Προσωρινή απαγόρευση… Εμπρός και πίσω ολοταχώς

0

Του Γιάννη Θεοδώρου

Προσωρινή αναστολή της κυνηγετικής δραστηριότητας: Εμπρός και πίσω, ολοταχώς ….

Τις πιο «μαύρες μνήμες» του παρελθόντος για την περιπέτεια του κυνηγιού στις δικαστικές αίθουσες όχι απλά ανασύρει αλλά και επικαιροποιεί μετά από πάροδο αρκετών ετών (2002/2003) η πρόσφατη και με αριθμό 1210/2007 απόφαση του ΣτΕ. Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, κλήθηκε να αποφασίσει, μετά την από 27/8/2007 αίτηση του σωματείου με την επωνυμία “ΖΩΟΦΙΛΙΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΑΔΟΣ”, που εδρεύει στην Καλλιθέα Αττικής, Λεωφ. Ελευθ. Βενιζέλου 2-4, κατά του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με την αίτησή του, το αιτούν σωματείο, επεδίωκε να ανασταλεί η εκτέλεση της υπ’ αριθ. 97595/4553/09-08-2007 αποφάσεως του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ενώ η ΚΣΕ παράλληλα κατέθεσε το από 2 Οκτωβρίου 2007 σχετικό υπόμνημα για αντίκρουση των υποστηριζομένων.

Η απόφαση της Επιτροπής Αναστολών κατά πλειοψηφία (2-1) δέχθηκε την αίτηση και αναστέλλει την εκτέλεση της υπ’ αριθμ. 97595/4553/9.8.2007 αποφάσεως του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με το σκεπτικό.

Επισημαίνεται ότι η εκδίκαση της προσφυγής (αίτηση ακύρωσης) έχει προσδιοριστεί για τις 21/11/2007.

Σύμφωνα με τους γενικούς δικονομικούς κανόνες (άρθρα 17, ν.δ. 170/1973, 10, παρ. 1, ν. 221/1975, 1 παρ. 8 ν. 1470/ 1984) περί άσκησης ενδίκων μέσων, τα ένδικα μέσα ενώπιον του ΣτΕ ασκούνται δια «καταθέσεως δικογράφου».

Το δικόγραφο πρέπει να περιέχει το όνομα εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο, τη διεύθυνση της κατοικίας του, την προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση, τους συγκεκριμένους λόγους στους οποίους στηρίζεται το ένδικο μέσο, χρονολογία και υπογραφή.

Κατά το άρθρο 23 (ν.δ. 170/1973) «Απόψεις της Διοίκησης», το Δημόσιο, εν προκειμένω, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση ακυρώσεως ή η προσφυγή, όφειλε και είχε την υποχρέωση, να εκθέσει τις απόψεις του για καθένα από τους προβαλλόμενους λόγους, διευκρινίζοντας σαφώς το συναφές με κάθε λόγο, πραγματικό μέρος.

Η έκθεση αυτή με το σχετικό φάκελο πρέπει να αποστέλλεται στον εισηγητή τριάντα τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο που έχει ορισθεί εφόσον το δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως ή της προσφυγής έχει επιδοθεί στη Διοίκηση δύο τουλάχιστον μήνες πριν από τη δικάσιμο, διαφορετικά σε εύλογο χρόνο πριν από τη δικάσιμο. Το ζήτημα λοιπόν είναι και τι ενέργειες είχε κάνει και το Υπουργείο, προς την κατεύθυνση αυτή, αναφορικά με τις πυρκαγιές…

Στο ΣτΕ, Επιτροπή που συγκροτείται κάθε φορά από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου ή του αρμόδιου Τμήματος μπορεί, μετά από αίτηση εκείνου που άσκησε αίτηση ακυρώσεως, να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση.

Η αίτηση πρέπει να διαλαμβάνει τους ειδικούς λόγους που μπορούν να δικαιολογήσουν την αναστολή εκτέλεσης στη συγκεκριμένη περίπτωση. Με πράξη που συντάσσεται πάνω στο δικόγραφο της αίτησης, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ή του αρμόδιου Τμήματος τάσσει προθεσμία στον αρμόδιο Υπουργό ή το αρμόδιο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου για να διαβιβάσουν στο Συμβούλιο το φάκελο και τις απόψεις της Διοίκησης επί της υποθέσεως. Μέχρι της λήξη της ίδιας προθεσμίας ο αιτών οφείλει να προσκομίσει τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίζει τους ισχυρισμούς του.

Με εντολή του εισηγητή της υπόθεσης, αντίγραφο της αίτησης κοινοποιείται, με επιμέλεια του αιτούντος, σε εκείνον που έχει δικαίωμα να παρέμβει στην ακυρωτική δίκη. Ο τελευταίος δικαιούται να υποβάλλει ενώπιον της Επιτροπής υπόμνημα και πριν ακόμη ασκήσει παρέμβαση.

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ή του αρμόδιου Τμήματος μπορεί, με την κατάθεση της αιτήσεως, να εκδώσει προσωρινή διαταγή αναστολής εκτέλεσης.

Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί, αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημοσίου συμφέροντος κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος.

Την ανάκληση απόφασης μπορεί να δικαιολογήσουν μόνο νεότερα κρίσιμα στοιχεία, τα οποία δεν είχαν τεθεί υπόψη της Επιτροπής κατά την έκδοση της απόφασης της ή μεταβολή των δεδομένων βάσει των οποίων χορηγήθηκε η αναστολή εκτέλεσης.

Συμπερασματικά λοιπόν από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο αλλά και το Σύνταγμα κατοχυρώνεται το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, το δικαίωμα δε αυτό περιλαμβάνει και την προσωρινή δικαστική προστασία. Στην προσωρινή δικαστική προστασία, η αναστολή εκτέλεσης μιας δικαστικής απόφασης, αλλά κυρίως μιας διοικητικής πράξης, είναι η πιο «ανθρώπινη συνδρομή» της δικαστικής εξουσίας, για την αποφυγή μερικές φορές του «ανεπανόρθωτου», μέχρις ότου αποφανθεί το αρμόδιο δικαστήριο, στο ένδικο βοήθημα που έχει ασκηθεί.

Το γεγονός ότι το κυνήγι στη χώρα μας έχει υποστεί μεγάλη ταλαιπωρία στο παρελθόν και είχαν εμπλακεί οι Κ.Ο σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες από τη δεκαετία του 1980 έως και το έτος 2002/2003, οφείλεται κατά βάση στις γνωστές αντικυνηγετικές εμμονές συγκεκριμένων κύκλων προσώπων και στις «αναπόδεικτες υστερίες», που σε πολλές περιπτώσεις, μικρή σχέση είχαν με την πραγματικότητα και το καθεστώς της θήρας στην Ελλάδα.

Η «επικαιροποίηση» αυτής της δικαστικής διένεξης, μετά από ένα «διάλειμμα» αρκετών ετών, από την «ΖΩΟΦΙΛΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ», αποδεικνύει ό,τι ο εφησυχασμός των κυνηγών και των Κ.Ο είναι αδικαιολόγητος και οι πολυεπίπεδες προσπάθειες και η προσφορά των κυνηγών «ιδίοις χρήμασι» στην ανάπτυξη και διαφύλαξη του «κοινωνικού πόρου» του θηράματος, γράμμα «κενό» περιεχομένου, όταν η υπόθεση οδηγείται στα ακροατήρια…

Αρκούν συγκυριακά φαινόμενα, φυσικές καταστροφές και καταστάσεις «εκτάκτου ανάγκης» για να τεθεί πάλι το κυνήγι στο στόχαστρο, όπως συνέβη και τώρα…

Δυστυχώς όμως το ΣτΕ, δεν έλαβε υπόψη το υπόμνημα της ΚΣΕ και εκ παραλλήλου έθεσε υπό αμφισβήτηση την υπόσταση της ρυθμιστικής που είχε εκδοθεί στις 9/8/2007, ενώ οι πλείστες καταστροφικές πυρκαγιές, έλαβαν χώρα μετά το διάστημα αυτό … Εκτός και αν, κατά παράδοξο τρόπο, η ΥΑ που διέπει τη θήρα στη χώρα μας κατά κυνηγετική περίοδο, τελεί υπό την «αίρεση πλήρωσης γεγονότων μελλόντων και αβέβαιων» που θα πρέπει να γνωρίζει εκ των προτέρων το Υπουργείο ή οι Κ.Ο, δίκην «Μαντείου Δελφών», για να διατηρηθεί η νομική ισχύς της ρυθμιστικής… (!!!)

Αυτά δεν νομίζουμε ότι ευσταθούν και η «περιβαλλοντική λαγνεία» και η «φιλοπεριβαλλοντική ευταξία» όπως εκφράζεται και από Δικαστήρια ουσίας, είχε και έχει ως «αποδοπομπιαίους τράγους», τους κυνηγούς, σαν την πιο εύκολη και «αυτόματη λύση» εκτόνωσης…

Επιπλέον το ΣτΕ, δεν έλαβε υπόψη, ότι πλείστες αρμοδιότητες του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, έχουν μεταβιβαστεί σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό καθεστώς, στις Περιφέρειες και στους Γενικούς Γραμματείς των Περιφερειών ή στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, που όπως αποδεικνύεται, έλαβαν έγκαιρα αποφάσεις περιορισμού ή και διακοπής της θήρας στις πυρόπληκτες περιοχές, ούτε έλαβε υπόψη και το γεγονός ότι οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της «διαταγής» έχουν καταστροφικό χαρακτήρα για πλειάδα επιχειρήσεων αλλά και τους ίδιους τους κυνηγούς που έχουν ήδη θεωρήσει τις άδειες για την τρέχουσα περίοδο.

Τι νόημα έχει εν προκειμένω, η γενικευμένη «προσωρινή διαταγή» περί αναστολής της κυνηγετικής δραστηριότητας στην Κρήτη ή την «χειμαζόμενη» από τα αγριοκούνελα Λήμνο ή άλλους Νομούς, όπου δεν υπήρξαν φαινόμενα πυρκαγιών ή ήταν ασήμαντης έκτασης και μικρής σημασίας; Και αν υποθέσουμε ότι το «ακραίο» αυτό μέτρο, συμβάλλει στην προστασία των θηρεύσιμων ειδών από τους κυνηγούς ποιος, που και με τι τρόπο ενδιαφέρεται και λαμβάνει υπόψη και την ύπαρξη και πολλών άλλων ζωϊκών ειδών της εγχώριας πανίδας και ειδών χλωρίδας στις πυρόπληκτες περιοχές, που ειρήσθω εν παρόδω, δεν κινδυνεύουν από τους κυνηγούς; Πως θα επιδιωχτεί η «ανάταξη» των ειδών αυτών;

Δυο μέτρα και δυο σταθμά επομένως, η κοινή μας λογική και το περί δικαίου αίσθημα δεν «αντέχει», φρονούμε, σε περαιτέρω υποβάθμιση, άραγε οι αναδασώσεις των καμένων περιοχών θα επιτελεστούν και θα «ξαναπρασινίσουν» λόφοι και βουνά; ‘

Η βόσκηση των καμένων εκτάσεων θα απαγορευτεί; οι οικοπεδοποιήσεις και οι κάθε λογής αλλαγές χρήσης της γης θα περιοριστούν και δεν θα μετατραπούν περιοχές σε τόπους εξοχικών κατοικιών και άλλων ανθρωπογενών δράσεων;

Οι Κ.Ο έχουν βεβαίως προχωρήσει από την αρχή του Αυγούστου, στη σύνταξη μελετών για τις πυρόπληκτες περιοχές και εξάλλου ένας βασικός λόγος της απαγόρευσης του κυνηγιού σ΄ αυτές, ήταν ακριβώς η ανάγκη «υπερβάλλουσας» ίσως προστασίας του ενδημικού θηράματος. Παράλληλα σημαντική ήταν και η ανιδιοτελής και συντονισμένη προσφορά των κυνηγών και θηροφυλάκων στη διατροφή των ζώων πχ στα ελάφια της Πάρνηθας.

Αυτά όμως προφανώς ήταν «ψήγματα άμμου» μπροστά στην προσφορά και το «έργο» που προσφέρει η «Ζωοφιλική Ένωση Ελλάδας»….

Βεβαίως η δικονομία πλην των ενδίκων μέσων που ασκεί ο κ. Αγγελέτος (αίτηση ακύρωσης–προσφυγή, αίτηση αναστολής και έκδοση προσωρινής διαταγής) παρέχει τη δυνατότητα στο καθύλην αρμόδιο Υπουργείο, να προχωρήσει στην έκδοση νέας, τροποποιημένης ρυθμιστικής απόφασης, που θα συμμορφώνεται με το σκεπτικό του ΣτΕ και θα δίνει το δικαίωμα νόμιμης θήρας, μια απόφαση που καλώς εχόντων των πραγμάτων, είναι θέμα ελαχίστου χρόνου να εκδοθεί.

Όπως όμως και να έχει το θέμα, η κυνηγετική δραστηριότητα στη χώρα μας, ασκείται κάτω από ένα ασφυκτικό και περιοριστικό πλαίσιο νόμων και αποφάσεων. Και αυτή όμως τη φορά, τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα στην προσφυγή και η «αναμόχλευση» των ίδιων αιτιολογιών του παρελθόντος, περί «παραβίασης» της Συνθήκης της Βέρνης, των Κοινοτικών Οδηγιών για τα πουλιά κλπ αλλά και τα «επικουρικά» πρόσθετα στοιχεία, περί των καταστροφικών πυρκαγιών και των επιπτώσεων τους στους θηραματικούς πληθυσμούς, θα αποδυναμωθούν και η αίτηση θα απορριφθεί.

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων