Διαχείριση & Προστασία Περιβάλλοντος: Μια ανικανοποίητη πολιτική πρόκληση

0

2070-fallhike.jpg
Του Αλέξανδρου Γκάσιου
Δασολόγου

Η ολοένα και μεγαλύτερη εκμετάλλευση και αξιοποίηση των φυσικών πόρων, με τρόπο που πολλές φορές δεν εξασφαλίζει τη διατήρηση μετά τη χρήση τους από τον άνθρωπο, δημιούργησε την ανάγκη προστασίας ορισμένων περιοχών που θεωρούνται πιο «πλούσιες» , από οικολογικής, βιολογικής ή πολιτιστικής άποψης. Η ικανοποίηση της ανάγκης αυτής θεωρείται κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη στις μέρες μας, με δεδομένη την τεχνολογική πρόοδο που έχει δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να μπορεί να αξιοποιεί και να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους με ανησυχητικά πλέον ταχύτερους ρυθμούς από αυτούς που επικρατούσαν το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα.

Η σημαντικότερη παράμετρος στη διαχείριση του Φυσικού Περιβάλλοντος και στην προστασία των φυσικών περιοχών εν γένει, είναι το να κατανοήσουμε τους παράγοντες που διαμόρφωσαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και να στρέψουμε την προσοχή μας στην προστασία αυτών ακριβώς των παραγόντων .
Στη φύση δεν υπάρχουν πιο άξιες ή πιο σημαντικές περιοχές. Σε κάθε τετραγωνικό μέτρο γης, εξελίσσονται διεργασίες που πολλές φορές δεν είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε ή τις αξιολογούμε με τα δικά μας κριτήρια, τα ανθρώπινα, οικονομικά, κοινωνικά, βιολογικά και άλλα.
Υποπέφτουμε στο σφάλμα αντί να αναλύουμε σε βάθος τις διεργασίες αυτές, να αξιολογούμε πρόχειρα το ορατό και αυτό που έχει σημασία για τον άνθρωπο, υποτιμώντας με περισσή ανοησία την αυτόνομη και ανεξάρτητη από τον άνθρωπο πορεία αυτού του πλανήτη για εκατομμύρια χρόνια.
Προσωπικά, διαφωνώ ριζικά με το διαχωρισμό προστατευόμενων και μη περιοχών τον οποίο θεωρώ ενδεικτικό της αλαζονικής και υπεροπτικής τάσης του ανθρώπινου γένους να ελέγξει και να καρπωθεί περισσότερα από αυτά που του χρειάζονται για να ζήσει.
Από την άλλη μεριά, ακόμα και αν δεχτούμε την θέσπιση ορισμένων περιοχών ως προστατευόμενων αναγκαία, η διαχείριση αυτών γίνεται χωρίς τον κατάλληλο σχεδιασμό και χωρίς την τοποθέτηση συγκεκριμένων στόχων ορθολογικής διαχείρισης που θα ορίσουν το αντικείμενο και τη μέθοδο της προστασίας. Κατά συνέπεια χωρίς όραμα και προοπτική.

Η εφαρμογή του μέτρου της απόλυτης προστασίας που ισχύει σε πολλές προστατευόμενες περιοχές, κρίνεται λανθασμένη και πολλές φορές μπορεί να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα.
Στην Ελλάδα, ο άνθρωπος επιδρά ποικιλοτρόπως στο περιβάλλον και έχει συμβάλει καθοριστικά, αν όχι απόλυτα στη διαμόρφωση των οικολογικών χαρακτηριστικών, σημαντικών από βιολογικής, οικολογικής, πολιτιστικής και ιστορικής άποψης περιοχών του φυσικού περιβάλλοντος για περισσότερο από 3000 χρόνια.
Η απομόνωση των περιοχών αυτών επομένως από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, πιθανό είναι να έχει σαν αποτέλεσμα την απομόνωσή τους από έναν σημαντικό γεννησιουργό παράγοντά τους.
Η κτηνοτροφία, η υλοτομία, η γεωργία, η θήρα και η αλιεία είναι μερικές από τις δραστηριότητες που επιτέλεσαν και μπορούν να επιτελέσουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών μιας περιοχής, αν αναπτυχθούν σε ήπια μορφή, σύμφωνα με τις αρχές της αειφορίας και προσαρμοσμένες φιλικά προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των περιοχών αυτών.
Μέχρι στιγμής και με δεδομένη την προϊούσα αποδυνάμωση της Δασικής Υπηρεσίας, της οποίας ο αριθμός των στελεχών αλλά και ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός δεν επαρκεί για να προστατεύσει στον απαιτούμενο βαθμό το φυσικό περιβάλλον της χώρας μας, (και κατ ‘επέκταση τις προστατευόμενες περιοχές), οι Κυνηγετικές Οργανώσεις απομένουν μόνες στην προσπάθεια αυτή. Μόνες στην προσπάθεια ουσιαστικής διαχείρισης που σημαίνει έρευνα, μελέτη, ανάλυση αποτελεσμάτων και εξαγωγή συμπερασμάτων, τοποθέτηση στόχων και ενεργοποίηση όλων των μέσων προς υλοποίηση των τελευταίων.

Τόσο στον πρακτικό τομέα, με τη σύσταση του Σώματος της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής και την υλοποίηση δαπανηρών και μακρόπνοων ερευνητικών προγραμμάτων, όσο και στο θεωρητικό, με την ολοένα και μεγαλύτερη προσπάθεια κατάρτισης και διαμόρφωσης Κυνηγετικής – Φιλοπεριβαλλοντικής συνείδησης, οι Κυνηγετικές Οργανώσεις επιχειρούν να πετύχουν στην πράξη την ουσιαστική προστασία της πανίδας και του φυσικού περιβάλλοντος της Ελλάδας. Με συνεχείς ενημερωτικές εκδηλώσεις, σεμινάρια, αρθρογραφία σε περιοδικά και ένθετα, έρευνα για τους πληθυσμούς της άγριας πανίδας, αλλά και με εκδόσεις σχετικές με τη θήρα και το περιβάλλον, προσπαθούμε με αντίξοες πολλές φορές συνθήκες, να καλύψουμε το θεσμικό κενό που υπάρχει σε αυτόν τον τομέα.
Αν και οι καρποί των προσπαθειών αυτών δεν έχουν φανεί ακόμα στο πραγματικό μέγεθός τους, η αναγνώριση από τις αρμόδιες αρχές και από φορείς και ανθρώπους που είχαν και έχουν αρνητική άποψη για τη θήρα, αποδεικνύει πως χωρίς να είμαστε αλάθητοι, μάλλον οδεύουμε στο σωστό δρόμο, γεγονός που αποτελεί και την πηγή που δίνει τη δύναμη και το κουράγιο να συνεχίσουμε παρά τις αντίξοες προαναφερθείσες συνθήκες που δημιουργούν άνθρωποι και υπηρεσίες, έξω αλλά μερικές φορές και μέσα από τον κυνηγετικό κόσμο.
Το παραπάνω έργο , σε κράτος πρόνοιας θα έπρεπε να υλοποιείται από τις αρμόδιες διευθύνσεις των Υπουργείων ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και Αγρ. Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς και από τη Δασική Υπηρεσία που παραμένει από πλευράς εξέλιξης στον περασμένο αιώνα, αδιαφορώντας για τις λοιπές αξίες του περιβάλλοντος, πλην της υλοτομίας στις δασικές εκτάσεις.

Οι κυνηγοί ερχόμαστε συχνότερα σε επαφή με τους ανθρώπους της Δασικής Υπηρεσίας, ή τις αποφάσεις τους και παρατηρούμε πως ακόμα κι αν αναγνωρίσουμε την προϊούσα αποδυνάμωση της Δ.Υ. από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δεδομένη, δεν διαπιστώνεται κάποια διαφοροποίηση των παλιών αντιλήψεων που επικρατούν στα Δασαρχεία η οποία θα μπορούσε να επιφέρει αποτελέσματα και να καλύψει μέρος του κενού που καταγράφεται. Επιμένουν δηλαδή ακόμα και σήμερα οι Δασικοί Υπάλληλοι, να προσεγγίζουν τα δάση και τις δασικές εκτάσεις με μοναδικό κριτήριο την απόληψη ξύλου από αυτά, δηλαδή τις υλοτομίες. Το κυριότερο για μας παράδειγμα της παραπάνω εκτίμησης αποτελεί η σχέση των Υπευθύνων Θήρας με τη θήρα!
Στην εποχή που οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στα Βαλκάνια έχουν κάνει την εισαγόμενη από τις γείτονες χώρες ξυλεία ευπρόσιτη και πιο οικονομική, η πλειοψηφία, αν όχι όλοι οι υπεύθυνοι θήρας στην Ελλάδα ασχολούνται λιγότερο με τη θήρα από ότι με τις υλοτομίες και τους χαρακτηρισμούς!
Εδώ αξίζει να τονιστεί πως όσοι ταυτίζουν τη θήρα με την έκδοση και ανανέωση αδειών θήρας και την απελευθέρωση φασιανών, είναι τόσο μακρυά από τις σημερινές προκλήσεις και ανάγκες που αντιμετωπίζει το κυνήγι αλλά και η διαχείριση του περιβάλλοντος στην Ελλάδα σήμερα, που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω και με το παραπάνω!

Η αλλαγή πλεύσης στον σχεδιασμό και την εφαρμογή της διαχείρισης του περιβάλλοντος, τόσο από τις πολιτικές ηγεσίες των δύο αρμόδιων Υπουργείων και των σχετικών Διευθύνσεών τους, όσο και από τις διοικήσεις των κατά τόπους Διευθύνσεων Δασών και Δασαρχείων, αποτελεί κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη ανάγκη, την οποία δε ζητούν μόνο οι κυνηγοί, αλλά όλοι οι ασχολούμενοι με τα κοινά συμπολίτες μας. Παραδείγματα όπως ο εγκλωβισμός των Φορέων Διαχείρισης και η αποδυνάμωση της Δασικής Υπηρεσίας σε συνδυασμό με την μη κατάρτιση Κτηματολογίου και Δασολογίου και την τάση για αποχαρακτηρισμό ολοένα και περισσότερων δασικών εκτάσεων αποτελούν περίτρανη και τραγική απόδειξη της παραπάνω εκτίμησης.
Από την πλευρά μας, οι κυνηγοί, είμαστε πρόθυμοι να συμβάλλουμε σε αυτήν την προσπάθεια και μάλιστα ανιδιοτελώς. Αποτελούμε τη μοναδική κοινωνική ομάδα που καταθέτει ετησίως ποσά της τάξης των 10 εκατομμυρίων ευρώ στο Υπ. Αγρ. Αν. και Τροφίμων και μάλιστα χωρίς αντίκρισμα. Αν ένα μέρος του ποσού αυτού διατίθοταν για θεσμικά ολοκληρωμένη εκπαίδευση και ενημέρωση των κυνηγών, δε θα μιλούσε η κοινωνία σήμερα για φονιάδες και εγκληματίες και δε θα καλούμασταν να αντιμετωπίζουμε το δριμύ κοινωνικό κατηγορώ για πράξεις παράνομες και κατακριτέες που γίνονται από λίγους, αλλά βαραίνουν τους πολλούς.

Όλοι οι υπόλοιποι φορείς που υποστηρίζουν και σε μερικές περιπτώσεις το πράττουν, πως προστατεύουν το περιβάλλον με τη δράση τους, είναι ετεροχρηματοδοτούμενοι, γεγονός που σημαίνει πως δε βασίζονται σε ίδιους πόρους αλλά ζητάνε. Ζητάνε από μας, από τα Υπουργεία και από την Ε.Ε. «Τη συνδρομή σας παρακαλώ για να σώσουμε τη φάλαινα στην Ιαπωνία…..», ή δώστε μου παρακαλώ μερικά εκατομμύρια ευρώ για να σώσω την αρκούδα στην Ελλάδα….
Είναι ζήτημα λίγων ετών οι Διοικήσεις των Ομοσπονδιών και οι εργαζόμενοι στις κυνηγετικές οργανώσεις δασολόγοι και δασοπόνοι να αποκτήσουν σημαντική γνώση πάνω στη διαχείριση της θήρας και της άγριας ζωής, με τις προσπάθειες που καταβάλλουν είτε σε επίπεδο ερευνητικών προγραμμάτων, είτε σε επίπεδο συνδικαλιστικής δράσης, αρθρογραφίας, σύνταξης εισηγήσεων και επαφών με εκπροσώπους όλων των φορέων που σχετίζονται με το περιβάλλον στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Σήμερα βρίσκουμε αντιμέτωπους και αντίθετους πολλούς από αυτούς τους φορείς, οργανισμούς και υπηρεσίες που διαχειρίζονται, ή επιχειρούν να διαχειρίζονται το φυσικό πλούτο της χώρας.
Είναι αποκαρδιωτικό να ζητάς να προσφέρεις και να πέφτεις συνεχόμενα στα τείχη της άρνησης και του συντηρητισμού που κρατάνε εδώ και πολλά χρόνια αλυσοδεμένη κάτω την πανέμορφη χώρα μας σε πολλούς τομείς, που όπως αποδεικνύεται και σε σημαντικότερα ζητήματα από τη θήρα, όπως η υγεία και η παιδεία διοικείται εν συνόλω από λάθος ανθρώπους που κινούνται χωρίς στόχους, οράματα, μεράκι και έγνοια για τις τύχες των ψυχών και των άψυχων τούτου του τόπου.
Με σιγανή φωνή εκφράζεται από αυτή τη στήλη η ευχή το παραπάνω φαινόμενο να σταματήσει σύντομα και τη θέση του να πάρει η ανιδιοτελής συνεργασία όλων των ανθρώπων , φορέων, οργανώσεων και υπηρεσιών που ασχολούνται με τη διαχείριση του περιβάλλοντος.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων