχές ουρλιαχτό της θάλασσας που «έβραζε» και τα γεμάτα 8 μποφόρ που μας χτύπαγαν την πλάτη, έκαναν κάθε απόπειρα επικοινωνίας να μοιάζει χαμένη υπόθεση. Ένα κοπάδι ψαλίδια γύρω στα δεκαπέντε πουλιά κάνει την εμφάνιση του από μπροστά και δεξιά μας. Στην προσπάθεια μου να είμαι κρυμμένος όσο το δυνατό περισσότερο δεν έχω την ορατότητα να βλέπω να πουλιά από πολύ μακριά, η κόντρα όμως πορεία που έχουν στον άνεμο, τα κάνει να μοιάζουν σταματημένα και τα δευτερόλεπτα μοιάζουν αιώνια μέχρι να έρθουν από πάνω σου και να επωμίσεις. Εκείνη την ώρα ο χρόνος μοιάζει να σταματάει, τα χέρια σφίγγουν το όπλο, οι πατούσες των ποδιών «βιδώνουν» δεξιά-αριστερά στην λάσπη προετοιμάζοντας μια σταθερή θέση για τουφεκιά, τα μάτια σχεδόν χαμηλωμένα, τόσο όσο χρειάζεται για να βλέπεις την πορεία τους και όχι να τα κοιτάς κατάματα, ο δείκτης του δεξιού χεριού να πιέζει το κουμπί της ασφάλειας λες και προσπαθείς να την βγάλεις από την άλλη μεριά και πάνω στο κρίσιμο σημείο ακούω τις τουφεκιές του Δημήτρη …. αχ ρε Δημητράκη, γιατί, αφού μου ερχόντουσαν πιο βολικά. Μετά παραδέχτηκε ότι έπρεπε να τα αφήσει γιατί θα μου πέρναγαν καλύτερα αλλά δεν βαριέσαι. Το μπουρίνι έφτασε από πάνω μας, η εμπειρία πρωτόγνωρη. Ένα κοπαδάκι σαρσέλια ξεπροβάλουν και κάθονται καμιά εικοσαριά μέτρα μπροστά μου. Δεν κάνω κίνηση να τα τουφεκίσω γιατί πολύ απλά δεν τα βλέπω από τον χαλασμό που γίνεται. Το μυαλό μου εκείνη την ώρα είναι στους κεραυνούς που έχουν κάνει όλο το Δ μπλέ παρά στα πουλιά. Πέρασε το μπουρίνι και τα πουλιά άρχισαν πάλι να πετάνε…. Το παιχνίδι συνεχίστηκε για τρεις ώρες περίπου, η ώρα έφτασε 12:30 και είχαμε να τουφεκίσουμε κάνα μισάωρο. Του κάνω νόημα να φύγουμε, αφού και τις καλύτερες μέρες τέτοια ώρα κόβουν και ξαναρχίζουν παιχνίδι μετά τις 14:00. «Κόψανε, πάμε να βάλουμε μια μπουκιά στο στόμα μας, να στραγγίξουμε λίγο και να βγούμε για απόγευμα» του φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα. Όντως τον είδα να σηκώνεται και να μαζεύει το σκαμνί του κατευθυνόμενος προς την βάρκα. Η πιο όμορφη ταλαιπωρία που μπορείς να νιώσεις τέτοιες ώρες είναι το βάρος των πουλιών την ώρα που φεύγεις από τον γκιουμέ…
Ωραία αφήγηση Γιώργο!!!! Τελικά απ’ότι βλέπω έχεις ταλέντο !!!!!Το έριξες το υπονοούμενάκι σου ότι σου χάλασα τα πουλιά έεεεεεε.Α !! ρε Γιώργη,Α!!! Ρε Γιώργη.Θέλω να δώ τι αφήγηση θα κάνεις αν μας αξιώση ο θεός και πάμε φέτος στον κυνηγετικό παράδεισο,ξέρεις πού!!!!!!!!! Έτσι για να σκάει ο Άρης το φιλαράκι σου!!!!!!!!!!!