Χριστούγεννα… έθιμα και παραδόσεις

0

2003-kalanta.jpg
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο λογοτέχνης Σκιαθίτης «κοσμοκαλόγερος» σημείωνε γλαφυρά:
“Το επ’ εμοί, ενόσω ζώ και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστό μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια Ελληνικά ήθη”.
Ο μέγιστος δε των Υμνογράφων, Ρωμανός ο Μελωδός, συνέθεσε κοντάκια μεταξύ των οποίων το πλέον γνωστό είναι το:
«Η Παρθένος σήμερον
τον υπερούσιον τίκτει
και η γη το σπήλαιον
τω απροσίτω προσάγει
Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι
Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι
Δι’ ημάς γάρ εγεννήθη παιδίον νέον
Ο προ αιώνων Θεός».

Σε γενικές γραμμές οι χριστουγεννιάτικες δοξασίες και παραδόσεις, αποτελούν κατά πολλούς ερευνητές ένα «μίγμα» από κατάλοιπα της λατρείας του Σατούρνο (μιας θεότητας που ταυτίζεται με τον Κρόνο) κι άλλων δοξασιών που αναμίχθηκαν με τις χριστιανικές, για να ξεχαστεί στο πέρασμα των αιώνων η αρχική τους προέλευση. Το δέντρο, σαν χριστουγεννιάτικο σύμβολο, χρησιμοποιήθηκε μετά τον 8ο αιώνα και ο Άγιος Βονιφάτιος, για να σβήσει την ιερότητα που απέδιδαν οι ειδωλολάτρες στη δρυ, έβαλε στη θέση του το έλατο, σαν σύμβολο χριστιανικό και ειδικότερα σαν σύμβολο των Χριστουγέννων.
Φυσικά, στο πέρασμα των αιώνων, το νόημα του χριστουγεννιάτικου δέντρου πήρε αναρίθμητες μορφές. Κι αρχικά, για να συμβολίσει την ευτυχία που κρύβει για τον άνθρωπο η γέννηση του Χριστού, άρχισε να γεμίζει το δέντρο-σύμβολο με διάφορα χρήσιμα είδη- κυρίως φαγώσιμα κι αργότερα ρούχα κι άλλα είδη καθημερινής χρήσης, συμβολίζοντας έτσι πρακτικά την προσφορά των Θείων Δώρων, για να εξελιχτεί προοδευτικά σ’ ένα απαραίτητο διακοσμητικό είδος της μέρας αυτής, που αργότερα πήρε και τη θέση της “Δωροθήκης”- του χώρου δηλαδή που σ’ αυτόν τοποθετούσαν οι συγγενείς και φίλοι τα δώρα τους ο ένας για τον άλλο.

Ο Τσ. Ντίκενς στην Αγγλία φρόντισε να ξαναπάρουν τα Χριστούγεννα την παλιά χαρούμενη γιορταστική μορφή τους, όσο κανένας άλλος. Κι αν σήμερα σ’ ολόκληρο τον κόσμο το χριστουγεννιάτικο δέντρο θυμίζει αυτή τη μέρα, αυτό σίγουρα οφείλεται στον Ντίκενς, που σε διάφορα έργα του και πιο πολύ ακόμα στις χριστουγεννιάτικες ιστορίες του, το προβάλλει σαν βασικό χριστουγεννιάτικο σύμβολο.
Στην πατρίδα μας, το χριστουγεννιάτικο δέντρο το έφεραν για πρώτη φορά στην Αθήνα οι Βαυαροί, και από τότε συνηθίζεται να προτιμάται στις ορεινές περιοχές αντί του νησιώτικου καθιερωμένου καραβιού.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗΣ ΚΑΛΤΣΑΣ
(Οι κάλτσες κρέμονταν από την καμινάδα με την ελπίδα ότι θα περάσει και από κει ο Άγιος Βασίλης).
Υπήρχε κάποτε ένας ευγενικός και καλόκαρδος κύριος όπου η γυναίκα του είχε πεθάνει από βαριά αρρώστια και τον είχε αφήσει απογοητευμένο με τρεις κόρες να μεγαλώσει. Μετά που έχασε όλα του τα χρήματα σε ανώφελες και κακές επενδύσεις, η οικογένειά του χρειάστηκε να μετακομίσει σε μια χωριάτικη καλύβα, ενώ οι τρεις του κόρες έκαναν μόνες τους το μαγείρεμα, το ράψιμο και το
καθάρισμα.
Όταν ήρθε ο καιρός να παντρευτούν οι κόρες, ο πατέρας έπεσε σε μεγαλύτερη κατάθλιψη εφόσον οι κόρες του δεν θα έβρισκαν να παντρευτούν χωρίς προίκα και χρήματα για να δώσουν στην νέα οικογένεια του συζύγου τους. Μία νύχτα, μετά που οι κόρες είχαν πλύνει και απλώσει τα ρούχα τους και τις κάλτσες τους στο τζάκι για να στεγνώσουν, έπεσαν για ύπνο. Ο Άγιος Βασίλης
γνώριζε την απόγνωση και την ατυχία του πατέρα και σταμάτησε στο σπίτι του. Κοίταξε μέσα από το παράθυρο και είδε ότι η οικογένεια είχε πέσει για ύπνο. Επίσης παρατήρησε και τις κάλτσες των κοριτσιών που κρέμονταν στο τζάκι. Και
τότε του ήρθε η έμπνευση και αφού πήρε από το πουγκί του τρία μικρότερα πουγκιά με χρυσό, πήγε και τα πέταξε με προσοχή από την καμινάδα έτσι ώστε να πέσουν μέσα στις κάλτσες. Το επόμενο πρωί που ξύπνησαν οι κόρες, βρήκαν για μεγάλη τους έκπληξη τις κάλτσες τους να περιέχουν χρυσάφι. Έτσι ο ευγενής πατέρας τους θα κατάφερνε να δει τις κόρες του να ζουν ευτυχισμένες και μια καλή ζωή με αυτό το χρυσό, και έζησε πολλά πολλά χαρούμενα χρόνια και ο ίδιος.
Τα παιδιά όλου του κόσμου συνέχισαν την παράδοση να κρεμούν κάλτσες τα Χριστούγεννα στο τζάκι τους με την ελπίδα να τους τις γεμίσει ο Άγιος Βασίλης.
Αυτό το έθιμο κρατά σε πολλές με μερικές παραλλαγές. Στην Γαλλία τα παιδιά τις βάζουν δίπλα στο τζάκι, ενώ στην Ολλανδία τις
γεμίζουν με άχυρο και καρότα για τα ελαφάκια του Άγιου Βασίλη. Στην Ουγγαρία τα παιδιά γυαλίζουν τα παπούτσια τους πριν τα βάλουν δίπλα στο τζάκι ή το παράθυρο. Στην Ιταλία τα παιδιά αφήνουν τα παπούτσια τους έξω κατά τα Θεοφάνια, για να τα βρει η καλή μάγισσα. Και τέλος, στο Πόρτο Ρίκο τα παιδιά βάζουν κάτω από τα κρεβάτια τους πρασινάδα και λουλούδια για τις καμήλες των τριών Μάγων.
Οι χριστουγεννιάτικες και πρωτοχρονιάτικες κάρτες, οι οποίες λειτουργούν ως επικοινωνιακοί αγγελιοφόροι χριστουγεννιάτικων και πρωτοχρονιάτικων μηνυμάτων, αποτελούν αναπόσπαστο συμπλήρωμα των εορτών. Στις κάρτες απεικονίζονται κατά κύριο λόγο η γέννηση του Χριστού με τη φάτνη, οι τρεις μάγοι με τα δώρα, άγγελοι και αστέρια. Το στερεότυπο ευχετικό των καρτών είναι “Καλά Χριστούγεννα και Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος”.
Η χριστουγεννιάτικη κάρτα θεωρείται ότι είναι αγγλική επινόηση. Την πατρότητά της διεκδικεί αρχικά ο Γουίλιαμ Έντλεϊ, ο οποίος φέρεται ως ο σχεδιαστής της πρώτης κάρτας το 1842, που είναι σήμερα έκθεμα του Βρετανικού Μουσείο. Μερικά χρόνια αργότερα η μόδα της κάρτας έφτασε στην Αμερική, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία. Η Δανία θεωρείται ότι είναι η πιο φημισμένη χώρα στις πωλήσεις των καρτών. Διακινεί κάθε χρόνο 50.000.000 κάρτες. Στην Ελλάδα οι κάρτες παρουσιάστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα από Έλληνες μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και στην Αυστραλία.

ΕΘΙΜΑ ΑΠ’ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Σουηδία: Την αυγή της 13ης Δεκεμβρίου η “Λουτσία” – σύμβολο του φωτός – συνήθως το μεγαλύτερο κορίτσι του σπιτιού, φορώντας ένα μακρύ λευκό χιτώνα και ένα στεφάνι από αναμμένα κεριά στα μαλλιά, πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι, προσφέροντας ζεστό καφέ και κουλουράκια, ενώ τραγουδά παλιά κάλαντα με τον σκοπό του λαϊκού ναπολιτάνικου τραγουδιού “Σάντα Λουτσία”. Οι θρύλοι της Λουτσίας γεννήθηκαν στις Συρακούσες της Σικελίας περίπου κατά το έτος 300 μ.Χ. Σε μερικές επαρχίες της Σουηδίας οι κάτοικοι των χωριών συνηθίζουν ανήμερα τα Χριστούγεννα να ρίχνουν έξω από τα σπίτια και τα χωράφια τους σιτάρι, για να γιορτάσουν μαζί τους και τα πουλιά.
Αγγλία: Σε μερικές βρετανικές περιοχές το έθιμο του γλεντιού σε κήπους με μηλιές την παραμονή των Χριστουγέννων είναι μια παραλλαγή μιας ειδωλολατρικής τελετής. Αφού σκοτεινιάσει, οι αγρότες πηγαίνουν στα περιβόλια, σχηματίζουν παρέες γύρω από τα παλαιότερα δέντρα και πίνοντας μπύρα τραγουδούν τα κάλαντα. Πυροβολούν στα κλαριά για να διώξουν τα κακά πνεύματα και πριν από χρόνια άφηναν τριγύρω γλυκίσματα για να καλοπιάσουν τα πνεύματα και να εξασφαλίσουν καλή σοδειά.
Γιουγκοσλαβία: Οι Γιουγκοσλάβες νοικοκυρές έχουν ένα ευγενικό αλλά βρώμικο έθιμο: Ραντίζουν τα τραπεζομάντηλά τους με κρασί για να μη ντραπούν οι φιλοξενούμενοί τους αν λερώσουν κάποιο.
Ρωσία: Είχαν τη συνήθεια, τη νύχτα των Χριστουγέννων, να ντύνουν στ’ άσπρα μια κοπέλα του σπιτιού και να τη βάζουν να παριστάνει την Παναγία.
Σικελία: Οι χωρικοί βγάζουν τα μεσάνυχτα των Χριστουγέννων νερό από τα πηγάδια και ραντίζουν τα ζώα τους, γιατί πιστεύουν ότι το νερό αυτό είναι αγιασμένο, επειδή την ίδια ώρα γεννιέται και ο Σωτήρας του κόσμου.
Σαρδηνία: Στη Σαρδηνία πιστεύουν ότι όποιος γεννηθεί τη νύχτα των Χριστουγέννων και μάλιστα τα μεσάνυχτα, φέρνει την ευλογία του Θεού όχι μόνο στους δικούς του αλλά και στους γείτονες των εφτά σπιτιών που βρίσκονται πιο κοντά στο δικό του.
Ισπανία: Στη Βαρκελώνη τον Μεσαίωνα είχαν ένα ωραίο χριστουγεννιάτικο έθιμο: την τελετή του παγωνιού. Τη μέρα των Χριστουγέννων ο βασιλιάς έπαιρνε μέσα σε μια χρυσή πιατέλα ένα ψητό παγώνι, που θεωρείται ένα από τα πιο σπάνια φαγητά, και το μετέφερε στην τραπεζαρία. Τον ακολουθούσε σ’ αυτήν την πομπή ένα πλήθος από ευγενείς, υπηρέτες και σωματοφύλακες. Στην τραπεζαρία μέσα βρισκόταν η βασίλισσα. Ο βασιλιάς της πρόσφερε το παγώνι για να το μοιράσει σε όλους τους παρευρισκόμενους. Όσοι δέχονταν την εξαιρετική αυτή τιμή, ήταν υποχρεωμένοι να ορκιστούν μπροστά στην ομήγυρη ότι θα προσπαθήσουν ν’ ανδραγαθήσουν στον πόλεμο ή στις ταυρομαχίες.
Ιταλία: Στη Βενετία, πάλι τον Μεσαίωνα, ο Δόγης κι ο λαός πήγαιναν την νύχτα των Χριστουγέννων στο γειτονικό νησάκι του Αγίου Γεωργίου να προσκυνήσουν το λείψανο του Αγίου Στεφάνου. Στην παραλία του νησιού περίμεναν βενετσιάνικες αρχόντισσες ντυμένες στα μαύρα και στολισμένες με κοσμήματα, για να υποδεχτούν τον Δόγη και να τον συνοδέψουν μέχρι το ναό. Μετά το τέλος της λειτουργίας όλη η λαμπρή συνοδεία έμπαινε στις γόνδολες και διασχίζοντας τα νερά ξαναγύριζαν στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, όπου άρχιζε μεγάλο γλέντι, που συνεχιζόταν μέχρι το πρωί.

Τα Κάλαντα ανά την Ελλάδα.
ΘΡΑΚΗ
«Χριστός γεννιέται, χαρά στον κόσμο, χαρά στον κόσμο, στα παλικάρια.
Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες, η Παναγιά μας κοιλοπονούσε.
Κοιλοπονούσε, παρακαλούσε, τους αρχαγγέλους, τους ιεράρχες.-
Σεις αρχάγγελοι και ιεράρχες, στη Σμύρνη πηγαίνετε, μαμές να φέρτε.
Άγια Μαρίνα, άγια Κατερίνα, στη Σμύρνη πάνε, μαμές να φέρουν.
Όσο να πάνε κι όσο να έρθουν, η Παναγιά μας ελευτερώθη.
Στην κούνια το ΄βαλαν και το κουνούσαν, και το κουνούσαν, το τραγουδούσαν.
Σαν ήλιος λάμπει, σα νιο φεγγάρι, σα νιο φεγγάρι, το παλικάρι.
Φέγγει σε τούτον το νοικοκύρη, με τα καλά του, με τα παιδιά του, με την καλή τη νοικοκυρά του».
ΙΚΑΡΙΑ
«Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά κι αρχή καλός μας χρόνος,
εκκλησιά με τ΄ άγιος θρόνος. Άγιος Βασίλης έρχεται από τον κάβο Πάπα, βαστάει και
στην πλάτη του μια μαλλιαρή θυλάκα, να βάλει μέσα τα ψωμιά, τις τηγανίτες, τα
λεφτά. – Εσένα αφέντη, πρέπει σου καρέκλα καρυδένια, για ν΄ ακουμπάς τη μέση
σου τη μαργαριταρένια. -Και πάλι ξανά πρέπει σου, βάλε στραβά το φέσι σου και
δίπλα το βρακί σου για να σκάσουν οι εχθροί σου. – Πολλά είπαμε τ΄ αφέντη μας ας
πούμε της κυράς μας. – Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά ταπανοφρύδα που έχεις τον
ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθος, και του κοράκου τα φτερά τα ΄χεις
ταπανοφρύδια που όταν λουστείς και χτενιστείς και πας στην εκκλησιά σου η στράτα
ρόδα γέμισε απ΄ την περπατησιά σου. – Πολλά ΄παμε και της κυράς, ας πούμε και
της κόρης. – Έχεις και κόρη όμορφη, που δεν έχει ιστορία, ούτε στην Πόλη
βρίσκεται ούτε στη Βενετία. – Έχεις και κόρη όμορφη βάλ΄ τηνε στο ζεμπίλι και
κρέμασέ τηνε ψηλά να μη τη φάν΄ οι ψύλλοι. – Πολλά ΄παμε , πολλά ΄παμε, μα δε
μας εκεράσατε, κι αν ακόμα θε να πούμε, βάλτε μας κρασί να πιούμε. – Εφάγαμε τον
πετεινό, να φάμε και την κότα και δώστε μας το φλουράκι μας, να πάμε σ΄ άλλη
πόρτα».
ΜΟΡΑΪΤΙΚΑ
«Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου, για βγείτε, δείτε,
μάθετε, πως ο Χριστός γεννάται. Γεννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με
γάλα, το μέλι τρων΄ οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες και το μελισσοβότανο να
νίβονται οι κυράδες! Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά γαϊτανοφρύδα, κυρά μου όταν
στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου, βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι
αγκάλη και τον καθάριο αυγερινό τον βάζεις δακτυλίδι. Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να
φάμε και να πιούμε, παρά σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε! Δώστε μας και
τον κόκορα, δώστε μας και την κότα! Δώστε μας και πέντ’ έξι αυγά, να πάμε σ΄
άλλη πόρτα».
ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΑ
«Σήμερα οι μάγοι έρχονται στη χώρα του Ηρώδη. Σήμερα οι μάγοι έρχονται στη χώρα
του Ηρώδη. Και ο Ηρώδης ταραχθείς έγινε θηριώδης. Και ο Ηρώδης ταραχθείς έγινε
θηριώδης. Κράζει τους μάγους και ρωτά: – Μάγοι πού θε να πάτε ; Κράζει τους μάγους
και ρωτά: – Μάγοι πού θε να πάτε; Στης Βηθλεέμ το σπήλαιο την πόλη την Αγία. της
Βηθλεέμ το σπήλαιο την πόλη την Αγία. Π΄ εκεί γεννάει το Χριστό η Δέσποινα
Μαρία. Π΄ εκεί γεννάει το Χριστό η Δέσποινα Μαρία».
ΚΑΛΑΝΤΑ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
«Κάτω στα Ιεροσόλυμα , στης Βηθλεέμ την πόλη ,εκεί δεντρί δεν ήτανε , δεντρί
ξεφανερώθη. Κι ανάμεσα στους κλώνους του, αγγέλοι κι αρχαγγέλοι κι ο Μιχαήλ
Αρχάγγελος ξεφτερουγά και λέει: – Χριστέ, για δώσ΄ μου τα κλειδιά και τα χρυσά
κλειδάκια ν’ ανοίξω τον παράδεισο, να μπω σε περιβόλι, να κόψω μήλο δροσερό,
να πιω νερό δροσάτο, να γείρω ν’ αποκοιμηθώ σε νεραντζιά ‘πο κάτω. Και σας
καληνυχτίζουμε, πέσετε κοιμηθείτε, ολίγον ύπνον πάρετε κι ευθύς ως
σηκωθείτε, στην εκκλησία τρέξετε όλοι με προθυμίαν και του Χριστού να ακούσετε
τη θεία λειτουργία».
ΚΑΛΗΝ ΕΣΠΕΡΑΝ ΑΡΧΟΝΤΕΣ (Κάλαντα Χριστουγέννων)
«Καλήν εσπέραν άρχοντες. κι αν είναι ορισμός σας Χριστού την θεία γέννηση να πω
στ΄ αρχοντικό σας, Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη, οι ουρανοί
αγάλλονται, χαίρετ΄ η φύσις όλη, εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φα- εν φάτνη των
αλόγων, ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων».
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ ΣΗΜΕΡΟΝ (κάλαντα Χριστουγέννων)
«Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη, οι ουρανοί αγάλλονται χαίρει η
φύσις όλη. Εν τω σπηλαίω τίκτεται εν φάτνη των αλόγωνο Βασιλεύς των ουρανών και
ποιητής των όλων. Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα και κρουσταλίδα του
γιαλούκαι πάν’ κι από τα δέντρα, μα που τον έχεις τον γιο το μοσχοκανακάρη.
Λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις κι ο δάσκαλος τον
έδειρε μ’ ένα χρυσό βεργάλι και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι. Κι αν είναι
με το θέλη μα χρυσή μου περιστέρα ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα».

Τοπικά Έθιμα
Από τα πλέον χαρακτηριστικά έθιμα όπως αναφέρεται στο διήγημα “Τα χριστουγεννιάτικα τσαρούχια” του Γ. Αθάνα ήταν το «χοιροσφάξιμο», έχει αποδώσει μάλιστα παραστατικά τη χρησιμότητα του εθίμου του σφαξίματος του χοίρου στην οικιακή οικονομία της Ρούμελης και όχι μόνο:
“Στα μέρη μας, έγραφε, σφάζουνε τα θρεφτά γουρούνια την παραμονή των Χριστουγέννων. Το πετσί τους γδέρνεται, αλατίζεται και απλώνεται στον ήλιο. Απ’ αυτήν βγαίνουν τα γουρνοτσάρουχα της φαμελιάς. Το πάχος γίνεται γλίνα, οι χοντράδες γίνονται τσιγαρήθρες, κι έπειτα μένουν τα κόκκαλα για μαγειρευτά, τα εντόσθια για πηχτές και για ματιές, το κρέας για λουκάνικα και για παστουρμά. Μ’ ένα καλό γουρούνι περνάει τον υπόλοιπο χειμώνα η φτωχοφαμελιά”.
Στη Θεσσαλία, στη Ρούμελη, στο Μοριά αλλά και στη Νησιωτική Ελλάδα, κυρίως του Αιγαίου, χαρακτηριστικά της γιορτής των Χριστουγέννων ήταν το διαρκές άναμμα της φωτιάς (κρατάει όλο το Δωδεκαήμερο) που έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα κατά των καλικάντζαρων και των κακών πνευμάτων και το σφάξιμο και μαγείρεμα του γουρουνιού. Όσοι δεν είχαν γουρούνι σφάζανε γίδα ή πρόβατο. Στόλιζαν το σπίτι με κλαδιά κέδρων και αγριοκερασιάς. Δεν λούζονταν, γιατί το θεωρούσαν γρουσουζιά, κι έβαζαν ένα αγοράκι να κάνει ποδαρικό. Σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών προμηθεύεται το χοιρινό κρέας από τα κρεοπωλεία ή τα σούπερ-μάρκετ, ενώ αν κοιτάξει κανείς δύο δεκαετίες πίσω θα δει πως οι περισσότερες οικογένειες στα χωριά αγόραζαν ζωντανά μικρά γουρουνάκια τα οποία “παρατάιζαν” λίγους μήνες πριν τα Χριστούγεννα για να τα σφάξουν λίγο πριν τις γιορτές και να φτιάξουν λουκάνικα, πηχτή, χοιρομέρι, ψητό και πολλά άλλα εδέσματα.
Μάλιστα στα χωριά της Κρήτης συνηθίζονταν η σφαγή των γουρουνιών να γίνεται την ίδια ημέρα, απ’ όλους, γεγονός που αποτελούσε πανηγύρι για τα μικρά παιδιά, όσα βέβαια είχαν τη δύναμη ν’ αντέξουν το σκληρό θέαμα της σφαγής. Το έθιμο διατηρείται ακόμη και σήμερα στην κοινότητα των Αγίων Δέκα όπου στις 23 του μηνός, ημέρα της εορτής των Αγίων Δέκα μαρτύρων, γίνεται ομαδικά η σφαγή των γουρουνιών, πράγμα που εντάσσεται στον γενικότερο εορτασμό για τους προστάτες-πολιούχους της περιοχής. Τα χοιροπαρασκεύασματα ήταν κατά σειρά :
• λουκάνικα
• απάκια: καπνιστό κρέας
• πηχτή (τσιλαδιά): αφαιρείται κάθε ίχνος κρέατος από το κεφάλι του γουρουνιού και όλα μαζί βράζονται. Ο ζωμός με ειδική προετοιμασία μετατρέπεται σε πηχτό ζελέ που μέσα του βρίσκονται τα κομμάτια του κρέατος.
• σύγκλινα, δηλαδή το κρέας του γουρουνιού κομμένο σε μικρά κομμάτια, που το έψηναν και το έβαζαν σε μεγάλα δοχεία και το κάλυπταν με το λιωμένο λίπος του ζώου. Το λίπος έπηζε μόλις έχανε τη θερμότητα του και το κρέας μπορούσε να διατηρηθεί έτσι για αρκετούς μήνες.
• ομαθιές, τα έντερα του χοίρου γεμισμένα με ρύζι, σταφίδες και κομματάκια συκώτι.
• τσιγαρίδες, κομμάτια μαγειρεμένου λίπους με μπαχαρικά που το έτρωγαν με ζυμωτό ψωμί για κολατσιό στην εξοχή, όταν μάζευαν τις ελιές.
Ο χοίρος των Χριστουγέννων ήταν η βασική πηγή κρέατος για αρκετές εβδομάδες. Φυσικά αναφερόμαστε σε μια δίαιτα εξαιρετικά φτωχή σε κρέας, την περίφημη διατροφή της Κρήτης (Μεσογειακή Διατροφή), που χάριζε στους Κρητικούς υγεία και μακροζωία.
Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο από το χοίρο των Χριστουγέννων, για κάθε κομμάτι του ζώου υπήρχε κάποια χρήση. Ακόμα κι αυτή η ουροδόχος κύστη, η «φούσκα» όπως λέγεται, πλενόταν, καθαριζόταν και μετά φουσκωνόταν και γινόταν μπάλα, πολύτιμο δώρο για τα παιδιά της εποχής εκείνης.
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας τμήματα του χοιρινού χρησιμοποιούνταν κατά το παρελθόν ως πρώτη ύλη για διάφορα γιατροσόφια ενώ άλλα κομμάτια του αποτελούσαν αντικείμενα μαντείας. Πιο συγκεκριμένα ο σφάχτης ή κάποιος ηλικιωμένος σε ρόλο χρησμοδότη μελετούσε τα σπλάγχνα του ζώου για να ερμηνεύσει τι σήμαιναν για το μέλλον, για την τύχη του σπιτιού, τις σοδειές, τον καιρό. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Έχει διαδοθεί αρκετά και στην Ελλάδα και έχει αντικαταστήσει το χοιρινό κρέας σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι τελείως.
«Εάν το Πάσχα είναι η λαμπροτάτη του Χριστιανισμού εορτή, τα Χριστούγεννα βεβαίως είναι η συγκινητικωτάτη» γράφει στην Εφημερίδα της 25ης Δεκεμβρίου του 1887 ο Αλέξανδρος ο Παπαδιαμάντης. Οι λογοτέχνες και οι ποιητές μας διασώζουν διαχρονικά την «αλήθεια» και την «αγνότητα» του προσώπου μας αλλά και οι Χριστουγεννιάτικες παραδόσεις και τα έθιμα αποτελούν το διαχρονικό «ομφάλιο λώρο» του χθες και του σήμερα. Στην σύγχρονη εποχή της εν πολλοίς «εικονικής πραγματικότητας» μας κατευθύνουν και μας «οξύνουν» την όραση από τις τρέχουσες «επιχωματώσεις», κάνοντας αισθητό το αίτημα για «πραγματικότητα βίου, εορταστική και πένθιμη συνάμα».
Αφού, κατά το λόγιον εκείνο, «βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόκευτος».
Ή για να θυμηθούμε τον Οδυσσέα Ελύτη:
«Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος
να ‘ν’ ήμερος, να ‘ναι άκακος
λίγο φαΐ, λίγο κρασί
Χριστούγεννα κι Ανάσταση…»
Χρόνια Πολλά !!!

Γιάννης Θεοδώρου

Share.

Τα σχόλια είναι κλειστά σε αυτό το θέμα


Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων