Προστατευόμενα τα ελληνικά αποστάγματα

0

1963-tsipouro.jpg

«Το ούζο, το τσίπουρο και η τσικουδιά- αλλά και η κυπριακή ζιβανία- είναι πλέον προστατευόμενα προϊόντα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και έναντι των τρίτων χωρών, σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ.Συγκεκριμένα, το ούζο, το τσίπουρο και η τσικουδιά, από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, καθώς και διάφορα ελληνικά λικέρ, κατοχυρώθηκαν ως προϊόντα «προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων – ΠΓΕ».
Ειδικότερα, για το τσίπουρο κατοχυρώθηκε η συνέχιση της παραγωγής του με τους πατροπαράδοτους, κατά περιοχή, παραδοσιακούς τρόπους (αρωμάτιση με γλυκάνισο, μάραθο, κ.ά.) Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Ευάγγελος Μπασιάκος εξέφρασε επίσης στο Συμβούλιο την αντίθεση της Ελλάδας σε προτάσεις, μεταξύ των οποίων εκείνες που αλλάζουν το ισχύον σύστημα αναγνώρισης των γεωγραφικών ενδείξεων και δεν κατοχυρώνουν απόλυτα τα ελληνικά προϊόντα απέναντι σε αυτά των τρίτων χωρών». Πηγή: in .gr

Με τον τρόπο αυτό, λήγει ευτυχώς θετικά, για τη χώρα μας, μια πολύχρονη διαδικασία αμφισβητήσεων και τεχνικών προβλημάτων για τα τρία αυτά παραδοσιακά «αποστάγματα» τα οποία είχαν μπει στο «στόχαστρο» ανταγωνιστικών χωρών. Η αναγνώριση αυτή βέβαια συμβάλλει στην προς τα έξω «κατοχύρωσή» τους και διασφαλίζει τις εξαγωγές των αποσταγμάτων αυτών, από τον αθέμιτο ανταγωνισμό και τις «απομιμήσεις» τους, κυρίως από Βαλκανικές όμορες χώρες.

Οι Έλληνες βέβαια έχουν τη τύχη, να απολαμβάνουν και να γεύονται αυτά τα αποστάγματα, παρά πολλά χρόνια όπως κι όσοι επισκέπτονται τη χώρα μας, προϊόντα που αποτελούν ταυτότητα γεωγραφική και προσδιοριστική, προϊόντα που συνέβαλαν και συμβάλλουν στην άμεση διαφήμιση και προβολή διεθνώς της χώρας μας. Στα καθ΄ ημάς, οι «μύστες» της γευσιγνωσίας έλεγαν πως το ούζο θέλει θαλασσινούς μεζέδες και το τσίπουρο γήινους. Όμως, αυτό είναι σχετικό και από τα διαθέσιμα τοπικά προϊόντα και τις συνήθειες του κάθε τόπου. Στα παραθαλάσσια τσιπουράδικα οι μεζέδες έχουν ένα «θαλασσινό χαρακτήρα», ενώ στα πεδινά και ορεινά είναι πιο «γήινοι».

Οφτή (ψητή, δηλαδή) πατάτα, χλωροκούκια ή λούπινα, «μασουλίζουν» στα καφενεία της ορεινής Κρήτης πίνοντας την τσικουδιά τους. Κι όπως λένε, «ο καλύτερος μεζές της τσικουδιάς είναι ο καλός ο λόγος».Πολλές φορές «συνοδευτικό» αποτελούν οι ελιές, τα ντολμαδάκια, τα ψητά μανιτάρια, οι βολβοί, τα τουρσιά», οι καυτερές πιπεριές, που με την ένταση των 38% – 44% βαθμών σβήνει η «κάψα» τους, οι πατάτες ψητές με βούτυρο κι ένα σωρό άλλα καλούδια, απλά στη σύλληψη «εδέσματα», που νοστιμίζουν το τσίπουρο και βελτιώνουν τη διάθεσή μας.

Πίνοντας ένα τσίπουρο και δοκιμάζοντας τους μεζέδες του ελληνικού τραπεζιού, αυτό λειτουργεί καταλυτικά: «διεγείρει» τους γευστικούς θυλάκους και χάρη στον υψηλό αλκοολικό του τίτλο, «περνάει» ευκολότερα πάνω από τις «δύστροπες» γεύσεις των παστών ή καπνιστών ψαρικών, που συνήθως το συνοδεύουν. Ένα ποτηράκι τσίπουρο αρκεί για να σε χαλαρώσει, σου δίνει όμως και τη δυνατότητα να συνεχίσεις το κυρίως φαγητό σου με κρασί.

«Ούζο όταν πιεις, γίνεσαι ευθύς» έλεγαν και δεν είχαν άδικο, μιας και το ούζο είναι ένα τελείως ιδιαίτερο ποτό, με γλυκιά και συγχρόνως «επιθετική γεύση» που αποζητάει τους δικούς του μεζέδες, χταπόδι στα κάρβουνα καλά ψημένο μαστιχωτό (όχι βραστό που οι επιτήδειοι ρίχνουν στη σχάρα για την ευκολία τους), κομμένο σε λεπτά φετάκια με όλη τη γεύση της θάλασσας χωρίς λάδι και λεμόνι με λίγες σταγόνες ξίδι, κυδώνια, φούσκες, καλόγνωμες, μύδια, χτένια, γυαλιστερές, σαρδέλες παστές ή σαρδέλα στα κάρβουνα με χοντρό αλάτι, γαύρος μαρινάτος ή ξεροτηγανισμένος, ξεροτηγανισμένα κολοκυθάκια και μελιτζάνες, βουτηγμένα σε «σκορδάτο τζατζίκι», ταραμοσαλάτα ή μια «πλούσια» μελιτζανοσαλάτα και ελιές σ΄ όλες τους τις παραλλαγές, μικρές και μεγάλες, πράσινες, τσακιστές, χοντρές, θρούμπες, αλατισμένες, ξυδάτες…

Γεύσεις και συνήθειες «ελληνικές», σαν κι αυτές, που ξέρουν να απολαμβάνουν γενιές πολλές οι κυνηγοπαρέες, εκεί στα παραθαλάσσια απόμακρα χωριά, τα «νωχελικά» αυγουστιάτικα μεσημέρια, καρτερώντας τα «περάσματα» των τρυγονιών και των ορτυκιών…μ΄ένα ποτηράκι ουζάκι «συντροφιά κι ελπίδα» ή το βραδάκι, αγναντεύοντας το πέλαγος και κοιτώντας ερωτηματικά το φεγγάρι, για να «αποκαλύψει», το τι θα «ξημερώσει κυνηγετικά»…

belliki_rakokazano.jpg

Τις κρύες κι υγρές φθινοπωρινές κι χειμωνιάτικες μέρες, ένα πρωινό ποτηράκι «βραστό» τσίπουρο, μια «δαχτυλήθρα», στο παραδοσιακό καφενεδάκι μικρών και ξεχασμένων χωριών, τονώνει κι ανεβάζει τη διάθεση για ένα πολλά υποσχόμενο κυνηγετικό ξεκίνημα, άλλοτε για τους βιαστικούς, που θα «ξημερώσουν» στο κυνηγότοπο, ένα ποτηράκι τσίπουρο «ζεσταίνει» πριν το κυνήγι και «αναβαθμίζει» τη κυνηγετική προσμονή… Δεν υπάρχει τίποτα απ’ όλα αυτά; τότε οι κυνηγοί ξέρουν: ένα ποτηράκι τσίπουρο και μια ντομάτα κομμένη, αγγουράκι τραγανό, ένα κομματάκι φέτα ή γραβιέρα ή κεφαλοτύρι και μια φέτα ζυμωτό ψωμί ή ένα παξιμάδι είναι ό,τι πρέπει…αυτά που συνήθως αποτελούν τους «μεζέδες» της κυνηγοπαρέας στ΄ «απόσταμα» για να πάρουν μιαν «ανάσα» ή στο κυνηγετικό «τέλειωμα» για να πάρουν δυνάμεις τα μέλη της …

Και φυσικά τ΄ «άλλα» τα περισσότερα ποτηράκια μετά, όλοι μαζί, για τα «επινίκια», όταν η κυνηγετική μέρα ήταν πετυχημένη κι οι κόποι ανταμείφθηκαν, αλλά κι όταν η μέρα δεν «πήγε καλά», ας είναι, η κυνηγοπαρέα μαζεμένη, πίνοντας το τσιπουράκι, τη τσικουδιά ή το ουζάκι, θα κάνει την «αυτοκριτική» της, θα δουν με πιο «ψύχραιμο μάτι» τα λάθη…θα ανανεώσουν το «ραντεβού» για την επόμενη φορά…

Στιγμές «χαλάρωσης», σαν κι αυτές, που μόνο οι κυνηγοί μπορούν και ξέρουν να απολαμβάνουν και που φυσικά δεν περίμεναν το «ευρωπαϊκό πιστοποιητικό», για να τα εκτιμήσουν και να τα γευτούν αυτά τα παραδοσιακά ελληνικά «θεσπέσια αποστάγματα», που απλόχερα μας χάρισε η παράδοση, αυτές οι συνήθειες που φαντάζουν απλές και κοινότυπες κάθε άλλο παρά απλές είναι, αυτές, ένα ποτηράκι τσίπουρο ή ούζο είναι «κρίκοι» που «ενώνουν» και «συσπειρώνουν» τις κυνηγοπαρέες, να γιατί οι κυνηγοί με το «γέρμα» της μέρας του κυνηγιού που έζησαν, ονειρεύονται ήδη το επόμενο κυνήγι…

Κι όπως λένε σοφά, για ένα ποτηράκι, «ο καλύτερος μεζές είναι ο καλός ο λόγος…» αυτός που αμβλύνει τα συναισθήματα, προστατεύει από «κυνηγετικούς εγωισμούς» και συμβάλλει στη «συναδέλφωση»…ας καλέσουμε λοιπόν την επόμενη φορά τους «κυνηγετικούς ανταγωνιστές» μας στο κυνηγότοπο και όλοι μαζί, ας πιούμε ένα ποτηράκι, με μεζέ «το καλό λόγο», μετά από λίγο, όλα θα είναι διαφορετικά…

Γιάννης Θεοδώρου

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων